Ο καιρός της Φλώρινας

Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Καλύβια Παπαδιάς Φλώρινας

ΑΦΗΓΗΣΗ της Νηπιαγωγού Γουσοπούλου Ελευθερίας.
Πρόκειται για ένα μικρό ορεινό ποιμενικό οικισμό (καλύβια), χριστιανών Βλάχων. Ο πληθυσμός του την περίοδο 1912-1928 ήταν 200 περίπου άτομα. Τα περισσότερα σπίτια ήταν φτιαγμένα από κλειδιά δέντρων καλυμμένα με λάσπη. Τα σπίτια ήταν μικρά και μονώροφα. Ο αριθμός τους δεν ξεπερνούσε τα σαράντα (40).
Οι κάτοικοι ήταν Βλάχοι μερικοί από τους οποίους δήλωναν Ρουμανίζοντες . Υπήρχε Ρουμάνικα Σχολείο με 6-7 περίπου μαθητές και ρουμανική εκκλησία.
Οι πρώτοι δάσκαλοι που πήγαν εκεί είχαν σκοπό να δημιουργήσουν Ελληνικό Σχο-λείο. Πρώτος δάσκαλος ήταν ο Μαζάρης Αλέξανδρος και η νηπ/γος η Ελευθερία Γουσοπούλου. Ήταν το 1935 . Αρχικά κατόρθωσαν να λειτουργήσουν το Ελληνικό Σχολείο με 15 μαθητές, με τον καιρό ήρθαν όλα τα παιδιά στο Ελληνικό Σχολείο. Το Ρουμάνικο σχολείο έκλεισε το 1938 γιατί όλα τα παιδιά του, με την άξια συμπεριφορά τον δασκάλου Μαζάρη Αλέξ. , φοίτησαν στο Ελληνικό Σχολείο. Οι δυο αυτοί δάσκαλοι πήραν έπαινο γι' αυτή την ενέργεια .
Άλλοι δάσκαλοι οι οποίοι υπηρέτησαν ήταν , ο Σουμελίδης Κων/νος από τη Φλώρινα και ο Ελευθεριάδης Ελευθέριος από τα μέρη της Έδεσσας, Νηπ/γος η Σάρρα Γυμνοπούλου.
Πολλοί από τους κατοίκους είχαν Ελληνική συνείδηση και αυτοί προέρχονταν κυρίως από το Μοναστήρι. Όλοι οι κάτοικοι γνώριζαν πολύ καλά την Ελληνική .
Το χωριό διαλύθηκε το 1948. Μερικοί κάτοικοι έφυγαν στη Ρουμανία . Άλλοι πήγαν στην Έδεσσα και στο Γραμματικό.
Υπήρχε μικρή Ελληνορθόδοξη εκκλησία, του Προφήτη Ηλία. Παπάς ήταν ο Παπανικόλας που καταγόταν από το χωριό. Η εκκλησία ήταν νεόκτιστη. Έψαλλε ο δάσκαλος Μαζάρης Αλ. .
Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την υλοτομία. Με τα ξύλα έκαναν ξυλοκάρβουνο. Αυτή η δουλειά ήταν η κύρια απασχόληση των κατοίκων. Η κτηνοτροφία και η γεωργία ήταν περιορισμένη.
Γενικά οι κάτοικοι ήταν πολύ φτωχοί .
Στην περιοχή απέμεινε μόνο μια οικογένεια που ζει στην Αχλάδα Φλώρινας.

ΕΠΙΣΗΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΚΑΤ' ΑΠΟΓΡΑΦΗ
Έτος 1920 Καλύβια Παπαδιάς (138) κάτοικοι,
1928 (208), 1940 (95) , 1951 (0).

Papadija Kulbeleri (Bačila Džuma) [Αυστριακός Χάρτης].

Καλύβια Παπαδιάς καζά Φλωρίνης [Χάρτης Κοντογόνη].

Καλύβια Παπαδιάς Φλωρίνης, 189 άτομα (147 άρρενες και 42 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Καλύβια Παπαδιάς Φλωρίνης, αποτέλεσε οικισμό της κοινότητας Σέτινας [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Καλύβια Παπαδιάς Φλωρίνης, 138 άτομα (48 άρρενες και 90 θήλεις) [Απογραφή 1920].

Καλύβια Παπαδιάς Φλωρίνης, 208 άτομα (96 άρρενες και 112 θήλεις). Δεν υπήρχε κανένας πρόσφυγας του '22. Ομοδημότες ήταν 202 και ετεροδημότες 6 [Απογραφή 1928].

Καλύβια Παπαδιάς Φλωρίνης, 95 άτομα (68 άρρενες και 27 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

ΠΑΠΑΔΙΑ ΦΛΩΡΙΝΑΣ

Υψόμετρο 900
Αφηγηση: Λιοκόρδας Ευάγγελος.Το χωριό χτίστηκε από Τούρκους ωστόσο οι κάτοικοι ήρθαν από την Ήπειρο σαν κολίγοι λίγο πριν το 1800. Πιθανόν να προέρχονται από το Συράκο της Ηπείρου. Αυτοί ήταν Ελληνόγλωσσοι. Υπήρχαν και τρεις οικογένειες , οι οποίες μιλούσαν το τοπικό ιδίωμα . Το χωριό ήταν κτήμα του Κενάν Μπέη και τον Ριζά Μπέη .
Είχε 30 σπίτια με 400 άτομα.
Το χωριό αν και ήταν μικρό ήταν πολύ ωραίο. Είχε καφενείο, τσαγκάρη, δύο νερόμυλους, δύο μπατανίες και δύο δρασκέλες(νεροτριβές).
Οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Η γεωργία ήταν περιορισμένη επειδή δεν είχαν πολλά χωράφια. Η κτηνοτροφία όμως ήταν αναπτυγμένη. Οι γυναίκες ύφαιναν χαλιά και βελέντζες .
Η εκκλησία ήταν του Προφήτη Ηλία. Ήταν κανονική να εξυπηρετεί τις ανάγκες τον χωριού. Καταστράφηκε με τον εμφύλιο. Ο παπάς που λειτουργούσε λεγόταν Παπαχρήστος και ερχόταν από τα Καλύβια Παπαδιάς.
Λειτουργούσε και σχολείο σε ένα σπίτι. Για ένα διάστημα πήγαιναν Σχολείο στα Καλύβια Παπαδιάς .
Ένας δάσκαλος ο οποίος υπηρέτησε στο χωριό ήταν ο Μπαζόπουλος Βασίλειος .
Η ιστορία τον χωριού συνδέεται με τον Μακεδονικό αγώνα. Στην περιοχή έδρασε ο μακεδονομάχος Καραβίτης. Από τους κατοίκους του χωριού τρία άτομα ήταν μακεδονομάχοι, ο Βότσης Αθανάσιος, ο Λιακόρδας Ηλίας και ο Πέτρος Παπάς όπως αναφέρονται στα απομνημονεύματα του I. Καραβίτη.
Οι Γάλλοι πέρασαν από το χωριό.
0ι Γερμανοί εκτόπισαν τους κατοίκους για μια εβδομάδα , επειδή έκαναν επιχειρήσεις. Είχαν μπει αντάρτες του Τίτο, τους οποίους και απώθησαν οι Γερμανοί που φεύγοντας έδωσαν εντολή, πως αν πιάνανε έστω και έναν αντάρτη θα κατέστρεφαν το χωριό.
Με τον εμφύλιο το χωριό ήταν ανταρτοκρατούμενο. O στρατός έκανε μερικές επιχειρήσεις αλλά δεν μπόρεσαν να τους διώξουν. Όταν έφευγε ο στρατός ξαναγύριζαν .
Οι άνδρες στον εμφύλιο επιστρατευθήκαν βιαίως περίπου 10 άτομα.
Με το παιδομάζωμα πήραν 20 παιδιά, γύρισε μόνο μια κοπέλα. Από τους κατοίκους δύο οικογένειες υπάρχουν σήμερα στο Σκοπό, μία στην Αχλάδα και μια κάπου στη Θεσ/νίκη . Οι υπόλοιποι κάτοικοι βρίσκονται στις Ανατολικές χώρες .
Σήμερα το χωριό είναι τελείως κατεστραμμένο και τα κτήματα έμειναν για βοσκή στο Δημόσιο.
ΕΠΙΣΗΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Πληθυσμός κατά τις απογραφές
Έτος 1928 Παπαδιά (98) κάτοικοι
1940 (149).

Παπαδιά καζά Φλωρίνης, χριστιανικός οικισμός [Χάρτης Κοντογόνη].

Παππαδιά Φλωρίνης, 70 χριστιανοί κάτοικοι [Σχινάς 1886].

Παπαδιά, το 1902 είχε οκτώ οικογένειες [Πετσίβας].

Παπαδιά: «Απεσκίρτησε τω 1903, αλλά μεταγενεστέρως επανήλθεν εις την ορθοδοξίαν. Μετά το σύνταγμα όμως εκηρύχθη σχισματικόν» [Εκκλησιαστική Αλήθεια 1909].

Παπαδιά Φλωρίνης, 73 άτομα (55 άρρενες και 18 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Παπαδιά Φλωρίνης, αποτέλεσε οικισμό της κοινότητας Σέτινας [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Παπαδιά Φλωρίνης, 98 άτομα (44 άρρενες και 54 θήλεις) [Απογραφή 1920].

Παπαδιά Φλωρίνης, 135 άτομα (75 άρρενες και 60 θήλεις), εκ των οποίων πέντε ήταν πρόσφυγες πού ήρθαν μετά το 1922 (άρρενες). Ομοδημότες ήταν 111 και ετεροδημότες 24 [Απογραφή 1928].

Παππαδιά Φλωρίνης, 149 άτομα (73 άρρενες και 76 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Μεταπολεμικά ο οικισμός ερήμωσε. Το 1981, απογράφηκαν εδώ 17 άτομα.

Εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

Τετάρτη 24 Μαρτίου 2010

ΧΕΙΜΑΔΙ Χειμαδιό Βράπτσιν

O μικρός αυτός οικισμός βρίσκεται στην άκρη της Χειμαδίτιδας λίμνης. Τον συναντάμε σε οθωμανικό κατάστιχο του 15ου αιώνα. Το 1912 ήταν ένα μικρό χωριό 40 μουσουλμάνων Τούρκων. Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του χωριού, αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν το 1924 στην Τουρκία.
Το 1928 είχαν έρθει και ζούσαν εδώ 50 χριστιανοί από το Λέχοβο. Τον οικισμό αυτό, λίγα σπίτια και αρκετά κτήματα τον αγοράζουν από τους Τούρκους οι Τάτσης Αναστάσιος και Στεφανίδης (όνομα άγνωστο). Παιδιά αυτών αντίστοιχα, είναι ο Τάτσης Νικόλαος ο Τάτσης Ευάγγελος ο Στεφανίδης Πέτρος και ο Στεφανίδης Κων/νος. Υπάρχει ακόμη και ένας καινούργιος ίσως συνιδιοκτήτης ο Δήμου Πέτρος και είναι όλοι τους Λεχοβίτες.
Τα κτήματα που αγόρασαν (από τους Τούρκους) οι παραπάνω αναφερθέντες, δεν τα καλλιεργούν οι ίδιοι. Τα νοίκιαζαν στους Τούρκους κι αυτοί έμεναν στο Λέχοβο.
Ένας απ' αυτούς τους Τούρκους, ο Νεμέτσε, απείλησε να κατασχέσει τα κτήματα των Ελλήνων, γιατί τα νοίκιαζε για πάρα πολλά χρόνια.
Τότε οι Τάτσης Γεώργιος ο Τάτσης Ηλίας ο Στεφανίδης Θεόδωρος ο Στεφανίδης Δημήτριος και ο Στεφανίδης Λάμπρος (εγγόνια των παραπάνω) προσέφυγαν στη δικαιοσύνη.
Το δικαστήριο έγινε στη Φλώρινα. Εκεί μαζί με τους ιδιοκτήτες πήγαν και 40 μάρτυρες καβάλα στ’ άλογά τους. Το δικαστήριο κέρδισαν οι Έλληνες.
Από ’κει και πέρα όμως αναγκάζονται να φύγουν από το Λέχοβο και πάνε και μένουν μόνιμα στο Χειμάδι οικογενειακός όλοι τους. Μένουν στο Χειμάδι και καλλιεργούν τα κτήματα. Φυτεύουν καλαμπόκι, κριθάρι, βρίζα, σιτάρι. Βάζουν μποστάνια με καρπουζιές και πεπονιές. Στους κήπους φυτεύουν λαχανικά, φασολιά, πιπεριές, ντομάτες κ. α.

Υψόμετρο 600μΑγοράζουν βόδια και οργώνουν τα χωράφια τους. Ανανεώνουν τα παλιά σπίτια και χτίζουν και μερικά καινούργια.
Είναι περίπου 50 άτομα όλοι οι κάτοικοι. Σχολείο δεν υπάρχει. Τα παιδία των οικογενειών, τους μήνες που λειτουργούν τα σχολεία μένουν σε συγγενής τους στο Λέχοβο, για να παρακολουθούν τα μαθήματα. Επιστρέφουν στο Χειμάδι τους καλοκαιριάτικους μήνες και ζουν με την οικογένειά τους.
Μια εκκλησία υπάρχει μικρή, του Αγίου Κοσμά. Λειτουργεί μερικές φορές, εάν υπάρχει διαθέσιμος παπάς από τα γύρω χωριά.
Κατά το 1935 αρχίζουν να ψαρεύουν στα νερά της λίμνης. Υπάρχει πολύ μα πάρα πολύ ψάρι. Σε μια βραδιά οι ψαράδες πολλές φορές πιάνουν ως και 100 οκάδες ψάρια.
Στα χρόνια της κατοχής 40-41 έρχονται και οι ψαράδες της Καστοριάς και ψαρεύουν στη λίμνη του Χειμαδιού. Από πολλά χωριά της γύρω περιοχής ακόμα και από της Φλώρινας, έρχονται οι κάτοικοι για να αγοράσουν τα ψάρια, γιατί όπως ξέρουμε τα χρόνια αυτά υπάρχει έλλειψη τροφίμων (πείνα). Τα ψάρια δεν πληρώνονται με χρήματα, τα οποία κιόλας λείπουν. Γίνεται ανταλλαγή με είδος. Τα χώρια της Φλώρινας φέρνουν σιτάρι, φασόλια και παίρνουν ψάρια.
Το Μάρτιο του 1944 αναγκάζονται να φύγουν οικογενειακός από το Χειμάδι, γιατί εκεί γίνεται πόλεμος, μεταξύ των ανταρτών και κατοίκων του Βαρυκού και πηγαίνουν να μείνουν στο Λέχοβο. Μένουν εκεί ως τον Οκτώβριο.
Κάθε μέρα πηγαίνουν το πρωί στο Χειμάδι, οι άντρες περισσότερο, καλλιεργούν τα κτήματα τους και το βράδυ φοβούμενοι τους αντάρτες επιστρέφουν στο Λέχοβο.
Μετά τον Οκτώβριο γυρίζουν και πάλι οικογενειακός στο Χειμάδι.
Το 1948 αρχίζει ο εμφύλιος μεταξύ ανταρτών και στρατού. Οι κάτοικοι κινδυνεύουν από τον πόλεμο αυτό. Και γι' αυτό ο στρατός ξεσηκώνει τους κατοίκους του Χειμαδιού και τους μεταφέρει, για να είναι ασφαλείς, στο Αμύνταιο. Παίρνουν μαζί τους όλα τα υπάρχοντα και τα ζωντανά τους (πρόβατα, αγελάδες). Μένουν στο Αμύνταιο ως το 1949.
Το φθινόπωρο του 1949 επιστρέφουν στο Χειμάδι. Εκεί συνέχισαν να ζουν όπως και πριν. Εν τω μεταξύ τα παιδιά τους μεγαλώνουν, παντρεύονται και σιγά σιγά εγκαταλείπουν το χειμάδι. Πηγαίνουν στο Λέχοβο, Αμύνταιο, Γιδά, Θεσσαλονίκη, και στην Πτολεμαΐδα.
Στο Χειμάδι μένουν πια λίγες οικογένειες. Δυο από αυτές επιχειρούν να κάνουν κτηνοτροφική μονάδα (αγελάδων), αλλά δεν τα καταφέρνουν και την διαλύουν. Γύρω στο 1960 μένουν ακόμα πιο λίγες οικογένειες μόνιμα στο Χειμάδι. Καλλιεργούν τα κτήματα, αλλά μένουν στο Λέχοβο. Σήμερα καλλιεργούν, τα κτήματα των δικών τους αλλά και τα ξένα τα οποία νοικιάζουν ο Στεφανίδης Παντελής και ο Τζίκας ο Πέτρος.
Από τους κατοίκους του Χειμαδιού, πολλοί ζουν στο Λέχοβο, άλλοι στο Αμύνταιο, Καστοριά, Πτολεμαΐδα, Νάουσα, και στην Θεσσαλονίκη.
Στην Αμερική ζει ο γιος και τα εγγόνια του Στεφανίδη Ευάγγελου και η εγγονή τον Γ. Τάτση. Στην Αυστραλία ζει ο Στεφανίδης Ζήσης με τα παιδιά του και τα εγγόνια.

Βράπτσιν καζά Φλωρίνης, μουσουλμανικός οικισμός [Χάρτης Κοντογόνη].

Βράπτσιν Φλωρίνης, 29 μουσουλμάνοι [Χαλκιόπουλος 1910].

Βράπτιν (μαζί με τον οικισμό Χίντσκο) Σόροβιτς, 28 άτομα (10 άρρενες και 18 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Βρόπφιν Φλωρίνης, αποτέλεσε οικισμό της κοινότητας Στρεμπρένου [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Βρόπφιν ή Βράψιν Φλωρίνης, 47 άτομα (24 άρρενες και 23 θήλεις) [Απογραφή 1920].
Μετονομασία του οικισμού από Βράπτσιν σε Χειμάδι [ΦΕΚ 346 / 4. 10. 1926].

Βράψιν, μουσουλμανικός οικισμός, έφυγαν 7 οικογένειες μουσουλμάνων (47 άτομα) [Πελαγίδης].

Χειμάδιον Φλωρίνης, 56 άτομα (37 άρρενες και 19 θήλεις), εκ των οποίων 25 ήταν πρόσφυγες πού ήρθαν μετά το 1922 (16 άρρενες και 9 θήλεις). Ένας ήταν ομοδημότης, 30 ετεροδημότες και 25 αλλοδαποί [Απογραφή 1928].

Χειμάδιον Φλωρίνης, 15 άτομα (5 άρρενες και 10 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Στις μεταπολεμικές απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός ήταν: 1951 (έρημο), 1961 (23), 1971 (8), Στη συνέχεια ερημώνεται.

Εργασία του συνταξιούχου Δασκάλου Κοσμά Τατσίδη, εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

ΜΟΤΕΣΝΙΤΣΑ

Το χωριό αυτό ήταν κάτι μεταξύ παροικίας πολλών χιοριών, διότι οι κάτοικοί του προέρχονται από πολλά χωριά. Οι περισσότεροι ήταν Τριβουνιώτες. Υπήρχε μια οικογένεια από το Ανταρκτικό, δύο οικογένειες από το Τρίγωνο και δύο οικογένειες από τα Άλωνα. Περίπου 30 σπίτια.

Τα χωράφια ήταν αγορασμένα από τους Τούρκους με σενέτια -τίτλους. Σ' αυτά τα χωράφια χτίσανε αργότερα τα σπίτια. Τα σπίτια αυτά χτίστηκαν νωρίτερα από το 1903-o4 γιατί το 1914 όταν περνούσαν οι Γάλλοι υπήρχε το χωριό, θυμούνται ότι οι Γάλλοι τους μοίραζαν βρασμένο καλαμπόκι.
Πάνω από την Μοτέσνιτσα υπήρχε και ένας μικρός οικισμός, εκεί που είναι σήμερα το έκτο χιλιόμετρο. Εκεί υπήρχε ο ναός του Σωτήρος. Στο μέρος αυτό σφάξανε έναν παπά και γι' αυτό η τοποθεσία ονομάζεται ρέμα του παπά. Οι λίγες οικογένειες σ' αυτήν την τοποθεσία ήταν από τα Άλωνα.
Κοντά σ' αυτόν τον οικισμό και στο μέρος όπου σήμερα είναι ο ναός του Αγίου Μηνά πρέπει να υπήρχε η παλιά Μοτέσνιτσα. Το χωριό αυτό καταστράφηκε από τους Τούρκους το 1878 με την επανάσταση μετά την ήττα του τουρκικού τάγματος στην Βίγλα.
Οι πρώτοι αυτοί κάτοικοι πρέπει να εγκαταστάθηκαν στην Φλώρινα.
Στην Μοτέσνιτσα δεν λειτούργησε σχολείο πριν από το 1930. Αργότερα λειτούργησε σε άλλο μέρος από το 1937-40. Μετά έγινε το σχολείο που διατηρείται μέχρι σήμερα σαν κτίριο. Το σχολείο ήταν πάντα μονοθέσιο.
Οι λίγοι κάτοικοι που απόμειναν συγχωνεύτηκαν με τους κατοίκους του Τριβούνου και της Κορυφής στο συνοικισμό Σ. Ιωαννίδη. Πολλοί βρίσκονται στο εξωτερικό.

ΕΠΙΣΗΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
O Συν. Μοτέσνιτσα μετονομάσθηκε εις «Σίμος Ιωαννίδης»
ΒΔ 17-1-1957 ΦΕΚ Α 11/1957
Έτος 1951 Μοτέσνιτσα 73 κάτοικοι.
ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ: Μάγγος Η., Μίσιος Β., Σωτηρίου Γ..

Τρίτη 23 Μαρτίου 2010

Καλογερίτσα Καλουγκέριτσα Kalugerica.

Η παλιά Καλογερίτσα πρέπει να ήταν στην τοποθεσία που είναι η εκκλησία της Παναγίτσας. Δίπλα είναι και το νεκροταφείο με κόκκαλα μεγάλα, γιατί όλοι πίστευαν ότι οι παλιοί πρόγονοι ήταν πανύψηλοι και λέγανε <Θεέ μου να μην πέσω, γιατί πως θα σηκωθώ>. Το πότε καταστράφηκε αυτό το χωριό δεν είναι γνωστό. Σύμφωνα με την παράδοση, γινόταν γάμοι την ημέρα του Άγιου Γεωργίου και του Αγίου Δημητρίου. Μετά την στέψη αποσύρονταν λίγο πιο πάνω και χόρευαν. Κάποια χρόνια, πολύ πριν από το 1850μετά τους γάμους όρμησαν οι τούρκοι και άρπαξαν τις νύφες, τις οποίες και κακοποιούσαν-ατίμαζαν. Τότε αντιδράσανε οι άντρες και πρέπει να έγινε στην περιοχή συμπλοκή.
Αυτό το γεγονός πρέπει να έγινε αιτία να καταστραφεί, ο πρώτος αυτός οικισμός της Καλογερίτσας με κάψιμο. Το γεγονός αυτό συνέβη μεταξύ 1790-1810.
Η καταστροφή πρέπει να ήταν ολοσχερής γιατί λένε ότι οι τούρκοι τους σκότωσαν όλους, δεν έμεινε μισός άνθρωπος. Υπάρχει και μια άλλη παράδοση σύμφωνα με την οποία τα καλοκαίρια οι νέοι της Καλογερίτσας πήγαιναν σ' ένα ύψωμα και διαγωνίζονταν στο ρίξιμο της πέτρας. Από πάνω κατέβηκε μια ομάδα τούρκων και όταν είδε τους νέους του χωριού να αγωνίζονται, πήραν μέρος σ' αυτόν τον αγώνα. Ένας τούρκος όμως κοίταξε πονηρά μια κοπέλα, μπόρεσε μάλιστα να την αρπάξει, πήγε παρά πέρα και άρχισε να την φιλάει. Τότε έτρεξαν οι νέοι για να πάρουν την κοπέλα. Ο Τούρκος όμως, την πήγε σ' ένα βράχο και την ατίμασε. H κοπέλα έβγαλε μαχαίρι και σκότωσε τον τούρκο. Οι τούρκοι τότε φοβήθηκαν και πήγαν στη Φλώρινα και ανέφεραν το περιστατικό. Μετά από αυτό ήρθαν οι τούρκοι και κατέστρεψαν τελείως το χωριό.
Η μόνη που γλίτωσε ήταν μια κοπέλα, την οποία υιοθέτησε μια οικογένεια στη Θεσσαλία.
Αυτό το γεγονός πρέπει να έγινε το 1830.

ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ:  Μάγγου Η., Μίσιου Β., Σωτηρίου Γ..
Εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

Το χωριό Калугјерица ήταν στα τέλη του 15ου αιώνα χάσι του Мустафа Беј (γιου του Тургут Беј) Ζαΐμη της Φλώρινας, με 23 οικογένειες

Καλογερίτσα Φλωρίνης, 114 άτομα (48 άρρενες και 66 θήλεις) [Απογραφή 1920].

Στις μεταπολεμικές απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός ήταν: 1951 (185), 1961 (131), 1971 (41), 1981 (63), 1991 (15), 2001 (5).

Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010

ΚΟΡΥΦΗ Τούριε ή Τούρια Φλώρινας

Υψόμετρο 1.350μ
Αφήγηση: Πέιος Σωτήριος
Δεν γνωρίζουμε πότε χτίστηκε η Κορυφή. Εκείνο που γνωρίζουνε είναι ότι αρχικά το χωριό δεν ήταν στην σημερινή τοποθεσία
Ήταν πιο πάνω, περίπου 2 χιλ. Αποφύγανε την τοποθεσία αυτή, επειδή φυσούσε πάρα πολύ. Έτσι χτίστηκε το κάτω χωριό της Κορυφής. Αλλά και γι' αυτό το χωριό δεν γνωρίζουν πότε ακριβώς χτίστηκε. Πρέπει όμως να χτίστηκε πριν το 1800.
Οι πρώτοι κάτοικοι πρέπει να ήρθαν από τα Μακροχώρι Καστοριάς και από άλλα χωριά της περιοχής. Τα χωριό τελευταία είχε 80 σπίτια. Τα σπίτια αυτά ήταν πολύ απλά. Ήταν φτιαγμένα με πέτρες, πλιθιά και στέγες από άχυρα. Δεν υπήρχαν σπίτια που να έχουν πέτρινες πλάκες για σκεπή.
O πληθυσμός περίπου είχε τις εξής διακυμάνσεις, το 1940 είχε περίπου 450 κατοίκους, το 1960-70 80 κατοίκους καιν το 1980 200 άτομα. Το χωριό εγκαταλείφθηκε, επειδή ο πληθυσμός που απόμεινε μεταφέρθηκε στον νέο οικισμό τον Σ. Ιωαννίδη, έξω από την Φλώρινα.
Πολύς κόσμος του χωριού ξενιτεύτηκε κυρίως μετά τον εμφύλιο, στην Αυστραλία και στον Καναδά. Στο χωριό λειτούργησε ελληνικό σχολείο πριν το 1912. Μετά όμως από την απελευθέρωση, λειτούργησε κανονικά μονοθέσιο δημοτικό και νηπιαγωγείο. Τα σχολείο ήταν μια τεράστια αίθουσα και εκεί μέσα έκαμναν όλες οι τάξεις μάθημα. Αυτό το σχολείο κάηκε την εποχή του εμφύλιου. Ήταν καταυλισμός τον ανταρτών και κάηκε, επειδή άφησαν αναμμένη σόμπα. Δεν έγινε σκόπιμα, γιατί κάηκαν και τα εφόδια τους και επί πλέον τους ήταν απαραίτητο. Μετά το 1950 χτίστηκε το σημερινό σχολείο το οποίο υπάρχει και σήμερα.
Κεντρική εκκλησία ήταν του Αγίου Νικολάου. Είναι παλιά. Υπάρχουν εικόνες του 1850. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς χτίστηκε. Ξεχώριζε ο γυναικωνίτης σαν το πιο ωραίο μέρος της εκκλησίας. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Υπήρχε μεγάλη έκταση για καλλιέργεια και επειδή δεν υπήρχαν λιπάσματα, καλλιεργούσαν τα χωράφια με αγρανάπαυση.
Κύρια προϊόντα που παράγονταν ήταν η σίκαλη και οι πατάτες.
Δεν είχαν πολλά ζώα. Τα πρόβατα όλου του χωριού ήταν περίπου 2000. Τα λίγα αυτά γιδοπρόβατα τα πήγαιναν μέχρι την Χαλκιδική και συγκεκριμένα στην Κασσάνδρα και στην Συκιά.

Τούρια καζά Καστορίας, χριστιανικός οικισμός [Χάρτης Κοντογόνη].

Τούρια Καστορίας: «Έχει 300 χριστιανούς, εκκλησίαν, κρήνας, χάνιον» [Σχινάς 1886].

Turija, λειτουργία πατριαρχικού σχολείου και εκκλησίας [Χάρτης Κοντογιάννη].

Τούρια Πρεσπών, 476 άτομα (236 άρρενες και 240 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Τούρια Φλωρίνης, αποτέλεσε ομώνυμη κοινότητα [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Τούρια Φλωρίνης, 367 άτομα (130 άρρενες και 237 θήλεις), 83 οικογένειες [Απογραφή 1920].

Μετονομασία του οικισμού από Τούρια σε Κορυφή [ΦΕΚ 179 / 30. 8. 1927].

Κορυφή (Τούρια) Φλωρίνης, 411 άτομα (172 άρρενες και 239 θήλεις). Δεν υπήρχε κανένας πρόσφυγας του '22. Ομοδημότες ήταν 406 και ετεροδημότες 5. Απογράφηκαν αλλού 16 δημότες [Απογραφή 1928].

Κορυφή Φλωρίνης, 443 άτομα (211 άρρενες και 232 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Στις μεταπολεμικές απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός της κοινότητας ήταν: 1951 198), 1961 (219), 1971 (115), 1981 (112), 1991 (έρημο), 2001 (5).

Εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

Τρίβουνο (Τίρσιε Τύρσια) Φλώρινας

Ένα από τα μεγαλύτερα χωριά, που δεν κατοικείται σήμερα, είναι το Τρίβουν. Ήταν σχετικά κοντά στη Φλώρινα και γι' αυτό η ζωή του συνδέεται με την πόλη.
Σήμερα στην Δυτική πλευρά της Φλώρινας, υπάρχουν πολλές οικογένειες που προέρχονται από αυτό το χωριό, αλλά και οι κάτοικοι των οικισμών Καλογερίτσας, Μοτέσνιτσας και Γουμένισσας Φλώρινας, ήταν οι περισσότεροι Τριβουνιώτες.
Σύμφωνα με την αφήγηση του κ. Μίσιου, το Τρίβουνο υπήρχε από τα Ρωμαϊκά χρόνια. Ο Ιούλιος Καίσαρας ερχόμενος από την Αλβανία, δεν πέρασε από τον κάμπο της Φλώρινας, αλλά πέρασε μέσω Κορεστίων από το Τρίβουνο(Τύρσια), στον κάμπο της Βεύης.
Το πρώτο χωριό πρέπει να χτίστηκε το 660-670 μ.Χ, και λεγόταν Στάρο- Τύρσια. Η πρώτη ονομασία ήταν Ταρσός. Τρεις φορές το χωριό αυτό καταστράφηκε. Πάντως το νεώτερο χωριά χτίστηκε σε ευρήματα παλιάς χριστιανικής εκκλησίας.
Οι σημερινοί κάτοικοι, πρέπει να προέρχονται από τη Θεσσαλία. Εγκαταστάθηκαν αρχικά 7άτομα, τσοπάνηδες, καραγκούνηδες στη καταγωγή. Αυτό πρέπει να έγινε πριν ακόμα και από την εποχή του Αλί Πασά. Αυτοί σιγά σιγά έφεραν της οικογένειες τους και έτσι άρχισε να δημιουργείτε το χωριό.
Για το ότι οι κάτοικοι ήταν από άλλες περιοχές, εξηγείται από το γεγονός ότι δεν είχαν σχέσεις με τα γύρω χώρια. Δεν έκαμναν γάμους, ούτε είχαν κοινωνικές σχέσεις στην αρχή, γιατί τους θεωρούσαν ξένους.
Αρχικά χτίσανε το χωριό σε άλλη τοποθεσία, στο Στάρο Τύρσια. Επειδή όμως δεν το βρήκαν κατάλληλο, μεταφέρθηκαν στη σημερινή τοποθεσία και άφησαν το παλιό χωριό για χωράφια. Το καινούργιο χωριό το έχτισαν στους πρόποδες του όρους Λούντσα.'Έτσι άρχισε να δημιουργείται το χωριό. H ιστορία του συνδέεται και με την ελληνική επανάσταση του 1821, γιατί πήγαν νότια και φέρανε όπλα. Δεν πρέπει όμως να τα χρησιμοποίησαν, γιατί το έμαθαν οι τούρκοι και ήλθαν και τα μάζευαν, χωρίς να τιμωρήσουν τους κάτοικους. Διοικητής των τούρκων στην περιοχή πρέπει να ήταν ο Ισρδής Αγάς.
.Σημαντικό πρόσωπο του χωριού, γύρω στο 1840, υπήρξε ένας κάτοικος, ο οποίος πήγε στο Άγιο όρος και έγινε μοναχός. Δεν γνωρίζουνε ούτε πως λεγόταν στο λαϊκό του όνομα, ούτε στο επίθετο. Αυτός ο άνθρωπος μόνασε στην μονή της Αγίας Λαύρας, έμαθε γράμματα και μορφώθηκε παρά πολύ. Μάλιστα μόνασε στο ρωσικό και στο σερβικό μοναστήρι.
Πρέπει να ήξερε και Ρωσικά.
Επέστρεψε στο Τρίβουνο και άρχισε να κτίζει το ναό του Αγίου Νικολάου. Χρήματα έφερε από το Όρος και συγκεκριμένα από τη μονή της Αγίας Λαύρας. O αρχιμάστορας ήταν από τη Μπελκαμένη (Δροσοπηγή) και ιστορείται ως Μπελκαμενιώτης. Υπάρχει πλάκα με χρονολογία 1864-15-7 και αρχιμάστορας Κων/νος Μπελκαμενιώτης. Συνέβαλε και ο κόσμος με προσωπική εργασία για το χτίσιμο της εκκλησίας.

Το δεξιό μέρος του εικονοστασίου έγινε με δαπάνες της οικογένεια Μάγγου-Παπαγιάννη, είναι το μέρος με την εικόνα των αρχαγγέλων Μιχαήλ-Γαβριήλ.
Η εκκλησία αυτή είναι πολύ ωραία, καλύτερη από του Πισοδερίου και όμοια με του Νυμφαίου. Το τέμπλο είναι σκαλιστό. Υπήρχαν και τοιχογραφίες οι οποίες καταστράφηκαν. Είναι σκεπασμένες με χρώμα και από κάτω φαίνεται ότι υπάρχουν αγιογραφίες. Υπάρχουν και εικόνες πολύ ωραίες, που όπως λένε οι κάτοικοι μιλάνε και χρονολογίες πάνω σ' αυτές πριν από το 1800.
Μια από τις εικόνες της εκκλησίας, παριστάνει το βόδια στο ζυγό μαζί με την αρκούδα και πίσω ο Όσιος Ναούμ να τα οδηγεί. Παριστάνει ένα από τα θαύματα του Οσίου, που δάμασε την αρκούδα και την έβαλε στο ζυγό. Αυτή η εικόνα δείχνει και την στενή σχέση που είχε το χωριό με τον Όσιο Ναούμ της Αχρίδας.
O πατήρ Γεράσιμος έμεινε και πέθανε στο χωριό, είναι Θαμμένες σήμερα μέσα στο ιερό, δίπλα στην προσκομιδή.
Πολύ ωραίο ήταν και το καμπαναριό. Ήταν ψηλό, ίσως 15 μέτρα. Χαρακτηριστικό στόλισμα του καμπαναριού ήταν δυο προσωπογραφίες σκαλιστές. Δεν ήταν ιστορικά πρόσωπα, απλώς ήταν δυο εντοιχισμένα πρόσωπα. Καταστράφηκαν την εποχή που ήταν νομάρχης ο Τσακτσίρας.
Τον θαυμασμό του για την εκκλησία, εξέφρασε και ο Μητροπολίτης Αυγουστίνος Καντιώτης. Τόσο πολύ εντυπωσιάσθηκε, που είπε:
-Αν υπάρχει τρόπος, να την κατεβάσω στη Φλώρινα.
O πατήρ Γεράσιμος ήταν και ο πρώτος δάσκαλος τον χωριού. Ήξερε ελληνικά και κυριλλικά γράμματα. Λειτουργούσε το σχολείο υπό μορφή κρυφού σχολειού. Ενώ γνώριζε κυριλλικά γράμματα δεν τα δίδασκε και όποιος ήθελε να τα μάθει τον έδιωχνε. Δίδασκε μόνο ελληνικά. Έβγαλε και έναν δάσκαλο ο οποίος έφυγε στη Βουλγαρία.
Είχε δικαίωνα να κάνει και παπάδες. Έτσι χειροτόνησε τον Στόγιο-Παπαλάσγο τον Παπαμάγγο Ιωάννη του Παπακωνσταντίνου.
O π. Γεράσιμος είχε μαθητή και τον μακεδονομάχο Γκέλε Βαγγέλη, οποίος φαίνεται ότι ήταν πολύ ζωηρός και γι' αυτό ο δάσκαλος είχε πε: "Aυτό το παιδί δεν θα γίνει άνθρωπος".
Εκτός από το κρυφό σχολειό του πατήρ Γεράσιμου και των διαδόχων του, κανονικό σχολείο χτίστηκε το 1912 με προσωπική εργασία. Τα χρήματα για το χτίσιμο δόθηκαν από την εκκλησία, περίπου 1200 λίρες. Ήταν πολύ ωραίο, σαν τη Μοδέστειο σχολή του Πισοδερίου, αλλά πιο ευρύχωρο. Το σχολείο αυτό γκρεμίσθηκε. Τα μαθήματα, μέχρι το 1912, γίνονταν πάντα στα ελληνικά όπως και η ψαλμωδία.
Σήμερα υπάρχει στην εκκλησία ένα βιβλίο, ευχολόγιο του 1800 με βυζαντινά γράμματα. Υπήρχαν και άλλα βιβλία, πιθανόν του πατήρ Γεράσιμου τα οποία χάθηκαν.
Υπήρχε και θεία λειτουργία, που αναφερόταν στον Όσιο Ναούμ. Και το βιβλίο αυτό χάθηκε. Οι κάτοικοι είχαν ξεχωριστό δεσμό με τη Μονή του Οσίου Ναούμ και πήγαιναν όταν πανηγύριζε στην Αχρίδα.
Δάσκαλοι οι οποίοι υπηρέτησαν προπολεμικά ήταν ο Σερταρίδης, κάποιος Ιορδάνης, ο Οικονομίδης ο οποίος πήγε στην Αλβανία το 1940 ως εφ. Αξιωματικός και ο Κωνσταντίνου από το Ανταρτικό. Ξανάνοιξε το σχολείο το 1951 από τον Λάζαρο Μέλλιο, επόμενος ο Σιδηρόπουλος Θεόδωρος, Κοκκινίδης Θεόδωρος.
Παρ όλο ότι το χωριό ήταν μεγάλο και ήταν κοντά στη Φλώρινα, δεν υπάρχουν μορφωμένοι άνθρωποι από το χωριό.
Η ιστορία του χωριού συνδέεται με τον μακεδονικό αγώνα. Επίσημα μακεδονομάχοι από το Τρίβουνo υπήρξαν ο Μάγγος-Παπαγιάννης, ο Παπαστογιάλος, ο Μισοσίου.
O Μάγγος-Παπαγιάννης κυνηγήθηκε από τους Βουλγαρίζοντες και για να γλιτώσει κατέφυγε στο Μελά, αφού έκρυψε πολλά χρυσά. Μετά από δυο εβδομάδες επέστρεψε στο χωριό πήρε τα λεφτά και κατέφυγε στη Φλώρινα, όπου άνοιξε εμπορικό.Τον Παπαστογιάλο και τον Μισοσίου τους σκότωσαν οι βουλγαρίζοντες έξω από το χωριό στις 16-12-1904. Στο χωριό ήταν εγκαταστημένος και ένας μακεδονομάχος ως αγροφύλακας Μοναστηριώτης στην καταγωγή, ο Μπαρούτας. Ξεχωριστή μορφή μακεδονομάχου, ήταν όπως είπαμε ο Γκέλες. Η δράση του και η ιστορία του ήταν παρόμοια με του καπετάν Κώτα. Αρχικά έδρασε ως πολεμιστής κατά των τούρκων. Ήταν πάντα αντίθετος με τους Βουλγαρίζοντες. Αργότερα, ο Μητροπολίτης Καστοριάς, Καραβαγγέλης συναντήθηκε μαζί τον και μπόρεσε να τον φέρει στο ελληνικό κομιτάτο. Γι' αυτή του την στάση τον κυνήγησαν οι Βουλγαρίζοντες και τον σκότωσαν έξω από την Καλογερίτσα προς τα Άλωνα. Το όνομα και η δράση του αναφέρονται από τον Καραβαγγέλη Καστοριάς στα απομνημονεύματα του (σελ. 36,37,38,39) του Βακολόπουλου (σελ. 435,437,438) και στην ιστορία του ελληνικού έθνους (σελ. 236).
Οι συγχωριανοί του όμως διηγούνται δυο ξεχωριστά περιστατικά. Μια φορά τον κύκλωσαν μαζί με τους οπαδούς του οι Τούρκοι σ’ ένα σπίτι προς τη γειτονία των Μάγγηδων, για να τους σκοτώσουν. Επειδή όμως δεν υπήρχε τρόπος να γλιτώσουν, μια γυναίκα των Μάγγηδων αμόλησε το κοπάδι με τα πρόβατα από το μαντρί, για να εμποδίσει του τούρκους. Τότε ο Γκέλες και οι σύντροφοί του μπόρεσαν να φύγουν, ο ίδιος τραυματίστηκε ελαφρά.
Μια άλλη φορά οι Τούρκοι τον είχαν επικηρύξει, επειδή δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν. Τότε ο Γκέλες επινόησε το εξής τέχνασμα. Πήρε μια στολή τούρκου λοχαγού, περιποιήθηκε, ανέβηκε στο άλογο του και κατέβηκε στη Φλώρινα στον Αγά,(στο κτίριο όπου ήταν η παλιά νομαρχία δίπλα στα δικαστήρια). Πρέπει να επισημάνουμε ότι γνώριζε καλά την τουρκική γλώσσα.Πάει στην είσοδο, παρουσιάζεται στον σκοπό και του λέει ότι τον κάλεσε ο Αγάς. Άρχισαν να συνομιλούν και του συστήνεται ως λοχαγός <τάδε>, του ανέφερε μάλιστα και περιστατικά τον τουρκικού στρατού. Εν τω μεταξύ είχε σερβιριστεί και ο καφές. Αφού ήπιε τον καφέ, σε κάποια φάση της επίσκεψης ο Γκέλες του άφησε ένα σημείωμα για ταυτότητά του. Αφού έφυγε ο υπηρέτης πήρε τα φλιτζάνια και βλέπει το σημείωμα και το αναφέρει στον αγά. Από τότε ο Αγάς έδωσε εντολή στα αποσπάσματα του να μην κυνηγούν τον Γκέλε, λέγοντας ότι τέτοια παλικάριά πρέπει να ζήσουν.
Το κανονικό επίθετο του Γκέλε ήταν Πλιάσκος, συγγενείς του πρέπει να είναι η οικογένεια Παλιάρη που ζει στην Φλώρινα.
Παλιότερα και από τον π. Γεράσιμο, παπάς πρέπει να ήταν ο πατέρας τον Παπακωνσταντίνου. Αυτός είχε κάποιο χάρισμα να κάνει προβλέψεις. Αυτή την ικανότητα την αντλούσε από κάποιο ιερό βιβλίο.Στο χωριό πρωτοεμφανίστηκε φωτογράφος λίγο πριν από το 1920. Ήταν ο πατέρας του Γ. Σωτήριου, ο οποίος λεγόταν Ούτος Σωτήριος. Αυτός έκανε τον πλανόδιο φωτογράφο και όσες φωτογραφίες υπάρχουν στην περιοχή εκείνων των χρόνων, είναι του Σ. Ούτου.
Οι Τριβουνιώτες, όπως και πολλά άλλα χωριά της περιοχής, έχουν αγορασμένο το δάσος από τους Τούρκους.
Η αγορά πρέπει να έγινε το 1836 από τον Αγά της Φλώρινας. Η έκταση που αγοράσθηκε είναι 16.000 στρέμματα. Τα χρήματα για την αγορά τα δανείστηκαν από την εκκλησία και για να ξεπληρώσουν το χρέος ενοικίαζαν το δάσος για πολλά χρόνια.
Στην μικρασιατική εκστρατεία πήραν μέρος πάρα πολλοί Τριβουνιώτες. Ένας μαχητής μάλιστα από την οικογένεια του Μάγγου είχε το βαθμό του επιλοχία.
Οι γερμανοί ήρθαν στο χωριό και πήρανε πρόβατα και βόδια. Στον εμφύλιο το χωριό ήταν ανταρτοκρατούμενο. Επιστρατεύτηκαν οι άντρες από τους αντάρτες και πολλά παιδιά πήγαν στο παιδομάζωμα.
Οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. H γεωργία ήταν περιορισμένη επειδή δεν υπήρχαν πολλά χωράφια. H κτηνοτροφία όμως ήταν μεγάλη, κάθε σπίτι είχε μεγάλα κοπάδια αιγοπροβάτων μέχρι και 700 ζώα. Τα ζώα αυτά μετακινούνταν και πήγαιναν κάτω από τον Άγρα μέχρι και την Χαλκιδική για να ξεχειμωνιάσουν.
Ξεχωριστό κτηνοτροφικό προϊών ήταν το μπάτσιο το οποίο άρχισε τώρα τελευταία να υπάρχει και στο εμπόριο. Είναι τυρί διαφορετικό από τη φέτα. Για να κάνουν αυτό το τυρί μαζεύονταν πολλά κοπάδια για να έχουν πολύ γάλα.
Πολλοί από τους κατοίκους ήταν οικοδόμοι, οι οποίοι δούλευαν ομαδικά σε πολλά μέρη της Ελλάδας αλλά έφταναν και μέχρι την Αλβανία.
Πολλοί από τούς κατοίκους ασχολούνταν και με την υλοτομία. Έκοβαν ξύλα με χειροκορδέλες. Πήγαιναν μέχρι το Άγιο Όρος.
Υπήρχαν ραφτάδες οι οποίοι έκαναν τα ρούχα στα σπίτια με μεροκάματο. Έκαμναν και κεντήματα οι ίδιοι οι ράφτες. Υπήρχε και φωτογράφος από το 1920.
Τα σπίτια ήταν μέχρι και τριώροφα και ο πρώτος όροφος ήταν συνήθως στάβλος. Υπήρχαν και αρχοντόσπιτα τα οποία έγιναν από χρήματα που έστελναν από την Αμερική. Στα σπίτια ζούσαν πολλά άτομα μέχρι και 35.


Ο Μακεδονομάχος Μάγγος Ιωάννης ή παπα-Μάγγος ή Παπαγιάννης με τη γυναίκα του τη θετή του κόρη και τα τρία παιδιά της.






ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ : Μάγγος Η., Μίσιος Β. και Σωτηρίου Γ..Τίρσια Καστορίας: «έχει 900 χριστιανούς, εκκλησίαν, σχολείον Βουλγάρων» [Σχινάς 1886].

Trsje, λειτουργία πατριαρχικού σχολείου και εκκλησίας [Χάρτης Κοντογιάννη]. Τύρσια, το 1902 είχε 140 πατριαρχικές και 20 εξαρχικές οικογένειες [Πετσίβας].

Τύρσια, εξαρχικό χωριό προ του οθωμανικού Συντάγματος του 1908 και εξαρχικό μετά [Προξενείο Μοναστηρίου 1908].

Τύρσια: «Εξαρχικό από το 1900» [Εκκλησιαστική Αλήθεια 1909].

Τύρσια Φλωρίνης, 754 ορθόδοξοι Έλληνες τρομοκρατούμενοι από το 1904 [Χαλκιόπουλος 1910].

Τύρσια Φλωρίνης, 902 άτομα (430 άρρενες και 472 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Τύρσια Φλωρίνης, αποτέλεσε ομώνυμη κοινότητα [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Τύρσια Φλωρίνης, 577 άτομα (230 άρρενες και 347 θήλεις) [Απογραφή 1920].

Μετονομασία του οικισμού από Τύρσια σε Τρίβουνον [ΦΕΚ 179 / 30. 8. 1927].

Τρίβουνον (Τύρσια) Φλωρίνης, 611 άτομα (271 άρρενες και 340 θήλεις). Δεν υπήρχε κανένας πρόσφυγας του '22, Ομοδημότες ήταν 606 και ετεροδημότες 5. Απογράφηκαν αλλού 63 δημότες [Απογραφή 1928].

Τρίβουνον Φλωρίνης, 629 άτομα (312 άρρενες και 317 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Στις μεταπολεμικές απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός της κοινότητας ήταν: 1951(99) 1961 (98), 1971 (66), 1981 (117), 1991 (2), 2001 (5).

Εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010

ΠΕΡΙΚΟΠΗ Πρεκόπανα / Prekopana.

Ένα από τα χωριά, αετοφωλιές του Βιτσίου υπήρξε και η Περικοπή, σε υψ. 1462 μ.. Πρόσβαση για την άνοδο στο χωριό, θα βρει κανείς, από τη Φλώρινα μέσω Δροσοπηγής, με δασικό δρόμο και από τα Ασπρόγεια, με μονοπάτι ζώων. Για το πότε έχει χτιστεί το χωριό δεν είναι γνωστό, πάντως είναι γεγονός ότι χτίστηκε την εποχή της τουρκοκρατίας. Πόσους κατοίκους είχε αρχικά δεν το γνωρίζουμε.
Το 1902 όμως, υπήρχαν 200 σπίτια, οπότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι είχε περίπου 1200 κατοίκους. Επίσημα όμως το 1920 είχε 436 κατ. ,το 1928 είχε 423 κατ. ,το 1940 είχε 545 κατ. Και το 1951 είχε μηδέν κατοίκους.
Είναι γηγενείς Μακεδόνες, με χαρακτηριστικό ψηλοί, γεροδεμένοι.
Τα σπίτια ήταν μονώροφα, διώροφα, τριώροφα, μεγάλα σε όγκο, χτισμένα με πέτρα, ξύλο, λάσπη και σκεπές λαμαρινένιες ή με πλάκες πέτρινες. Τα περισσότερα είχαν υπόγεια για φύλαξη τροφίμων. Σε κάθε μεγάλο σπίτι ζούσαν πολλά άτομα.
Κεντρική εκκλησία του χωριού υπήρξε ο Άγιος Νικόλαος, η οποία διατηρείται μέχρι σήμερα, πρέπει να χτίστηκε το 1800. Πανηγυρίζει όμως το Δεκαπενταύγουστο. Λίγο πιο έξω από το χωριό, υπάρχει η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, η οποία είναι και αυτή παλιά.
Το χωριό είχε μεγάλο σχολείο, σήμερα θα λέγαμε ότι θα ήταν εξαθέσιο. Δάσκαλος ο οποίος καταγόταν από την Περικοπή και υπηρέτησε στο χωριό υπήρξε ο Βρίτσιος Τρύφων ο οποίος έχει γιό στρατιωτικό γιατρό, τον Αριστοτέλη απόστρατο ταξίαρχο και ομότιμο καθηγητή του πανεπιστημίου θεσ/νίκης της ογκολογίας .
Το σχολείο καταστράφηκε, όπως και όλο το χωριό από την ελληνικό στρατό το 1947, γιατί ήταν κέντρο - στρατηγείο των ανταρτών. Ξαναλειτούργησε τη δεκαετία του 1950,όταν επέστρεψε μέρος των κατοίκων. Το σχολείο υποβιβάστηκε σε μονοθέσιο και το 1962 είχε 17 μαθ., το 1963 είχε 14 μαθ. και το 1968 έκλεισε οριστικά. Τελευταίοι δάσκαλοι ήταν ο Παρασχάκης Γεώργιος, ο Μπούτσης Γεώργιος ο Παπαποστόλου και ο Τοπάλης Δημήτριος.
Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία." Έτρεφαν μικρόσωμες αγελάδες και με το γάλα έφτιαχναν τυρί και το τυρί μπάτσιο. Ασχολούνταν με την υλοτομία και έφτιαχναν ξυλοκάρβουνο. Στο χωριό υπήρχαν 3 παντοπωλεία καφενείο, αποστακτήριο και 2 νερόμυλοι. Καλλιεργούσαν τα λιγοστά χωράφια, που έδιναν πατάτες, φασόλια, βρίζα , λαχανικά. Τα κοπάδια το χειμώνα μετακινούνταν προς το Μελισσοτόπι και Βασιλειάδα της Καστοριάς, για να ξεχειμωνιάσουν. Πολλοί κάτοικοι μετανάστευαν στη Ρουμανία την Κων/πολη, Αμερική και είχαν επαφή με το χωριό.
Τα σπίτια είχαν αργαλειούς και οι γυναίκες ύφαιναν κιλίμια, φλοκάτες τσέργες και ρούχα για άντρες. H γυναικεία φορεσιά μοιάζει με τη φορεσιά του Λεχόβου.

Ιστορικά.
Ξεκινώντας από το 1878 και κάτι πολύ σημαντικό για την περιοχή είναι ότι, ο Ναούμης που έκλεψε τον Καϊμακάμη της Φλώρινας, καταγόταν από την Περικοπή. Στην επανάσταση του 1878 οι Έλληνες αντάρτες αιχμαλώτισαν ολόκληρο τούρκικο λόχο στρατού έξω από την Περικοπή, κοντά στη συμβολή των δρόμων Δροσοπηγή — Περικοπή και Περικοπή — Νυμφαίο. Ήταν τότε έδρα των ανταρτών το 1878.

Στο Μακεδονικό αγώνα, οι κάτοικοι είναι χωρισμένοι σε πατριαρχικούς και εξαρχικούς. Συμμετείχαν στην επανάσταση του Ίλιντεν και για αυτό οι Τούρκοι καίνε την Περικοπή στις 14 Αυγούστου 1903 (εκτός δέκα σπιτιών). Το διάστημα αυτό Βουλγαρίζοντες σκοτώνουν τον παπα-Χρήστο Μπρίτσιο πατέρα του Τρύφων Βρίτσιου και τον ανιψιό του. Το σώμα του Παύλου Μελά μπήκε στο χωριό στις 17 Σεπτεμβρίου 1904. Ο Παύλος Μελάς σε αντίποινα, στις 17/ 10/1904, διατάζει να εκτελέσουν τον παπα-Νικόλα και τον δάσκαλο Κώστα, οι οποίοι Θεωρούνται υπεύθυνοι, για το φόνο τον παπα-Χρήστου και του ανιψιού του.
Το 1905 εγκαθίσταται στην Περικοπή ο Μακεδονομάχος Μακρής και συγκρούεται με 70 κομιτατζήδες . Ακόμα συγκρούεται και με το Μήτρο Βλάχο, τον οποίο δεν μπόρεσαν να νικήσουν. Το 1906 ο Παύλος Γύπαρης με τον Πάλιο και Φούφα συγκρούεται με το εξαρχικό σώμα της Περικοπής. Το 1906 ο Λάκης Πύρζας, υποχρεώνει τους κατοίκους, να δηλώσουν ότι είναι Ορθόδοξοι Πατριαρχικοί όταν πέρασαν με τον Π. Μελά.
Το σώμα του Βάρδα—Τσόντου συγκρούεται στην Περικοπή με τον Μήτρο Βλάχο.
Κατά τη γερμανική κατοχή στην περιοχή έδρασε ο Βούλγαρος Κάλτσεφ, ο οποίος παρέσυρε πολλούς κατοίκους στη βουλγαρική οργάνωση.
Τη διάρκεια τον εμφυλίου πολέμου, το χωριό ήταν κέντρο των ανταρτών και έγιναν πολλές συγκρούσεις μεταξύ στρατού και ανταρτών. Αυτό είχε σαν συνέπεια, οι κάτοικοι να υποστούν πάρα πολλά δεινά και να αποδεκατιστούν. Ήταν κέντρο των καπετάνιων των ανταρτών, Αμύντα, Βαϊνά Τσαβέλα και Γαλάνη. Τον Αύγουστο του 1947,το χωριό καίγεται , από την ελληνικό στρατό για να μην είναι κέντρο των ανταρτών.
Μετά από αυτή την ενέργεια, οι κάτοικοι διασκορπίστηκαν στο Αμύνταιο, Φλώρινα, Καστοριά, Ασπρόγεια.
Το 1950, δόθηκαν από το κράτος 9.000 δρχ. κατά οικογένεια για να επιδιορθωθούν τα σπίτια, αλλά παρ' όλα αυτά δεν ξαναχτίστηκε.
1920 436 , 1928 428, 1940 545

Πρεκοπάνα Καστορίας: «οικούμενον υπό 80 οικογενειών χριστιανικών, έχει εκκλησίαν, σχολείον, δύο χάνια και κρήνας» [Σχινάς 1886].

Prekopana, λειτουργία πατριαρχικού σχολείου και εκκλησίας [Χάρτης Κοντογιάννη].

Πρεκοπάνα, το 1902 είχε 70 πατριαρχικές και 130 εξαρχικές οικογένειες [Πετσίβας].

Πρεκοπάνα: «από του έτους 1905, μετά την δολοφονίαν του έλληνος ιερέως υπό των Βουλγάρων, εκηρύχθη σχισματικόν» [Εκκλησιαστική Αλήθεια 1909].

Πρεκοπάνα Φλωρίνης, 880 ορθόδοξοι Έλληνες υπό τη βουλγαρική τρομοκρατία προσχώρησαν στη εξαρχία) από το 1904 [Χαλκιόπουλος 1910].

Πρεκοπάνα Σόροβιτς, 542 άτομα (282 άρρενες και 260 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Πρεκοπάνα ή Περεκοπάνα Φλωρίνης, αποτέλεσε ομώνυμη κοινότητα [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Πρεκοπάνα Φλωρίνης, 436 άτομα (193 άρρενες και 243 θήλεις), 106 οικογένειες [Απογραφή 1920].

Μετονομασία του οικισμού από Πρεκοπάνα σε Περικοπή [ΦΕΚ 156 / 8. 8. 1928].

Περικοπή (Πρεκοπάνα) Φλωρίνης, 423 άτομα (182 άρρενες και 241 θήλεις). Δεν υπήρχε κανένας πρόσφυγας του '22. Ομοδημότες ήταν 420 και ετεροδημότες 3. Απογράφηκαν αλλού 37 δημότες [Απογραφή 1928].

Περικοπή Φλωρίνης, 545 άτομα (269 άρρενες και 276 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Στις μεταπολεμικές απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός της κοινότητας ήταν: 1951 (έρημο), 1961 (82), 1971 (23), 1981 (0), 1991 (6), 2001 (41).

Δάσκαλος, Πέτρος Δ. Χατζητύπης, εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα - Μάιος 2000.

Κυριακή 14 Μαρτίου 2010

Ελατιά (Έλοβο Elovo ) Φλώρινας

Δυτικά της Δροσοπηγής, κοντά στο ποτάμι και σε υψόμετρο 1.040μ βρίσκεται ο ερειπωμενος Οικισμός της Ελατιάς. Κατοικήθηκε από πολύ παλιά. Παμπάλαιοι τάφοι που βρέθηκαν στην εκκλησία τον Αγίου Γεωργίου το μαρτυρούν. Λέγεται ότι υπάρχει από τον 3-4 αιώνα Π.X.
Σε παλαιότερους χάρτες την Ελατιά τη συναντάμε με το όνομα Έλοβο.
Η Ελατιά έχει ίχνη παλιού χωριού ίσως από της Βυζαντινής ακόμα εποχής. Πιθανόν να ήταν οικισμός Ακριτών κατά την περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μαζί με την Παλιολάγενη (παλιά Τριανταφυλλιά).
Στις αρχές του 19ου αιώνα κατέφυγαν στο χωριό Αρβανίτικες οικογένειες οι οποίες εγκατέλειψαν τις προγονικές εστίες τους στην Ήπειρο εξαιτίας των ληστρικών επιδρομών. Καταστράφηκε προ πολλών ετών πριν ακόμη από τη θεμελίωση της Παλιάς Δροσοπηγής (Μπελκαμένη) το 1844. Μάλλον με την επανάσταση του 1821.Τούτο συνάγεται από το νεκροταφείο με τούς παλιούς παμπάλαιος, τάφους πού υπήρχαν γύρω από την εκκλησία, τον Αγίου Γεωργίου προστάτη τον χωριού. Στη θέση της σημερινής εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, χτίστηκε το 1937 το σχολείο Ελατιάς, με υλικά από τους τάφους και από τα ερείπια Μεταβυζαντινής εκκλησίας. Έως ότου λειτουργήσει το Σχολείο Ελατιάς οι κάτοικοί της, έστελναν τα παιδιά τους στο Δημοτικό Σχολείο παλιάς Δροσοπηγής. Σύμφωνα με μαρτυρίες παλιότερων Δροσοπηγιωτών κατά την διάρκεια, της Τουρκοκρατίας πολύ πριν το 1844, κάτοικοι της Ελατιάς ήρθαν σε σύγκρουση με τους Τούρκους και για να γλιτώσουν από βέβαιο θάνατο, οι περισσότεροι από αυτούς , αναγκάστηκαν να εγκατα-λείψουν τα σπίτια τους και να διασκορπιστούν σε διάφορα μέρη της ελεύθερης Ελλάδας. Τουρίστες επισκέπτες της Δροσοπηγής από το Ναύπλιο, το 1998 ζήτησαν να περπατήσουν στα ερείπια της Ελατιάς, στον τόπο όπου είχαν γεννηθεί οι πρόγονοί τους και αναγκάστηκαν να τον εγκαταλείψουν εξ αιτίας των Τούρκων.
Παλιότερα υπήρχε το μετόχι της μονής Αγίων Αναργύρων Καστοριάς στην περιοχή Έλοβον Μπελκαμένης, καθ' ότι τα δύο χωριά υπάγονταν στη Μητρόπολη Καστοριάς.
Σύμφωνα με παλαιότερούς, υπήρχε άμεση σχέση μεταξύ Ποιμενικού (Βαψώρι) και Ελατιάς (Έλοβον). Γνωρίζουμε ότι κάτοικοι από το Ποιμενικό εγκαθίστανται κατά καιρούς στην Ελατιά μετά την πρώτη καταστροφή του χωριού από τους Τούρκους. Η οικογένεια Νάστου που εγκαταστάθηκε και έζησε στο Έλοβο στη συνεχεία έχτισε το σπίτι της και ζει στη Δροσοπηγή, κατάγεται από το Βαψώρι.
Οι κάτοικοι της Ελατιάς - δίγλωσσοι ντόπιοι Μακεδόνες και κυρίως Ηπειρώτες στη καταγωγή, από το 1844 δεν χτίζουν τα σπίτια τους στην παλιά Δροσοπηγή αλλά στην Ελάτια (Οικογένειες Σταθόπουλου , Σίνδου , κ.α.). Από την αρχή τον Μακεδονικού Αγώνα συνεργάστηκαν με τα ελληνικά αντάρτικα σώματα και πρόσφεραν εναλλακτικό καταφύγιο και ορμητήριο στους Μακεδονομάχους όταν αυτοί δεν ήσαν ασφαλείς στη Δροσοπηγή. Υπήρξε βάση των ελληνικών ομάδων [ΔΙΣ, 225]. Την πολύτιμη αυτή συνεργασία τούς την πλήρωσαν ακριβά. Στις 18 Μαΐου 1907 οι κομιτατζήδες έκαψαν πέντε σπίτια του οικισμού [Προξενείο Μοναστηρίου, 1/6/1907, έγγραφο 354] και σκότωσαν στο μύλο τον Στύλου τρεις χωρικούς. Η έγκαιρη τότε επέμβαση τον οπλαρχηγού Δοξογιάννη απέτρεψε την ολοκληρωτική καταστροφή.
Μετά την απελευθέρωση και αρκετά αργότερα, τα δύο χωριά Δροσοπηγή (Μπελκαμένη) και Ελατιά ('Ελοβο) σχηματίζουν μία κοινότητα, την κοινότητα της Δροσοπηγής. Ο οικισμός εγκαταλείπεται από τους κατοίκους του το 1951 όταν αυτοί χτίζουν τα σπίτια τους στη Νέα Δροσοπηγή και ερειπώνεται σε λίγα χρόνια.

ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΕΛΑΤΙΑΣ
Άγιος Γεώργιος
Ο Άγιος Γεώργιος θεμελιώθηκε πάνω σε μεσαιωνικό νεκροταφείο. Βρίσκεται χαμηλότερα από τη θέση των ερειπίων της Ελατιάς στη διασταύρωση του δρόμου που από την Περικοπή οδηγεί στο Βίτσι. Είναι ένας μικρός μονόχωρος ξυλοσκέπαστος δρομικός ναός.

Άγιος Νικόλαος
Ο Άγιος Νικόλαος βρίσκεται στο ΒΔ άκρο του οικισμού. Είναι μονόχωρος ξυλόστεγος ναός με συμφυές πυργοειδές κωδωνοστάσιο στη ΝΔ γωνία.

Έλλιοβον Φλωρίνης: «έχει 60 κατοίκους χριστιανούς» [Σχινάς 1886].

Elevo (Ehlova), λειτουργία πατριαρχικού σχολείου και εκκλησίας [Χάρτης Κοντογιάννη].

Έλοβο, το 1902 είχε 15 οικογένειες [Πετσίβας].

Έλοβον Φλωρίνης, 80 ορθόδοξοι Έλληνες (: πατριαρχικοί) [Χαλκιόπουλος 1910].

Έλοβον Φλωρίνης, αποτέλεσε οικισμό της κοινότητας Μπελκαμένης [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Έλλοβον Φλωρίνης, 52 άτομα (24 άρρενες και 28 θήλεις) [Απογραφή 1920].

Μετονομασία του οικισμού από Έλλοβιν σε Ελατιάς [ΦΕΚ 156 / 8. 8. 1928].

Ελατιάς Φλωρίνης, έρημο [Απογραφή 1928].

Ελάτεια Φλωρίνης, 125 άτομα (58 άρρενες και 67 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Στην απογραφή του 1951 ήταν έρημο.

Μπράχου Μαρία, εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

Παρασκευή 12 Μαρτίου 2010

ΒΑΨΩΡΙ Βαψώριον Μπαψόρι Ποιμενικόν Καστοριάς

Πρέπει να ήταν το ψηλότερο και ωραιότερο χωριό της Φλώρινας αν και σήμερα ανήκει στο Νομό Καστοριάς. Η Ιστορία του ειναι στενότατα συνδεμένη με τη Φλώρινα και τα χωριά της.
Η σημερινή ονομασία του είναι Ποιμενικό. Εικάζεται, ότι το χωριό χτίστηκε τόσο ψηλα από τους πρώτους οκιστές του, για να αποφύγουν κάποιο διωγμό των Τούρκων. Ίσως όμως να χτίστηκε και για κάποιο Θρησκευτικό λόγο ή για να αποφύγουν τον εξισλαμισμό. Αρχικά ήταν χειμαδιό. Δηλαδή οι κάτοικοι, έρχονταν το καλοκαίρι και φεύγανε το χειμώνα. Πρέπει να χτίστηκε λίγο πριν από το 1800. Η πρώτη εγκατάσταση δεν έγινε στη σημερινή τοποθεσία, αλλά χαμηλότερα προς τη Βυσσινιά Καστοριάς.
Τα σπίτια τον χωριού το 1920 ήταν διακόσια (200) διώροφα και τριώροφα, σκεπασμένα με πλάκες. Απ' αυτό μπορούνε να συμπεράνουμε ότι πρέπει να είχε πάνω (3.000) τρεις χιλιάδες κατοίκους, αφού οι οικογένειες ήταν πατριαρχικές και σε κάθε σπίτι ζούσαν
(15) δεκαπέντε άτομα, σύνηθες φαινόμενο της εποχής.
Το χωριό είχε πολύ καλούς τεχνίτες, οι οποίοι κατασκεύασαν μεγάλα και εντυπωσιακά σπίτια. Οι κάτοικοι ασχολούνταν και με τη γεωργία. Καλλιεργούσαν σίκαλη και πατάτες, άλλά κυρίως ασχολούνταν με την κτηνοτροφία.
Κάθε σπίτι είχε πάρα πολλά πρόβατα τα οποία μάλιστα ξεχειμώνιαζαν στη Χαλκιδική. Μάλιστα κάποια χρόνια, πριν από το 1920, έπιασε αρρώστια τα πρόβατα και πολλοί κτηνοτρόφοι καταστράφηκαν.
Πολλοί κάτοικοι, πριν από το 1912, έφευγαν στην Αμερική από το φόβο των Τούρκων. Μετά την απελευθέρωση σταμάτησε κάπως η μετανάστευση.
Πριν αρχίσει η μετανάστευση για την Αμερική, πολλοί κάτοικοι πήγαιναν στην Ανατολή , Αναντόλ την λέγαν τότε, δηλαδή στην Κωνσταντινούπολη και την Προύσα. Εκεί ασχολούνταν κυρίως με την υλοτομία. Ήταν χειροπριονάδες, έκοβαν δέντρα και τα έκαμναν με το χέρι οικοδομήσιμη ξυλεία.

Το χωριό ήταν πεντακάθαρο και φημίζονταν για την ομορφιά του. Ήταν αρχοντοχώρι. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την υστεροφημία του, και σήμερα ακόμα στην περιοχή της Φλώρινας έχει την Θέση των ξεχωριστά όμορφων χωριών, αν και πέρασαν 50 χρόνια από τότε που καταστράφηκε. Το σχολείο είχε πάνω από 120 μαθητές. Ήταν μεγάλο και είχε 6 αίθουσες. Μετά το 1920 υπηρέτησε για πολλά χρόνια ως δάσκαλος, ο Ιωάννης Σημαντήρας.
Η εκκλησία του ήταν ο Άγιος Γεώργιος. Η καμπάνα της ήταν η καλύτερη της περιοχής. Το χωριό φημίζονταν για τους καλλιτέχνες του. Από το Βαψώρι καταγόταν ο γνωστός γλύπτης, Καμάμαρας Δημήτριος, που υπήρξε και καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών.

Αφήγηση Μ. Ιωάννης (έτος γεν.1914)

Παψόρι Καστορίας: «Χωρίου έχοντος 1.000 χριστιανούς, εκκλησίαν, σχολείον αρρένων, 2 χάνια και κρήνας» [Σχινάς 1886].

Βαψώρι Καστορίας, αποτέλεσε ομώνυμη κοινότητα μαζί με τον οικισμό Καλύβια Βίτσου [ΦΕΚ 259 / 21.12.1918].

Βαψώρι Καστορίας, 844 άτομα (377 άρρενες και 467 θήλεις). Δεν υπήρχε κανένας πρόσφυγας που να ήρθε μετά το 1922. Ομοδημότες ήταν 839 και 5 ετεροδημότες. Επίσης 54δημότες απογράφηκαν αλλού [Απογραφή 1928].

Βαψώριον Καστορίας: Πραγματικός πληθυσμός 854 (380 άρρενες και 474 θήλεις). Νόμιμος πληθυσμός 918 [Απογραφή 1940].

Βαψώριον Καστορίας: Έρημο. Διά διατάγματος της 20.9.55 μετωνομάσθη "Ποιμενικόν" (ΦΕΚ 278, τ. Α΄ 1955) [Απογραφή 1951].

Εργασία του 5ου Δημοτικού Σχολείου Φλώρινας, Χωριά- Οικισμοί του Ν. Φλώρινας που δεν κατοικούνται, Φλώρινα Μάιος 2000.

Καλαμάρας Δημήτρης


Καλαμάρας Δημήτρης
1924 (Φλώρινα) - 1997 (Αθήνα)
(Βίντεο Που μπορείτε να δείτε από την εκπομπή "Περισκόπιο")
http://www.ert-archives.gr/V2/public/p02-view.aspx?titleid=7314&action=mView&mst=00:00:00:00

Σπούδασε στην ΑΣΚΤ (1947-1953) με δασκάλους τον Επαμεινώνδα Θωμόπουλο, τον Δημήτρη Μπισκίνη, τον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Μιχάλη Τόμπρο. Συνέχισε τις σπουδές του στην Accademia di Belle Arti της Φλωρεντίας (1954-1957) και της Ρώμης (1958-1961) με δασκάλους τους Pericle Fazzini και V. Crocetti. Δίδαξε γλυπτική στη Σχολή από το 1969 ώς το 1984. Έθεσε τις βάσεις για τη δημιουργία Γλυπτοθήκης γύψινων εκμαγείων για διδακτικούς λόγους. Διετέλεσε αντιπρύτανης της ΑΣΚΤ από το 1977 ώς το 1978, ενώ το 1996 υπήρξε υποψήφιος για την Ακαδημία Αθηνών. Ομότιμος καθηγητής της ΑΣΚΤ.




Καθηγητές του ήταν:
Επαμεινώνδας Θωμόπουλος
Δημήτρης Μπισκίνης
Ουμβέρτος Αργυρός
Μιχάλης Τόμπρος
Σχετικές περίοδοι της ΑΣΚΤ
1930-1960 (Σπουδαστής)
1960-1987 (Καθηγητής)

“Θνήσκων πολεμιστής”
Έτος : 1971
Γλύπτης : Δημήτρης Καλαμάρας ( 1924 – 1997 )
Θέση : Νέο πάρκο Φλώρινας


Καπετάν Κώττας, Ο πρώτος Μακεδονομάχος
Θέση : Νέο πάρκο Φλώρινας

Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

Νυμφαίο Νέβεσκα Φλώρινας

Υψόμετρο 1.350μ.

Η παλιότερη ονομασία που είχαν δώσει οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν Νιβεάστα, όνομα βλάχικης προέλευσης, με τρεις ερμηνείες: «Νύφη» λόγω της ομορφιάς του χωριού και της τοποθεσίας, «αθέατη» (ni vista) πιθανώς διότι βρισκόταν σε σημείο όπου δεν γινόταν εύκολα ορατό και «χιονάτη» ή «όπου μένει το χιόνι» (nives sta). Όταν τα τέλη του 18ου αιώνα οι Νιβεστιάνοι (Νυμφαιώτες) απώθησαν τους Γκέγκηδες επιδρομείς το όνομα σταδιακά παρεφθάρη σε Νέβεσκα, το οποίο στα αρβανίτικα σημαίνει «σαν εμάς δεν έχει» (σι νέβε σκα), αναπαράγοντας την ιαχή των υπερασπιστών, αλλά και «δεν υπάρχει νύφη» (νέβε σκα). Μετονομάσθηκε σε Νυμφαίο το 1928. Ιδρύθηκε το 1386 από Βλάχους Οδίτες μετά την εισβολή των Οθωμανών. Παρέμεινε αυτόνομη και αυτοδιοικούμενη κοινότητα που υπαγόταν απευθείας στη Βαλιντέ
Σουλτάνα. Υπήρξε κέντρο αργυροχρυσοχοΐας της Μακεδονίας επί τρεις αιώνες (1650-1930). Οι Νιβεστιάνοι πουλούσαν τα ασημικά τους σε όλη την Ευρώπη και τη Ρωσία, ταξίδευαν και έφτιαχναν μαγαζιά στο εξωτερικό. Αργότερα πολλοί θα ασχοληθούν με το εμπόριο του καπνού και του βαμβακιού και κυριολεκτικά θα θησαυρίσουν. Αυτοί οι εύποροι Νυμφαιώτες δημιούργησαν εκτός από τεράστια περιουσία και ένα υψηλό πρότυπο ζωής, τόσο για τους ίδιους όσο και για τον τόπο τους, το χωριό τους και την πατρίδα τους. Ήταν δηλαδή εκτός από εύποροι και ευπατρίδες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο Μίχας Τσίρλης, τα μέλη της οικογένειας Σωσσίδη, ο Ζαν Νίκου και ο Κωνσταντίνος Μίσσιου (παππούς των αδελφών Μπουτάρη), όλοι τους γενναιόδωροι και πατριώτες όσο λίγοι σε αυτό τον τόπο. Οι Νιβεστιάνοι δεν παρέδωσαν ποτέ τα άρματα και ήταν παρόντες σε όλους τους κρίσιμους αγώνες του έθνους. Σήμερα το Νυμφαίο παραμένει κοινότητα που έχει ανακηρυχθεί σε διατηρητέο παραδοσιακό οικισμό και ιστορικό τόπο και ανήκει στο Εθνικό Δίκτυο Παράδοσης Πολιτισμού και Κοινοτικού Βίου «των Ελλήνων οι Κοινότητες». Είναι χτισμένο σε 1.346 μ. υψ. στις Α πλαγιές του όρους Βίτσι, σε παρθένο φυσικό περιβάλλον και απέχει 160 χμ. από τη Θεσ/νίκη και 57 από τη Φλώρινα. O πληθυσμός του αποτελείται από 240 κατοίκους οι οποίοι αντλούν το εισόδημά τους κυρίως από τον τουρισμό.

Με τα χρόνια ακολούθησε την πορεία πολλών ακόμα χωριών της χώρας, άδειαζε, δηλαδή, σταδιακά μέχρι που γύρω στις αρχές του 1980 είχε σχεδόν ερημώσει.
Στις αρχές της δεκαετίες του '80 μερικοί Νεβεσκιώτες αποφάσισαν να κάνουν μια προσπάθεια αναδημιουργίας του χωριού. Από τους πρωτεργάτες της αναγέννησης αυτής ξεχωρίζουν ο Γιάννης Μπουτάρης και ο Νίκος Μέρτζος, δημοσιογράφος και συγγραφέας.Σύμμαχοι σε αυτήν την προσπάθεια στάθηκαν πολλοί επώνυμοι Νεβεσκιώτες, όπως ο πρέσβης Τζων Σωσσίδης, εύποροι επιχειρηματίες, όπως ο Πρόδρομος Εμφιετζόγλου, υπουργοί, πολιτικοί και πολλοί ακόμη άνθρωποι από διάφορες περιοχές της Ελλάδας και ιδιαίτερα από την Κοζάνη. H Κοινότητα αποτελεί πιλότο τουριστικής-οικολογικής ανάπτυξης των μικρών ορεινών οικισμών στη ζώνη ορεινών όγκων (Πρέσπες-Ναύπακτος). Σε τοπίο αλπικής ομορφιάς με λειμώνες που περιτριγυρίζεται από πυκνά δάση, στη θέση Λάκκος, βρίσκεται n πετρόχτιστη πηγή «Κρύα Βρύση». 8 παραδοσιακές βρύσες, σκεπαστές, επίσης πετρόχτιστες, κοσμούν το χωριό. O επισκέπτης μπορεί να περπατήσει στα σημαδεμένα μονοπάτια στο δάσος και να ακολουθήσει δεκάδες διαδρομές με τα πόδια, με ορεινό ποδήλατο ή με άλογο, καθώς στο χωριό λειτουργεί Πρότυπος Ιππικός Όμιλος με 18 καθαρόαιμα αγγλικά άλογα ιππασίας. Από την κορυφή Τσιούκα n θέα είναι ανεμπόδιστη για την περιοχή του Αμυνταίου, της Πτολεμαΐδας, της Φλώρινας, του Μοναστηρίου (Σκόπια) μέχρι τον Γράμμο, το Βέρμιο, το Καϊμακτσαλάν και τον Όλυμπο. H κορυφή Καραούλι προσφέρει το ίδιο θέαμα, ενώ υπάρχουν δεκάδες άλλες κορυφές. H θέση Λινούρια στην είσοδο του οικισμού προσφέρεται για αιωροπτερισμό. Στην περιοχή υπάρχουν 23.000 στρέμματα κοινοτικού δάσους με οξιές και λίγες δρύες χαμηλότερα. Στο δάσος του Νυμφαίου βρίσκεται το Καταφύγιο της Αρκούδας, μια περιφραγμένα έκταση όπου ζουν με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για τη φυσική τους διαβίωση δέκα πρώην αιχμάλωτες αρκούδες. Εδώ εδρεύει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Προστασίας της καφέ αρκούδας «Αρκτούρος». O «Αρκτούρος» έχει επίσης εγκαταστάσεις στο Δήμο Αετού, όπου λειτουργεί Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και καταφύγιο για λύκους.
Σημαντική είναι n τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική του Αγ. Νικολάου που προϋπήρχε από το 14ο αι. και αναστηλώθηκε το 1867, με πελεκητή πέτρα. Πυρπολήθηκε το 1947 και αναστηλώθηκε ξανά τη δεκαετία του '50 από την Ένωση Συντακτών Αθηνών. Τη διετία 2000-2002 αναστηλώθηκε εκ βάθρων από το Μεγάλο Ευεργέτη Νικ.Ι. Σωσσίδη και εγκαινιάσθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο, με μνημειώδες προσκύνημα. Στο Νυμφαίο σώζονται δεκάδες μνημειώδη κτίσματα και αρχοντικά, με σημαντικότερα τπ Νίκειο Σχολή που λειτουργεί ως Συνεδριακό Κέντρο.Tην επιβλητική Νίκειο Σχολή, την δώρισε στο Νυμφαίο το 1928 ο μεγάλος καπνέμπορος Ζαν Νίκου, και εντυπωσιάζει με τα εκλεπτυσμένα αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα νεοβυζαντινά διακοσμητικά και το εντυπωσιακό πέτρινο καμπαναριό.
Το «Σπίτι των Χρυσικών», τριώροφο αρχοντικό, λειτουργεί ως Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, Λαογραφίας και Ιστορίας, όπου εκτίθενται συλλογές ασημικών και εργαλείων ασημικής, σπάνια έπιπλα και περισσότερα από 60 ζωγραφικά πορτραίτα των επιφανέστερων Αρμάνων (Βλάχων) εθνικών ευεργετών, αρματολών και εθνικών α¬γωνιστών, πρωθυπουργών, πατριαρχών και διδασκάλωντου Γένους.
Το χωριό πανηγυρίζει το Δεκαπενταύγουστο (10-16/8) με διάφορες εκδηλώσεις που περιλαμβάνουν λιτανεία και Θεία Λειτουργία, καθώς και λαϊκό γλέντι με τοπικούς χορούς στο κέντρο του οικισμού. O Σύνδεσμος απανταχού Νυμφαιωτών «O Άγ. Νικόλαος» εκδίδει βιβλία και μια τριμηνιαία εφημερίδα με τίτλο «Φωνή του Νυμφαίου», ενώ διοργανώνει εκδρομές και διάφορες εκδηλώσεις. Επίσης, ο Αστικός Συνεταιρισμός Γυναικών Νυμφαίου «Η Νύμφη» παράγει και πωλεί παραδοσιακά σπιτικά προϊόντα (γλυκά, ζυμαρικά, εργόχειρα, ξυλόγλυπτα, αναμνηστικά) και επιμελείται εκδόσεις.

Νέβεσκα Φλωρίνης: «κωμόπολις κειμένη επί ανωμάλου οροπεδίου και κυκλουμένη εκ των τριών πλευρών υπό πυκνοτάτων δασών. Υπάγεται διοικητικώς εις Φλώριναν και εκκλησιαστικώς εις Καστορίαν, έχει δε κατοίκους 2.000 χριστιανούς Ελληνοβλάχους, τους πλείστους ευπόρους, εκκλησίαν 4 σχολεία αρρένων, ων το 1 ρωμουνικόν. Προς δε και παρθεναγωγείον κτισθέν και διατηρούμενον υπό του Μιχαήλ Τσίρλε ή Μισυρλή, χάνιον και κρήνας, δι’ ου κινείται υδρόμυλος κείμενος εν τω χωρίω. Αι οικίαι της κωμοπόλεως ταύτης εξ όλων των χωρίων του διαμερίσματος (Καζά) Φλωρίνης, εις ο υπάγεται, εισίν ου μόνον λιθόκτιστοι, αλλ’ ευμεγέθεις, καλαί και καθαραί. Άπαντα τα τρόφιμα, ως και σίτον προμηθεύονται από της πεδιάδος, τον δε χειμώνα ένεκεν του ορεινού αυτής, καλύπτεται υπό χιόνος, του ύψους της οποίας ένεκεν, διακόπτεται η προς Φλώριναν και Ζελινίτσι συγκοινωνία» [Σχινάς 1886].

Neveska, λειτουργία τόσο πατριαρχικού σχολείου και εκκλησίας, όσο και βλάχικου σχολείου [Χάρτης Κοντογιάννη].

Νέβεσκα, το 1902 είχε 360 πατριαρχικές και 100 οικογένειες ρουμανιζόντων Βλάχων [Πετσίβας].

Νεβέσκα Καστορίας, αριθμός βλάχικων οικογενειών: 360 πατριαρχικών και 40 ρουμανιζόντων [Στατιστική Πατριαρχείου 1906].

Νέβεσκα, πατριαρχικό χωριό προ του οθωμανικού Συντάγματος του 1908 και πατριαρχικό μετά. Υπήρχαν και μερικοί ρουμανίζοντες [Προξενείο Μοναστηρίου 1908].

Νέβεσκα Σόροβιτς, 1.857 άτομα (917 άρρενες και 940 θήλεις) [Απαρίθμηση 1913].

Νέβεσκα Φλωρίνης, αποτέλεσε ομώνυμη κοινότητα [ΦΕΚ 259 / 21.12. 1918].

Νέβεσκα Φλωρίνης, 1.176 άτομα (405 άρρενες και 771 θήλεις), 303 οικογένειες [Απογραφή 1920].

Μετονομασία του οικισμού από Νεβέσκα σε Νυμφαίον [ΦΕΚ 55 / 15. 2. 1926].

Νυμφαίον (Νέβεσκα) Φλωρίνης, 1.241 άτομα (466 άρρενες και 775 θήλεις), εκ των οποίων 9 ήταν πρόσφυγες πού ήρθαν μετά το 1922 (7 άρρενες και 2 θήλεις). Ομοδημότες ήταν 1.190, ετεροδημότες 48 και αλλοδαποί 3. Απογράφηκαν αλλού 330 δημότες [Απογραφή 1928].

Νυμφαίον Φλωρίνης, 929 άτομα (384 άρρενες και 545 θήλεις) [Απογραφή 1940].

Στις μεταπολεμικές απογραφές ο πραγματικός πληθυσμός της κοινότητας ήταν --> 1951: 360, 1961: 275, 1971: 130, 1981: 158, 1991: 244, 2001: 413.

H αργυροχρυσοχοΐα στο Νυμφαίο

H περιοχή του Νυμφαίου γνώρισε μεγάλη ακμή άξιοι μάστοροι, τεχνίτες και έμποροι. Κάτοικοι του Μεγάροβου, Τίρναβου και Μηλόβιτσας της περιοχής του Μοναστηρίου, ασχολήθηκαν ιδιαίτερα
με την τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας. Σκορπισμένοι στις πύλες της Δ. Μακεδονίας διατήρησαν εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οι τεχνίτες που έφτιαχναν κοσμήματα ονομάζονταν «κουγιουμτζήδες» αλλά και «χρυσικοί». Συχνά με το κασελάκι τους στον ώμο πήγαιναν στα πανηγύρια και τα παζάρια των χωριών, αναζητώντας πελατεία. Καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της αργυροχρυσοχοΐας έπαιξε n ανάπτυξη του εμπορίου και της ναυτιλίας. Πολλοί τεχνίτες εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο εξωτερικό, συνεχίζοντας εκεί την παραδοσιακή τους τέχνη. Όσοι έμειναν στην Ελλάδα, από νωρίς οργανώθηκαν σε συντεχνίες και επέκτειναν τις δραστηριότητές τους σ’ όλη την Βαλκανική, την Ιταλία, την Αίγυπτο και την
Κωνσταντινούπολη.
Στη Φλώρινα υπήρχαν αρκετοί μόνιμοι και πλανόδιοι χρυσικοί από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και έγιναν περισσότεροι όταν ήρθαν οι πρόσφυγες από το Μοναστήρι και άνοιξαν μικρά μαγαζιά στο κέντρο της πόλης. Πολύ γρήγορα οργάνωσαν πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια και δέχονταν παραγγελίες από το λαό, τα μοναστήρια και τις εκκλησίες. H ποιότητα και n ποσότητα των έργων τους ήταν ανάλογη των οικονομικών παροχών. Απέφευγαν συστηματικά να αναγράφουν την ταυτότητά τους πάνω στα έργα τους, προσπαθώντας έτσι να γλιτώσουν από τη βαρύτατη τούρκικη φορολογία.
Οι πλανόδιοι χρυσικοί άρχιζαν τις περιοδείες τους την άνοιξη από την Πτολεμαΐδα και κατέληγαν στα Γρεβενά. Οι εμποροπανηγύρεις διαρκούσαν 9 μέρες. Μέσα στο κασελάκι τους μετέφεραν εκτός από τα εργαλεία της δουλειάς τους και κρυμμένα πατριωτικά μηνύματα. Γι' αυτή τους τη δραστηριότητα αποκαλούνταν από τη Φιλική Εταιρεία, «Βλάμηδες». Για τη γρήγορη και αρτιότερη εξυπηρέτηση των πελατών τους, είχαν τους βοηθούς τους, τα «τσιράκια». Κάθε τεχνίτης είχε το δικό του καλλιτεχνικό ύφος και τα μυστικά που κληρονομούσε από την οικογένειά του, καθώς διαδεχόταν το γονιό στο επάγγελμα.
Τα εργαλεία τους ήταν το φυσερό με τα κάρβουνα, όπου έλιωναν τα μέταλλα, το μικρό αμόνι, n μέγγενη, διάφορα σφυράκια και τανάλιες, μυτερό καλέμι για σχέδιο, τρυπάνι, χωνιά και καλούπια, μια μικρή χειροκίνητη μηχανή με κυλίνδρους, με την οποία έκαναν το λιωμένο χρυσό και το ασημί σύρμα. Υπήρχαν και τα πανιά και το μπράσο για το γυάλισμα των κοσμημάτων. Αλλά και το γκεζάπι για το καθάρισμα του χρυσού, και το θειάφι για το καθάρισμα των χρυσών νομισμάτων. Ένα ειδικό καμινέτο που το ονόμαζαν Κανδήλα και το χρησιμοποιούσαν στις συγκολλήσεις, καθώς φυσούσαν με το καλαμάκι τη φλόγα της κανδήλας για να βγάλει λεπτή φλόγα που ήταν κατάλληλη για συγκολλήσεις με βόρακα.
Οι πιο γνωστές και συνηθισμένες τεχνικές των χρυσικών ήταν n
«χυτευτή», n «σφυρήλατη», η εγχάρακτη», η «συρματερή» και n «διάτρητη». Στη «χυτευτή» χρησιμοποιούσαν καλούπια από μπρούντζο, κόκκαλα σουπιάς και παντέφτια, ενώ στη «σφυρήλατη» το σκάλισμα γινόταν με ειδικά ατσάλινα καρφιά, τα σπιτσούνια. Στην «εγχάρακτη» χρησιμοποιούσαν ειδικά καλέμια και στα «συρματερά» χρησιμοποιούσαν ασημένιο σύρμα διαφορετικού πάχους, τα οποία κολλούσαν μεταξύ τους με ασημοκόλληση. Μια ιδιόμορφη τεχνική ήταν το «σαβάτι», που αποτελούσε μίξη ασημιού, χαλκού, μολυβιού και κεριού από θειάφι, χτυπημένα σε γουδί. Αυτό που πρόσδιδε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της εργασίας του καθενός ήταν ο τρόπος με τον οποίο αναμείγνυαν τα υλικά. Τις «συνταγές» αυτές τις είχαν γραμμένες στα τεφτέρια τους και τα υλικά τους τα προμηθεύονταν κυρίως από την Ευρώπη. Σπάνια χρησιμοποιούσαν πολύτιμες πέτρες, γιατί ανέβαινε κατακόρυφα n τιμή του έργου. Το σμάλτο το χρησιμοποιούσαν περισσότερο για να τονίσουν χρωματικά κάποια κενά των δημιουργημάτων τους, ενώ συχνή ήταν ή χρήση του χαλκού και του ορείχαλκου. Τον τελευταίο τον ονόμαζαν και «παφόνι» και τα ορειχάλκινα αντικείμενα, «πάφτες». Όταν ήταν έτοιμο το έργο και ψημένο, οι τεχνίτες έβαζαν όλη τους το μεράκι για να το χαράξουν, δημιουργώντας διάφορες παραστάσεις, πραγματικά αριστουργήματα δεξιοτεχνίας. Από τα πιο αγαπημένα μοτίβα ήταν οι παραστάσεις ζώων, οι δικέφαλοι αετοί, τα γεωμετρικά σχήματα κ.ά.
Ορισμένοι τεχνίτες ασχολήθηκαν συστηματικά με τη χάραξη παρασήμων και άλλων σημάτων, όπως ήταν το χρυσό μετάλλιο για την 9n Διεθνή Έκθεση Θεσ/νίκης, κατασκευασμένο από το Μιχάλη Νιέρο.

Ο χρυσός και το ασήμι ήταν τα κύρια υλικά των κοσμημάτων.
Έλιωναν χρυσά και ασημένια νομίσματα για να κάνουν κοσμήματα.

Χρησιμοποιούσαν καλούπια και έφτιαχναν σταυρουδάκια από ασήμι σε ένα σχέδιο Επίσης με το καλούπι έφτιαχναν δαχτυλίδια σε δύο σχέδια. Το ένα ονόμαζαν «πλάκα με μονόγραμμα» και το άλλο το γυναικείο που το ονόμαζαν «καμπούρα με πέτρα». Τα δαχτυλίδια αυτά ήταν οι βέρες των χωρικών. H συνήθεια αυτή των κατοίκων των χωριών να χρησιμοποιούν δαχτυλίδια αντί για βέρες, κράτησε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του "50. Τα «συρματερά» κοσμήματα ήταν δημιουργήματα με σύρμα ασημιού ή χρυσού. Αφού έλιωναν το υλικό, το έριχναν στη χειροκίνητη μηχανή των κυλίνδρων και γινόταν σύρμα. Με χοντρό χρυσό σύρμα έφτιαχναν βέρες για τους κατοίκους της πόλης και με λεπτό σύρ¬μα έφτιαχναν χρυσές αλυσίδες. Επίσης με λεπτό ασημένιο σύρμα έπλεκαν τσαντάκια και πορτοφόλια για της γυναίκες της πόλης, οι οποίες φορούσαν και μενταγιόν με πεντόλιρο και δαχτυλίδια που αντί για πέτρα είχαν μια μικρή χρυσή λίρα. Οι χρυσικοί έφτιαχναν και βραχιόλια από ασήμι ή χρυσό που τα ονόμαζαν «μπιλιζιέ» και «μπελεζία». Οι γυναίκες των χωριών φορούσαν στο στήθος τα «γιορντάνια», τα οποία ήταν φτιαγμένα με πολλές χρυσές λίρες, κολλημένες σε αλυσίδες που κάλυπταν το στήθος. Επίσης τα «φλορίνια» και n «ναπολιόνια» ήταν σειρές μικρών χρυσών λιρών που στόλιζαν τις μαντήλες των γυναικών του χωριού. Αντίθετα οι γυναίκες της πόλης φορούσαν τις χρυσές καρφίτσες στερεωμένες στη σκέπα στο κρόταφο. H πιάστρα στη γραβάτα με τρεις λίρες κολ¬λημένες πάνω στην καρφίτσα, ήταν στολίδι των αντρών της πόλης. Μια φορά το χρόνο όλες οι γυναίκες πλούσιες και φτωχές έδιναν τα κοσμήματά τους στους χρυσικούς για καθάρισμα και γυάλισμα. Αυτοί τα καθάριζαν με θειάφι και τα γυάλιζαν με μπράσο.
Οι κύριες επιδράσεις που παρατηρούμε στην τεχνική της αργυροχρυσοχοΐας προέρχονται από τη βυζαντινή παράδοση και από τα καλλιτεχνικά μηνύματα της Δύσης, Ιταλίας και Κεντρικής Ευρώπης. Οι χρυσικοί της Φλώρινας που έφτιαχναν, σε λιγοστά σχέδια, κοσμήματα από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, υπήρχαν μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του "50. Μετά κυκλοφόρησαν τα εισαγόμενα και βιομηχανοποιημένα κοσμήματα σε διάφορα σχέδια και προσιτές τιμές. Οι χρυσικοί δεν μπόρεσαν να τα συναγωνιστούν και εγκατέλειψαν της τέχνη τους. Έτσι χάθηκε n τέχνη του αργυροχρυσοχόου παραδοσιακών κοσμημάτων. Σήμερα στο Μουσείο του Νυμφαίου υπάρχουν πολλά δείγματα της τέχνης της αργυροχρυσοχοΐας, μάρτυρες της παράδοσης και της δεξιοτεχνίας των χρυσικών της περιοχής.

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

ΠΟΛΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΕΣ ΕΡΓΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΣΗΣ

Αυτά τα ήθη τα οποία αναφέρει ο Πλούταρχος βρήκε ο Μέγας
Αλέξανδρος, έτσι παρενέβη και αυτά εδίδαξε. Όσον αφορά στις πάνω από εβδομήντα πόλεις τις οποίες αναφέρει ο Πλούταρχος ότι έκτισε ο Μέγας Αλέξανδρος, ως στοιχείο πολιτισμού βεβαίως, αλλά και ειρηνικής συνύπαρξης και συναδέλφωσης, αξίζει να αναφέρουμε μερικές από αυτές τις πόλεις οι οποίες έφεραν και το όνομά του:

1. Αλεξάνδρεια η εν Αιγύπτω.
Κτίστηκε το 332/1 π.Χ. από τον αρχιτέκτονα μηχανικό Δεινοκράτη, κατά το Ιπποδάμειο σύστημα, στο μεταξύ της λίμνης Μαρεώτιδος και της νήσου Φάρου σχηματιζομένου διπλού λιμένος. Ο Αρριανός αναφέρει σχετικά. ‘’Ελθών δε ες Κάνωβον και κατά την λίμνην την
Μαρίαν περιπλεύσας αποβαίνει όπου νυν Αλεξάνδρεια πόλις ώκισται,
Αλεξάνδρου επώνυμος. Και έδοξεν αυτώ ο χώρος κάλλιστος κτίσαι εν αυτώ πόλιν και γενέσθαι αν ευδαίμονα την πόλιν. Πόθος ουν λαμβάνει αυτόν του έργου, και αυτός τα σημεία τη πόλει έθηκεν,…. και το τείχος η περιβεβλήσθαι’’. (Αλεξ, Ανάβ., Γ΄1.5). Η πόλη έγινε διάσημη για τους μαθηματικούς της και τους φιλοσόφους της. Κόσμημά της κατέστη η περίφημη Βιβλιοθήκη της.
Γνώρισε κολοσσιαία ανάπτυξη, κατέστη κέντρο του παγκοσμίου εμπορίου και κατοικούσαν σ΄ αυτή όλα τα γένη των ανθρώπων. H Αλεξάνδρεια αυτή από τους Ρωμαίους αποκλήθηκε Σεβαστή, Ιουλία, Κλαυδία, Δομιτιανή και Αλεξυντηρία, ενώ ο Ναπολέων την απεκάλεσε το μεγαλούργημα του Αλεξάνδρου. Ο Ναπολέων στα απομνημονεύματά του αναφέρει ότι ο Αλέξανδρος εδοξάσθη πολύ περισσότερο με την κτίση της Αλεξανδρείας (της Αιγύπτου) παρά με τις λαμπρότατες νίκες του, και ότι η πόλη αυτή επρόκειτο να αποβεί πρωτεύουσα της υφηλίου. ‘’Alexandre s’ est plus illustré en fondant Alexandrie, et en meditant d’ y transporter le siège de son empire, que par
ses plus éclatantes victoires· cette ville devait être la capitale du monde’’, ενώ ο J. Denis αναφέρει ότι λόγω της Αλεξανδρείας η Ελλάδα δεν πέθανε, αλλά ότι το πνεύμα της ζει στην Αλεξάνδρεια: ‘’La Grèce peut mourir. Son esprit vità Alexandrie. Il n’ appartient plus à la Grèce seule, il appartient au monde’’..

2. Αλεξάνδρεια η εν Αραχωσία (η σημερινή πόλη Κανδαχάρ στο
Αφγανιστάν). Ιδρύθηκε το 330 π.Χ. μετά τη πλήρη κατάκτηση της Αραχωσίας.

3. Αλεξάνδρεια μητρόπολις Αραχωσίας. Ιδρύθηκε το 330 π.Χ. στο
ανατολικό άκρο της Αραχωσίας. Για την Αλεξάνδρεια αυτήν ο Ισίδωρος ο Σαρακηνός αναφέρει. ‘’Είτα Αλεξανδρόπολις, μητρόπολις Αραχωσίας. Έστι δε Ελληνίς, και παραρρεί αυτήν ποταμός Αραχωτός’’.

4. Αλεξάνδρεια η Αρ(ε)ία. Ιδρύθηκε το 330 π.Χ. μετά την πλήρη κατάκτηση της Αρίας, στη θέση της σημερινής πόλης Χεράτ του Αφγανιστάν. Ο Στέφανος ο Βυζάντιος λέγει γι΄ αυτήν ότι ήταν, ‘’η εβδόμη εν Αρίοις έθνει Παρθυαίων, κατά την Ινδικήν’’. Αναφέρεται από τον Στράβωνα, τον Αμμιανό και τον Πλίνιο, ο οποίος την ονομάζει ‘’Alexandriam Arion, quam is rex condidi’’.

5. Αλεξάνδρεια η εν Ασσυρία. Ιδρύθηκε το 331 π.Χ. μετά τη νίκη του
Μεγάλου Αλεξάνδρου επί του Δαρείου. Αναφέρεται από τον Πλίνιο (6,13) ότι ιδρύθηκε στο πεδίο της μάχης των Γαυγαμήλων, πλησίον της Ασσυριακής πόλεως των Αρβήλων, όθεν ονομάζεται και Αλεξάνδρεια η εν Αρβηλίτιδι.

6. Αλεξάνδρεια η εν Βακτριανή (ή Αλεξάνδρεια κατά Βάκτρα, όπως την
αποκαλεί ο Στέφανος ο Βυζάντιος). Ιδρύθηκε το 329/8 π.Χ. Την ύπαρξή της βεβαιώνει και ο Πλίνιος. Πιθανόν να πρόκειται για την Άορνο της Βακτριανής.

7. Αλεξάνδρεια η εν Παροπαμισάδαις. Ιδρύθηκε το 329/8 π.Χ. Έκειτο
μεταξύ Αριανής, Βακτριανής και Ινδικής στην δυτική πλευρά του
Παροπαμίσου όρους (Καυκάσου). Ο Αρριανός αναφέρει περί αυτής. ‘’Προς Καύκασον ήγεν, ίνα και πόλιν έκτισε και ωνόμασεν Αλεξάνδρειαν’’. ‘’Yπερβαλών δε τον Καύκασον εν δέκα ημέραις αφίκετο ες Αλεξάνδρειαν πόλιν, την κτισθείσαν εν Παραπαμισάδαις, ότε το πρώτον επί Βάκτρων εστέλλετο’’. (Αλεξ. Ανάβ., Δ΄22.4). Ο Αρριανός αναφέρει αμέσως μετά. ‘’Προσκατοικίσας δε και άλλους των περιοίκων τε και όσοι των στρατιωτών απόμαχοι ήσαν ες την Αλεξάνδρειαν Νικάνορα μεν, ένα των εταίρων, την πόλιν αυτήν κοσμείν εκέλευσε˙…’’. (Αλεξ. Ανάβ., Δ΄22.5). Ο Διόδωρος αναφέρει ότι στην χώρα των Παροπαμισαδών ο Μέγας Αλέξανδρος έκτισε και άλλες Αλεξάνδρειες, άποψη την οποία επιβεβαιώνει και ο Πλίνιος.

8. Αλεξάνδρεια η εν Βαβυλωνία. Ιδρύθηκε το 324 π.Χ. κατά την εξερεύνησητου ποταμού Ευφράτη. Ο Αρριανός αναφέρει γι΄ αυτήν. ‘’Τούτων ένεκα επί τε τον Παλλακόπαν έπλευσε και κατ΄ αυτόν καταπλεί ες τας λίμνας ως επί την Αράβων γην. ‘Ενθα χώρόν τινα εν καλώ ιδών, πόλιν εξωκοδόμησέ τε και ετείχισε, και εν ταύτη κατώκισε των Ελλήνων τινάς των μισθοφόρων, όσοι τε εκόντες και όσοι υπό γήρως, ή κατά πήρωσιν απόλεμοι ήσαν’’. (Αλεξ. Ανάβ., Ζ΄ 21.7).

9. Αλεξάνδρεια η εν Σουσιανή. Ιδρύθηκε το 324 π.Χ. στον Περσικό κόλπο κοντά στις εκβολές του Τίγρητος. Η πόλη αναφέρεται από τον Πλίνιο. Ο Αντίοχος Ε΄, στα ερείπιά της έκτισε πόλη που την ονόμασε Αντιόχεια. Ο Πλίνιος (6, 27,31) αναφέρει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος έκτισε και πολίχνη με το όνομα Πέλλα, η οποία αποδόθηκε αποκλειστικά σε Μακεδόνες.

10. Αλεξάνδρεια η παρά τον Ιαξάρτην (Τάναϊν). Ιδρύθηκε το 329 π.Χ. κατά την πρώτη εισβολή του Αλεξάνδρου στη Σογδιανή. Από τον Πτολεμαίο αποκαλείται Αλεξάνδρεια η εσχάτη. Ο Αρριανός αναφέρει για την πόλη αυτή: ’’Αυτός δε προς τω Τανάϊδι ποταμώ επενόει πόλιν οικίσαι, και ταύτην εαυτού επώνυμον’’. (Αλεξ. Ανάβ., Δ΄ 1.3). Ο Αρριανός επίσης αναφέρει. ‘’Αυτός δε την πόλιν ην επενόει τειχίσας εν ημέραις είκοσι και ξυνοικίσας ες αυτήν των τε Ελλήνων μισθοφόρων και όστις των προσοικούντων βαρβάρων εθελοντής μετέσχε της ξυνοικήσεως και τινας και των εκ του στρατοπέδου Μακεδόνων, όσοι απόμαχοι ήδη ήσαν,…’’. (Αλεξ. Ανάβ., Δ΄ 4.1). Ο Πλίνιος την ονομάζει Alexandria eschata in ultimis Sogdianorum finibus. (6.16).

11. Αλεξάνδρεια η εν Μακαρήνη. Ιδρύθηκε το 329/8 π.Χ. στα βορειοδυτικά όρια της χώρας. Έκειτο στη Σογδιανή και την διέρρεε ο ποταμός Ιαξάρτης.

12. Αλεξάνδρεια η επί του Μάργου ποταμού, ο οποίος διέρρεε την
Μαργιανή χώρα. Έκειτο μεταξύ των ποταμών Ώξου και Ώχου. Αναφέρεται από τον Πλίνιο. Ιδρύθηκε το 328 π.Χ. Η πόλη καταστραφείσα αργότερα από τους βαρβάρους, οικοδομήθηκε από τον Αντίοχο Α΄ του Σελεύκου, ο οποίος τη μετονόμασε σε Αντιόχεια.

13. Αλεξάνδρεια η Ωξιανή. Ιδρύθηκε στη Σογδιανή το 328 π.Χ. Αναφέρεται από τον Πτολεμαίο.

14. Αλεξάνδρεια η Καρική. Αναφέρεται από το Στέφανο το Βυζάντιο ως, ‘’την προς τω Λάτμω της Καρίας, εν η Αδώνιον ην έχον Πραξιτέλους Αφροδίτην’’. Ο Στέφανος ο Βυζάντιος την αναφέρει δέκατη, στις δεκαοκτώ
(18) Αλεξάνδρειες που αναφέρει και είναι ο μόνος ο οποίος την αναφέρει.

15. Αλεξάνδρεια παρά τοις Αραχώτοις. Πρόκειται για διαφορετική πόλη από την Αλεξάνδρεια την παρά τον Αραχωτό ποταμό. Ο Στέφανος ο Βυζάντιος την αναφέρει ως όμορον της Ινδικής. Συνεπώς έκειτο προς το μέρος της Αραχωσίας, το οποίο από τους αρχαίους ονομαζόταν Ινδία λευκή.

16. Αλεξάνδρεια η εν Κύπρω. Ιδρύθηκε προς τιμήν του Αλεξάνδρου από τον ηγεμόνα των Σόλων Πασικράτη ή τον υιόν του Νικοκλή, ο οποίος συνώδευσε τον Αλέξανδρο στην Ασία και ήταν ένας από τους τριηράρχους του στόλου του Ινδού. Η πόλη αναφέρεται από το Στέφανο το Βυζάντιο.

17. Αλεξάνδρεια η εν Ωρείταις. Ιδρύθηκε από τον Ηφαιστίωνα το 325 π.Χ. κατόπιν διαταγής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στη θέση της κώμης Ραμβακίας. Ο Αρριανός αναφέρει σχετικά: ‘’…Αφικόμενος δε ες κώμην ήπερ ην μεγίστη του έθνους των Ωρειτών, Ραμβακία εκαλείτο η κώμη, τον τε χώρον επήνεσε και εδόκει αν αυτώ πόλις ξυνοικισθείσα μεγάλη και ευδαίμων γενέσθαι. Ηφαιστίωνα μεν δη επί τούτοις υπελείπετο’’. (Αλεξ. Ανάβ., ΣΤ΄21.5). Αναφέρεται, επίσης, από τον Κούρτιο (9,10.8) και τον Διόδωρο (17,104.8).

18. Αλεξάνδρεια η εν Ινδώ. Έκειτο στη συμβολή των ποταμών Ακεσίνου και Ινδού. Ιδρύθηκε από τον Φίλιππο του Μαχάτα, τον οποίο ο Αλέξανδρος διόρισε σατράπη της χώρας αυτής. Ο Αρριανός αναφέρει σχετικά με αυτήν. ‘’Πόλιν τε ενταύθα κτίσαι εκέλευσεν (τον Φίλιππο) επ΄ αυτή τη ξυμβολή τοιν ποταμοίν, ελπίσας μεγάλην τε έσεσθαι και επιφανή ες ανθρώπους, και νεωσοίκους ποιηθήναι’’. (Αλεξ. Ανάβ., ΣΤ΄15.2).

19. Αλεξάνδρεια η εν Υδάσπη. Μετά τη νίκη του εναντίον του Πώρου στον ποταμό Υδάσπη, ο Αλέξανδρος έκτισε το 326 π.Χ. δύο πόλεις: την Νίκαια και την Βουκεφάλαν ή Βουκεφάλα Αλεξάνδρεια. Ο Αρριανός αναφέρει: ‘’Ίνα δε η μάχη ξυνέβη και ένθεν ορμηθείς επέρασε τον Υδάσπην ποταμόν πόλεις έκτισεν Αλέξανδρος. Και την μεν Νίκαιαν της νίκης της κατ΄ Ινδών επώνυμον ωνόμασε, την δε Βουκεφάλαν ες του ίππου του Βουκεφάλα την μνήμην, ος απέθανεν αυτού, ου βληθείς προς ουδενός, αλλ΄ υπό καμάτου τε και ηλικίας,…’’. (Αλεξ. Ανάβ., Ε΄19.4). Ο Αρριανός επίσης αναφέρει: ‘’…Και τον Ακεσίνην αυ διαβάς επί τον Υδάσπην ήκεν, ίνα και των πόλεων της τε Νικαίας και του Βουκεφάλα, όσα προς τον όμβρων πεπονηκότα ην, ξυν τη στρατιά
επεσκεύασε και τα άλλα τα κατά την χώραν εκόσμει’’. (Αλεξ. Ανάβ., Ε΄29.5).

20. Αλεξάνδρεια η εν Ακεσίνη. Ιδρύθηκε από τον Ηφαιστίωνα. Ο Αρριανός αναφέρει σχετικά: ‘’Διαβάς δε τον Υδραώτην, επί τον Ακεσίνην αυ επανήει οπίσω. Και ενταύθα καταλαμβάνει την πόλιν εξωκοδομημένην ήντινα Ηφαιστίων αυτώ εκτειχίσαι ετάχθη˙ και ες ταύτην ξυνοικίσας των τε προσχώρων όσοι εθελονταί κατωκίζοντο και των μισθοφόρων ό, τι περ απόμαχον, αυτός τα επί τω κατάπλω παρεσκευάζετο τω ες την μεγάλην θάλασσαν’’. (Αλεξ. Ανάβ., Ε΄ 29.2 και 3).

21. Αλεξάνδρεια η εν Καρμανία. Αναφέρεται από τον Πλίνιο. Πιθανότατα ιδρύθηκε το 324 π.Χ. μετά 0^την επιστροφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου από την Ινδία.

22. Αλεξάνδρεια κατά Ισσόν. Έκειτο στο μυχό του κόλπου της Ισσού.
Αναφέρεται από τον Στράβωνα.

23. Αλεξάνδρεια η εν Σόγδοις. Πρόκειται για πόλη την οποία έκτισε ο
Αλέξανδρος το 325 π.Χ. στη χώρα των Σόγδων κατά την πλεύση του Ινδού ποταμού. Ο Αρριανός αναφέρει σχετικά με αυτήν: ‘’Ένθα δη διαβιβάσας Κρατερόν τε και της στρατιάς την πολλήν και τους ελέφαντες επ΄ αριστερά του Ινδού ποταμού,...αυτός κατέπλει ες των Σόγδων το βασίλειον. Και ενταύθα πόλιν τε ετείχιζεν άλλην και νεωσοίκους εποίει άλλους και τα πλοία αυτώ τα πεπονηκότα επεσκευάσθη’’. (Αλεξ. Ανάβ., ΣΤ΄15.4).

24. Αλεξάνδρεια η επί Θράκης. Αναφέρεται από τον Πλούταρχο. Ιδρύθηκε το 339 π.Χ. κατά την εκστρατεία του δεκαεπταετούς τότε Αλεξάνδρου κατά των αποστατησάντων Μαίδων τους οποίους νίκησε. Ο Στέφανος ο Βυζάντιος, ο οποίος στη λέξη Αλεξάνδρειαι αναγράφει οκτακαίδεκα πόλεις, δεκαοκτώ πόλεις, γράφει γι΄ αυτήν: ’’Τρίτη Θράκης προς τη Μακεδονία, ην έκτισε προ της μεγάλης Αλεξανδρείας επτακαίδεκα ων ετών’’. Πρώτη θεωρεί την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, κατόπιν την εν Τροία Αλεξάνδρεια και τρίτη την εν Θράκη.
Θα επανέλθουμε επ΄ ολίγον και θα αναφέρουμε ορισμένα στοιχεία
σχετικά με το επίπεδο και τον πολιτισμό των λαών της Ευρώπης, της Ασίας και των Ελλήνων, όπως τα αναφέρει ο μέγας Έλληνας Μακεδών φιλόσοφος Αριστοτέλης: ‘’Τα μεν εν τοις ψυχροίς τόποις έθνη και περί την Ευρώπην, χυμού μεν εστι πλήρη, διανοίας δε ενδεέστερα και τέχνης, διόπερ, ελεύθερα μεν διατελεί μάλλον, απολίτευτα δε, των πλησίον άρχειν ου δυνάμενα. Τα δε περί την Ασίαν διανοητικά μεν και τεχνικά την ψυχήν άθυμα δε, διόπερ αρχόμενα και δουλεύοντα διατελεί. Το δε των Ελλήνων γένος ώσπερ μεσεύει κατά τους τόπους, ούτως αμφοίν μετέχει, και γαρ εύθυμον και διανοητικόν έστι,
διόπερ ελεύθερόν τε διατελεί, και βέλτιστα πολιτευόμενον, και δυνάμενον άρχειν πάντων μιάς τυγχάνον πολιτείας’’. (Πολιτεία, 7.6.1.) Ενώ το πνευματικό επίπεδο των άλλων λαών της Ευρώπης ήταν
χαμηλό, όπως και το επίπεδο της τέχνης τους και δεν ηδύναντο να άρχουν των πλησίον τους και οι λαοί της Ασίας εξουσιάζονταν και ήταν δούλοι άλλων και χωρίς διανόηση, εμείς οι Έλληνες ασχολούμασταν με τη φιλοσοφία, με την πρόοδο της γνώσης, τη ρητορική, με τον κόσμο των νοητών και των αισθητών και τη σχέση τους με την ψυχή, τα μαθηματικά, το Πυθαγόρειο θεώρημα, το λόγο της περιφέρειας προς τη διάμετρο, τον τετραγωνισμό του κύκλου (κατασκευή τετραγώνου με εμβαδόν ίσο προς το εμβαδόν δοθέντος κύκλου), το διπλασιασμό του κύβου (κατασκευή κύβου με όγκο διπλάσιο από τον όγκο δοθέντος κύβου), την τριχοτόμηση της γωνίας (το χωρισμό δοθείσης γωνίας
σε τρία ίσα μέρη), τη φυσική, την αστρονομία, τη διατύπωση του
ηλιοκεντρικού συστήματος των πλανητών από το Σάμιο Αρίσταρχο (ο άρχων των αρίστων), τη μέτρηση της περιμέτρου της γης από τον Ερατοσθένη, την Ιατρική, την κατασκευή του υπολογιστή των Αντικυθήρων, τη συστηματοποίηση της γνώσης. Δεν μπορώ φυσικά να απαριθμήσω όλες τις Επιστήμες, διότι το κείμενο θα εκφύγει του σκοπού του. Δεν υπάρχει όμως επιστήμη, με την οποία οι Έλληνες να μην ασχολήθηκαν και να μη την προήγαγαν. Είναι βέβαιο ότι σε σχέση με τους άλλους λαούς εμείς οι Έλληνες είχαμε βίο διανοητικώς ενεργότερο, είχαμε πνευματική υπεροχή και φρόνημα ελεύθερο και δραστήριο. Ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει ότι ακόμη και ο όρος φιλοσοφία είναι Ελληνικός και ότι η λέξη αυτή αρνήθηκε να διατυπωθεί ξενικά: ‘’Και ώδε μεν αφ΄ Ελλήνων ήρξε φιλοσοφία, ης και αυτό το όνομα την βάρβαρον απέστραπται προσηγορίαν’’. (Βίοι Φιλοσόφων, 4). Αυτό φαίνεται ότι σχετίζεται απολύτως με όσα λέει ο Πλάτων στον Κρατύλο, ότι δηλαδή εκείνος που γνωρίζει τα πράγματα, θέτει και τα ονόματα των πραγμάτων. Επίσης ο Ηρακλείδης λέει ότι ο πρώτος ο οποίος χρησιμοποίησε τον όρο φιλοσοφία και ονόμασε τον εαυτόν του φιλόσοφο ήταν ο Πυθαγόρας: ‘’Φιλοσοφίαν δε πρώτος ωνόμασε Πυθαγόρας, και εαυτόν φιλόσοφον, εν Σικυώνι διαλεγόμενος Λέοντι τω Σικυωνίων τυράννω ή Φλιασίων, καθά φησίν
Ηρακλείδης…’’. (Βίοι Φιλοσόφων, 12). Η ίδια διάκριση των Ελλήνων με τους άλλους λαούς και με τον αυτό όρο, γίνεται και από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Στην προς Ρωμαίους επιστολήν του ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει: ‘’Έλλησί τε και βαρβάροις, σοφοίς τε
και ανοήτοις οφειλέτης ειμί’’. (Α΄ στ. 14). ‘’Και στους Έλληνες και στους βαρβάρους και στους σοφούς και στους αμαθείς είμαι οφειλέτης, (οφείλω να τους κηρύξω το Ευαγγέλιο)’’. Επίσης, ο Ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρει: ‘’Ως δε είδον οι βάρβαροι κρεμάμενον το θηρίον εκ της χειρός αυτού, έλεγον προς αλλήλους’’. (ΚΗ΄, στ. 4). Ομοίως, ο Ευαγγελιστής Λουκάς
αναφέρει: ‘’Και διασωθέντες τότε επέγνωσαν ότι Μελίτη η νήσος καλείται. Οι δε βάρβαροι παρείχον ου την τυχούσαν φιλανθρωπίαν ημίν’’. (ΚΗ΄ στ. 2). Η νήσος Μελίτη είναι η νήσος Μάλτα. Μελίτη ελέγετο, επίσης, και η νήσος Σαμοθράκη όπως αναφέρει ο Στράβων: ‘’Και Μελίτην πρότερον την Σαμοθράκην καλείσθαι και πλουσίαν δε είναι’’. Συνεπώς ο χαρακτηρισμός βάρβαροι με την έννοια του μη ελεύθερου, του μη ευνομούμενου, το μη πολιτισμένου, μάλλον μπορεί να δικαιολογηθεί. Ο Μέγας Αλέξανδρος ξέφυγε και από όλα τα έως τότε δεδομένα και πρότυπα, τα ξεπέρασε και ως πρωταρχικό στοιχείο του ανθρώπου θεωρούσε την αρετή. Ο Πλούταρχος αναφερόμενος στην αρετή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και στο τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τους ανθρώπους, αναφέρει τα λεχθέντα από το Μέγα Αλέξανδρο, ότι δηλαδή χαρακτηριστικό στοιχείο του Έλληνα είναι η αρετή και του βαρβάρου η κακία, και ότι κάλεσε τους ανθρώπους να θεωρούν συγγενείς τους ενάρετους και ξένους τους πονηρούς: ‘’Πατρίδα μεν την οικουμένην προσέταξεν ηγείσθαι πάντας,
ακρόπολιν δε και φρουράν το στρατόπεδον, συγγενείς δε τους αγαθούς, αλλοφύλους δε τους πονηρούς˙ το δ΄ Ελληνικόν και βαρβαρικόν μη χλαμύδι μηδέ πέλτη μηδ΄ ακινάκη μηδέ κάνδυι διορίζειν, αλλ΄ το μεν Ελληνικόν αρετή το δε βαρβαρικόν κακία τεκμαίρεσθαι, κοινάς δ΄ εσθήτας ηγείσθαι και τραπέζας και γάμους και διαίτας, δι΄ αίματος και τέκνων ανακεραννυμένους’’.
(Περί της Αλεξάνδρου Τύχης ή Αρετής, 6). ‘’Και πρόσταξε όλους να θεωρούν πατρίδα τους την οικουμένη, και ακρόπολη και φρούριο το στρατόπεδο, και διέταξε συγγενείς να θεωρούν τους καλούς και εχθρούς τους πονηρούς, και ακόμη να ξεχωρίζουν τους Έλληνες από τους βαρβάρους, όχι από τη χλαμύδα και την πέλτη (μικρή ελαφρά ασπίδα) και τον ακινάκη και την κάνδυ, αλλά να τεκμαίρουν τον Έλληνα από την αρετή και το βάρβαρο από την κακία. Και καθόρισε να μην υπάρχει διάκριση στην ενδυμασία, στα τραπέζια στους γάμους και στη δίαιτα, αφού αναμιγνύονταν με τους δεσμούς του αίματος και
των τέκνων’’. Εκατό χρόνια μετά το Μέγα Αλέξανδρο, ο Ερατοσθένης υποστήριξε ότι είναι άδικο να διαιρούνται οι άνθρωποι σε Έλληνες και βαρβάρους˙ το δίκαιο είναι να διακρίνονται με κριτήριο την αρετή ή την κακία. Οι Βαρδαρίτες τι προσέφεραν στον πολιτισμό και στην ανθρωπότητα και ποια αρετή επιδεικνύουν; Είναι λυπηρό να θέλουν να μπουν στην κοινωνία των εθνών με το κλεμμένο όνομα Μακεδονία και σφετεριζόμενοι την ιστορία της. Δεν έχουν κανένα επιχείρημα, κανένα λόγο να φέρονται έτσι απέναντι στην Ελλάδα. Όμως, το όνομα Μακεδονία δεν τους το χαρίζουμε και δεν ανεχόμαστε να μάς το υφαρπάζουν και να το σφετερίζονται. Το συμπέρασμα το οποίο προκύπτει και από τα ανωτέρω είναι: Οι Μακεδόνες είναι μόνο Έλληνες. Οι Βαρδαρίτες δεν είναι Μακεδόνες.

ΔΟΓΑΣ Ι. ΜΗΝΑΣ


ΔΟΓΑΣ Ι. ΜΗΝΑΣ
(http://www.panmacedonian.info/ESTIN%20OUN%20ELLAS%20KAI%20H%20MAKEDONIA.pdf)