Γεννήθηκε στο Μοναστήρι. Μικρός ακόμα ακούγοντας τα λόγια των μεγαλυτέρων με το αδάμαστο ελληνικό φρόνημα αποφάσισε να προσφέρει τη ζωή του στον αγώνα. Κι έτσι βρέθηκε ο πρώτος εκδικητής του Μοναστηρίου. Τα βιβλία που μιλούν γι° αυτόν αναφέρουν καθημερινά επεισόδια αυταπάρνησης και ηρωισμού, τις περισσότερες φορές μέσα στις φωλιές των Βουλγάρων και μέσα σε στρατοκρατούμενες περιοχές, πρόσφεραν πολλά σ' εκείνο το μεγάλο και ωραίο αγώνα. Η τόλμη του, που έφτανε στα όρια της παραφροσύνης, η περιφρόνηση προς τους φονιάδες, η όρθια και φανερή στάση διέγραφαν αδρά την προσωπικότητα του Μακεδονομάχου. Το 1904 ανήκε στο σώμα του Κώττα και το 1905 εντάχθηκε στο σώμα του Καραβίτη και τον Ιούλιο του ιδίου χρόνου σημείωσαν μεγάλη νίκη στη Κλαδοράχη της Φλώρινας, καταφέρνοντας να διαλύσουν το σώμα του βοεβόδα Ναούμ. Αργότερα πέρασε στο σώμα του Ρουπακά. Ελαβε μέρος σε σύγκρουση με συμμορία Τουρκαλβανών κοντά στη Δόιρδα της Βορείου Ηπείρου και στη μάχη της Φτελιάς Καστοριάς, όπου εξοντώθηκε ο κομιτατζής Κορσατώφ. Στα 1907 χωρίστηκε από το σώμα του Ρουπακά για να συνεχίσει τον αγώνα με το δικό του σώμα στην περιοχή Μοναστηρίου. Στις 22 Σεπτεμβρίου του ιδίου χρόνου μαζί με τον Παύλο Γύπαρη οργάνωσαν συντονισμένη επίθεση στο Σμάρδεσι (Κρυσταλοπηγή) και πέτυχαν να κυκλώσουν τους κομιτατζήδες. Παρόλη την αμείλικτη τουρκική καταδίωξη, που άρχισε τα τέλη του 1906 αλλά και την οικονομική εξάντληση του χριστιανικού στοιχείου του Μακεδονικού χώρου, οι ελληνικοί αιφνιδιασμοί συνεχίστηκαν και επεκτάθηκαν. Στο Μορίχοβο οι οπλαρχηγοί Καραβίτης, Νικολούδης, Ζώης, Βολάνης κ.α. μαζί με τον Καπετάν Στέφο συγκροτούσαν τα ισχυρότερα ερείσματα της ένοπλης ελληνικής αντίστασης. Στον πόλεμο του 1912 πολέμησε ως επικεφαλής προσκόπων - όπως αποκλήθηκαν οι Μακεδονομάχο! για να πολεμήσουν στα μετώπισθεν του εχθρού - κι απελευθέρωσε εν ονόματι της Ελλάδας τα χωριά Αναρράχη, Εμπόριο της Πτολεμαΐδας, υψώνοντας παντού την Ελληνική σημαία. Μετά την απελευθέρωση, εγκαταστάθηκε στη Φλώρινα. Το Φεβρουάριο του 1914 ξεκίνησε απ' τη Φλώρινα με 40 άντρες για τη Βόρεια 'Ηπειρο. Τον είχε καλέσει για βοήθεια η "Προσωρινή Επιτροπή". Εγκατέστησε το στρατηγείο του στο Γιαννοχώρι και κατόρθωσε να ξεσπιτώσει όλα τα χωριά του ανατολικού Γράμμου. Στο μεσοπόλεμο έδρασε και πάλι ως αρχηγός ένοπλης ομάδας εναντίον των κομιτατζήδικων ομάδων που εισέβαλαν στη Δυτική Μακεδονία. Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο διακρίθηκαν μαζί με το γιο του Επαμεινώνδα στη μάχη Φαρδυκάμπου Σιατίστης. Στην κατοχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση. O Καπετάν Στέφος, βλέποντας την επιρροή των κομιτατζήδων πήρε το γιό του Επαμεινώνδα Γρηγορίου, ένα αγγελόμορφο παλικάρι, τεταρτοετή της Σχολής Ευελπίδων και φοιτητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 4-5 ενωματάρχες και τον αεροπόρο Καντύλη και τράβηξε για τη γνώριμη του Βλάστη. Εκεί συνάντησε άντρες του ΕΜΑΣ και τους παρέδωσε με όλη του την καρδιά, όπως είπε, το γιό του Επαμεινώνδα. Κατατάχτηκαν όλοι που τον ακολουθούσαν. O ίδιος δεν μπορούσε πια, γιατί τα χρόνια είχαν περάσει. Στις 24 Μαϊου 1943 τον κάλεσαν οι "νέοι αντάρτες" για σύσκεψη στο Σισάνι Βόιου και τον δέχτηκαν με πολλές τιμές κα περιποιήσεις. Την άλλη μέρα τον σκότωσαν με πέτρες και ξύλα. Στους κατάπληκτους χωρικούς, που άρχισαν να διαμαρτύρονται, είπαν ότι κατάδωσε τον Μόδη στους Γερμανούς. Την ίδια μέρα κατέσφαξαν και τον γιό του. Η ζωή του Στέφανου είχε δεθεί άρρηκτα με τη μακεδονική ιστορία του αιώνα μας. Υπήρξε πολυτάραχη και μαρτυρική, ηρωϊκή και τραγική. Έτσι όπως γράφτηκε από αιώνες η μοίρα της Μακεδονίας μας.
Εργασία του 2ου Δημοτικού Σχολείου της Φλώρινας με θέμα τα αγάλματα της Πόλης, 5/6/1996