Μια τυχαία επίσκεψη στο κοιμητήριο του Αγίου Γεωργίου με οδήγησε να παρατηρήσω ένα εγκατελειμένο μνήμα που είχε όμως κάτι ιδιαίτερο. Την περιέργεια μου κίνησε η φωτογραφία του ζευγαριού. Ήταν ο Λεωνίδας Καλαμάρας και η σύζυγός του Βάσω. Δύο πρόσωπα που δεν γνώριζα τίποτα για αυτούς, όπως και οι περισσότεροι Φλωρινιώτες άλλωστε.
Κυριάκος Παρλαπανίδης
Ηλεκτρονική εφημερίδα " ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ"
Άρθρο Της ΔΙΑΜΑΝΤΕΝΙΑΣ ΡΙΜΠΑ
Απ’ την Φλώρινα ο Λεωνίδας Καλαμάρας του Αθανασίου και της Χριστίνας Ηλιάδη με τη
σύζυγό του Βάσω Καλαμάρα του
Δημητρίου Παπαγιαννάκη και της
Κωνσταντίνας Παφιλά απ’
την Αθήνα έζησαν απ’
το
1950 στην Δυτική Αυστραλία 66 εξήντα έξι
χρόνια με αγάπη,
δημιουργοί. (και δημιουργία).
Ο Λεωνίδας γλύπτης και
ανώτατος καθηγητής γλυπτικής και ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών της Πέρθης για 33 χρόνια.
Η Βάσω ποιήτρια, θεατρικός
συγγραφέας διηγηματογράφος καθηγήτρια της ελληνικής γλώσσας για 22 χρόνια στη σχολή T.A.F.E της
Πέρθης.
Έχουν δύο γιους τον Αθανάσιο και
τον Κωνσταντίνο δύο
εγγονές την Νατάσσα και την Βασιλική και δύο
εγγονούς τον Δάμονα και τον Ιάσονα.
Με την ψυχή της πατρίδας και
του ελληνισμού στην καρδιά τους. (Αντιγραφή από την πλάκα)
Ηλεκτρονική εφημερίδα " ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ"
Έφυγε από τη ζωή σεμνά και αθόρυβα, έτσι όπως τη διάβηκε
82 συναπτά έτη -από τα πρώτα του βήματα στα πάτρια εδάφη στη Φλώρινα μέχρι και
στην Πέρθη της Αυστραλίας, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 6 Φεβρουαρίου
2014.
Γλύπτης και ζωγράφος, που
καταξιώθηκε στη δεύτερη πατρίδα και λάμπρυνε τον κατάλογο των διακεκριμένων
Ελλήνων της διασποράς όχι μόνο της Αυστραλίας, αλλά και από άλλες ηπείρους, το
έργο του Λεωνίδα Καλαμάρα ταυτίστηκε με την Ελλάδα. Υπήρξε «μία από τις πιο
χαρακτηριστικές και σημαντικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης τέχνης», όπως πολύ
εύστοχα τον είχε χαρακτηρίσει ο ακαδημαϊκός Χρύσανθος Χρήστου, ομότιμος
καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης. Ο Λεωνίδας ήταν αυτός που ουσιαστικά
οργάνωσε το Τμήμα Γλυπτικής του Claremont School of Art της Πέρθης, όπου από το
1968, ως Ανώτατος καθηγητής γλυπτικής, ανέθρεψε γενιές νέων καλλιτεχνών.
Οι επιρροές που έχει δεχθεί από
την αρχαία ελληνική γλυπτική φαίνονται καθαρά στα έργα του, επιρροές που
εφάρμοσε με προσήλωση, αλλά ταυτόχρονα και μεγάλη δόση ελευθερίας. Κατά γενική
ομολογία η αγάπη του καλλιτέχνη για την πατρίδα και της ελληνικές τέχνες,
άλλωστε, είναι διάχυτη στο έργο του και την αποτύπωνε με εξαιρετικό τρόπο. Ο
ίδιος τόνιζε πως καμία άλλη τέχνη στις μέρες μας δεν προσεγγίζει τόσο πολύ την
Αρχαία Ελληνική, όσο η γλυπτική. «Με μαγνήτιζε πάντοτε εκείνος ο βαθύτατος
ανθρωπισμός που κυριαρχεί στις κλασικές φιγούρες της ελληνικής Τέχνης» έλεγε με
τη συστολή εφήβου, που τον χαρακτήριζε. Προτιμούσε να μιλούν οι άλλοι γι΄ αυτόν,
μα τον πρώτο λόγο ήθελε, και το πετύχαινε, να τον έχουν τα έργα του.
ΜΙΑ ΖΩΗ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
Στην Αυστραλία ο Λεωνίδας
Καλαμάρας βρέθηκε το 1950 για να συναντήσει τον πατέρα του Αθανάσιο, ο οποίος
ζούσε και εργαζόταν μέσα στα δάση, στα περίχωρα του Manjimup της Δυτικής
Αυστραλίας, 300 μίλια απ’ το Perth. Εκεί έφτιαχναν τραβέρσες για σιδηροδρομικές
γραμμές. Ο Λεωνίδας μαζί του έφερε και τη σύντροφό του Βάσω, συγγραφέας και
ποιήτρια, την οποία γνώρισε στον λίγο καιρό που έμεινε στην Αθήνα και αγάπησε για
πάντα. Η πρώτη τους συνάντηση έγινε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου ο
Λεωνίδας επιθυμούσε τόσο να σπουδάσει!
«Φύγαμε μαζί, με πολλά όνειρα, για
το λιμάνι της Πέρθης και από εκεί ταξιδέψαμε άλλα 300 μίλια μακριά για να
φτάσουμε στο Μάντζιμαπ, όπου ζήσαμε δέκα ολόκληρα χρόνια… Εκεί δεν βλέπαμε
τίποτε άλλο εκτός από την απεραντοσύνη του δάσους. Δουλέψαμε πολύ σκληρά,
ήμασταν όμως τόσο νέοι. Εκεί, στεριώσαμε την οικογένειά μας, εκεί άρχισαν να
παίρνουν αχνή μορφή τα όνειρά που κάναμε» θυμάται η Βάσω Καλαμάρα, η οποία
αρνείται και τώρα να πιστέψει, εννέα μήνες μετά, ότι ο Λεωνίδας της δεν είναι
πια κοντά της.
Ο Λεωνίδας έτρεφε απεριόριστη
εκτίμηση για τη σκληρή δουλειά των ξυλοκόπων. Έντονες ήταν στη μνήμη του οι
εικόνες που του μετέφερε ο πατέρας του, Θανάσης Καλαμάρας, ο οποίος πήγε για
πρώτη φορά στην Αυστραλία το 1924. Γύρισε στην πατρίδα το 1930, όπου έμεινε για
τρία χρόνια. Μετά έφυγε πάλι για Αυστραλία.
«Ξυλοκόποι ήταν τότε, στην πλειονότητά τους, Καστελορίζιοι και Μακεδόνες. Μόλις έβγαιναν από τα καράβια, τους έδιναν ένα φτυάρι κι ένα πριόνι και τους έστελναν μέσα στα πυκνά δάση της Δυτικής Αυστραλίας να κόβουν κορμούς δέντρων για τις ράγες των σιδηροδρόμων. Έμεναν σε αντίσκηνα, κοντά στα ποτάμια και η τροφοδοσία γινόταν κάθε δύο με τρεις μήνες. Αλεύρι, μακαρόνια, λίπος και αυγά, που έπρεπε να κρύβουν από τα καγκουρό και τα κοάλα που έβρισκαν τον τρόπο να τα ξετρυπώνουν και να τους αφήνουν νηστικούς.
«Ξυλοκόποι ήταν τότε, στην πλειονότητά τους, Καστελορίζιοι και Μακεδόνες. Μόλις έβγαιναν από τα καράβια, τους έδιναν ένα φτυάρι κι ένα πριόνι και τους έστελναν μέσα στα πυκνά δάση της Δυτικής Αυστραλίας να κόβουν κορμούς δέντρων για τις ράγες των σιδηροδρόμων. Έμεναν σε αντίσκηνα, κοντά στα ποτάμια και η τροφοδοσία γινόταν κάθε δύο με τρεις μήνες. Αλεύρι, μακαρόνια, λίπος και αυγά, που έπρεπε να κρύβουν από τα καγκουρό και τα κοάλα που έβρισκαν τον τρόπο να τα ξετρυπώνουν και να τους αφήνουν νηστικούς.
Σωστή κόλαση το καλοκαίρι από
τους καύσωνες και παγωνιά το χειμώνα, μέσα στο αντίσκηνο που έμπαζε από παντού.
Δεν βαρυγκωμούσαν, όμως. Τα βράδια μαζεύονταν στα αντίσκηνα και έλεγαν παλιές
ιστορίες. Διάβαζαν και ξαναδιάβαζαν εφημερίδες, δύο και τριών μηνών, και
σχολίαζαν … την επικαιρότητα! Φοβερό σκαρί ανθρώπων».
«Δύο-τρία χρόνια πριν έρθουμε στον πατέρα του Λεωνίδα, που έγινε και δικός μου, για καλή μας τύχη, ο πατέρας με μερικούς άλλους συγχωριανούς, σε χωράφια ενοικιασμένα άρχισαν να φυτεύουν καπνά. Με νοίκι μείναμε ένα χρόνο. Με τον πατέρα του, έγινε συνέταιρος ο Λεωνίδας, και μαζί σήκωσαν χρέος απ’ την τράπεζα και αγόρασαν 6 μίλια απ’ το χωριό γή άγριο δάσος. Οι δυo τους με τα χέρια, τότε δεν υπήρχαν ευκολίες σαν τώρα. Έριχναν τα πελώρια δέντρα με μεγάλα πριόνια και καθάρισαν μέρος για χωράφι. Εκεί καλλιεργήσαμε δικά μας καπνά. Ποτέ δεν χωρίσαμε με τον πατέρα, ήταν ο πιο καλός και τρυφερός παππούς για τα δυo του εγγόνια, ως το 1981, που έφυγε απ’ τη ζωή.
«Δύο-τρία χρόνια πριν έρθουμε στον πατέρα του Λεωνίδα, που έγινε και δικός μου, για καλή μας τύχη, ο πατέρας με μερικούς άλλους συγχωριανούς, σε χωράφια ενοικιασμένα άρχισαν να φυτεύουν καπνά. Με νοίκι μείναμε ένα χρόνο. Με τον πατέρα του, έγινε συνέταιρος ο Λεωνίδας, και μαζί σήκωσαν χρέος απ’ την τράπεζα και αγόρασαν 6 μίλια απ’ το χωριό γή άγριο δάσος. Οι δυo τους με τα χέρια, τότε δεν υπήρχαν ευκολίες σαν τώρα. Έριχναν τα πελώρια δέντρα με μεγάλα πριόνια και καθάρισαν μέρος για χωράφι. Εκεί καλλιεργήσαμε δικά μας καπνά. Ποτέ δεν χωρίσαμε με τον πατέρα, ήταν ο πιο καλός και τρυφερός παππούς για τα δυo του εγγόνια, ως το 1981, που έφυγε απ’ τη ζωή.
Το 1960-61, ο Λεωνίδας κατάφερε
να εκπληρώσει το μεγάλο του όνειρο: Επέστρεψε στην Ελλάδα οικογενειακώς, όπου
παρακολούθησε για ένα χρόνο το τμήμα γλυπτικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών
με πρώτο δάσκαλό του τον Γιάννη Παππά, ενώ η Βάσω έκανε θεατρικές σπουδές στη
Δραματική Σχολή του Κρατικού Θεάτρου, με διευθυντή τον αείμνηστο Σωκράτη
Καραντινό… και τα δύο παιδιά τους πήγαν σε Ελληνικό Δημοτικό Σχολείο.
Επιστέφοντας στην Πέρθη, ο Λεωνίδας ολοκλήρωσε τις σπουδές του και πήρε δίπλωμα γλυπτικής και ζωγραφικής. Το 1968 εκλέχθηκε Τακτικός Καθηγητής του Claremont School of Art, Perth, W.A. όπου και ουσιαστικά οργάνωσε το τμήμα γλυπτικής.
Επιστέφοντας στην Πέρθη, ο Λεωνίδας ολοκλήρωσε τις σπουδές του και πήρε δίπλωμα γλυπτικής και ζωγραφικής. Το 1968 εκλέχθηκε Τακτικός Καθηγητής του Claremont School of Art, Perth, W.A. όπου και ουσιαστικά οργάνωσε το τμήμα γλυπτικής.
«Η ανέλιξή του ως την ανώτερη
βαθμίδα τα επόμενα χρόνια επιβεβαίωσε τη δυναμική που ανέπτυξε στο χώρο της
Τέχνης, μιας τέχνης διευρυμένης, συνακόλουθης με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις,
καθώς οι επαφές του με αυτές ήταν συνεχείς», επισημάνει η ιστορικός, κριτικός
τέχνης, Έλλη Καπλάνη-Κοκκίνη.
Και το όνειρο εμπλουτιζόταν με τα
χρόνια, με την οικογένεια Καλαμάρα να διαπρέπει στα πολιτιστικά δρώμενα της
Δυτικής Αυστραλίας. Κατάφεραν μαζί με τη Βάσω, που ήταν για 66 χρόνια το alter
ego του, αλλά και τους δύο γιους τους, κατάφεραν να γίνουν καταξιωμένα και
σεβαστά μέλη της αυστραλιανής καλλιτεχνικής κοινότητας. Ο ένας γιος, ο
Αθανάσιος, γλύπτης και για 22 χρόνια Τακτικός Καθηγητής Γλυπτικής στην ίδια
Σχολή Καλών Τεχνών της Πέρθης, ενώ ο Κωνσταντίνος Αρχιτέκτονας και Τακτικός
Καθηγητής στη Σχολή T.A.F.E. Perth, W.A.
Το πλούσιο συγγραφικό έργο της
Βάσως, που έτυχε ευρείας αποδοχής και από το αυστραλιανό φιλότεχνο κοινό,
υπήρξε πηγή έμπνευσης για τον Λεωνίδα, όπως η προτομή της βασίλισσας Ολυμπιάδας
και του βασιλέα Φιλίππου Β΄, που φιλοτέχνησε για το εξώφυλλο του θεατρικού της
έργου αφιερωμένο στη μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η αναγνώριση της Αυστραλίας εκφράστηκε έμπρακτα προς τον Λεωνίδα Καλαμάρα. Τιμήθηκε-μεταξύ άλλων-και με χορηγία από το Community Art Board Australia Council, το 1981 και άλλη μία κρατική χορηγία της κυβέρνησης της Δυτικής Αυστραλίας, το 2004, για να εκθέσει έργα του στην Ελλάδα, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αντίστοιχα, σε αναγνώριση της μακράς συμβολής στην καλλιτεχνική και πολιτιστική σκηνή, με την ιδιότητά του ως καλλιτέχνη, γλύπτη και ως εκπαιδευτικού, όπως τονίστηκε από τους Αυστραλούς.
Η αναγνώριση της Αυστραλίας εκφράστηκε έμπρακτα προς τον Λεωνίδα Καλαμάρα. Τιμήθηκε-μεταξύ άλλων-και με χορηγία από το Community Art Board Australia Council, το 1981 και άλλη μία κρατική χορηγία της κυβέρνησης της Δυτικής Αυστραλίας, το 2004, για να εκθέσει έργα του στην Ελλάδα, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αντίστοιχα, σε αναγνώριση της μακράς συμβολής στην καλλιτεχνική και πολιτιστική σκηνή, με την ιδιότητά του ως καλλιτέχνη, γλύπτη και ως εκπαιδευτικού, όπως τονίστηκε από τους Αυστραλούς.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά
στον Λεωνίδα Καλαμάρα του πρέσβη της Αυστραλίας στην Ελλάδα, Paul Tighe κατά τη
διάρκεια των εγκαινίων της ατομικής έκθεσης γλυπτικής-ζωγραφικής του το 2007,
με τιμητική πρόσκληση, του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων. Στην
ομιλία του ο κ. Tighe τόνισε: «Θα ήθελα να συγχαρώ τον κύριο Λεωνίδα Καλαμάρα
για τα υπέροχα έργα Τέχνης του που εκτίθενται εδώ, καθώς και για τη μακρά του
συμβολή στην αυστραλιανή καλλιτεχνική και πολιτιστική σκηνή με την ιδιότητα του
καλλιτέχνη, γλύπτη, και με την ιδιότητά του ως εκπαιδευτικού. Αναμφίβολα, ο κ.
Καλαμάρας, καθώς και άλλα μέλη της οικογενείας του είναι καταξιωμένα και
σεβαστά μέλη της Αυστραλιανής καλλιτεχνικής κοινότητας. Ως εκ τούτου, ήταν χαρά
για την Πρεσβεία της Αυστραλίας στην Αθήνα να σχετιστεί με την έκθεση του
κυρίου Καλαμάρα και ειδικότερα λόγω της βαθιάς σχέσης του καλλιτέχνη τόσο με
την Ελλάδα όσο και με την Αυστραλία».
Αλλά και η Ελλάδα αναγνώρισε στο
πρόσωπο του Λεωνίδα Καλαμάρα τον εξαιρετικό καλλιτέχνη, που δόξασε το όνομα το
ελληνικό στους Αντίποδες.
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του καθηγητή Γιώργου Μαυροΐδη, πρώτου πρύτανη της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, για τον Λεωνίδα Καλαμάρα:
«Είναι τόσο παράλογο να βλέπει κανένας ότι η λευτεριά, εκείνη η ουσιαστική και ενδόμυχη, σαν του Σολωμού, μπορεί να ξαναγεννιέται από Έλληνες. Είναι τόσο δύσκολο αυτό να το συναντήσει κανένας στον τόπο μας, το στενεμένο. Μήπως πια πρέπει γι’ αυτό να αποτεινόμαστε στους Έλληνες που είναι μακριά από την Ελλάδα;».
«Ο Λεωνίδας Καλαμάρας είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές και σημαντικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης Τέχνης», είχε πει χαρακτηριστικά ο Ακαδημαϊκός Χρύσανθος Χρήστου. «Διακρίνεται για την έκταση και τον πλούτο της μορφοπλαστικής του γλώσσας και δεν ξέχασε ποτέ την ελληνική καταγωγή του, κάτι που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο αποδεικνύεται από τη θεματογραφία του, τις αναζητήσεις, τις διατυπώσεις του. Γιατί έχει σαν καθοριστικό του θέμα την ανθρώπινη μορφή, χρησιμοποιεί ένα μορφοπλαστικό λεξιλόγιο το οποίο δεν θυσιάζει την οπτική πραγματικότητα, οι αναζητήσεις έχουν σαν στόχο την έκφραση του ουσιαστικού και του διαχρονικού… Σε μια γλυπτική που διακρίνεται για το πηγαίο της σύλληψης και την εκφραστική δύναμη των μορφών του, την αμεσότητα και την πλαστική αλήθεια των διατυπώσεων… Ότι κάνει μεγαλύτερη εντύπωση στην καλλιτεχνική δημιουργία του είναι η προσωπική χρησιμοποίηση ενός εξπρεσιονιστικού λεξιλογίου που δίνει τον τόνο τόσο στη γλυπτική όσο και τη ζωγραφική του…»
Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του καθηγητή Γιώργου Μαυροΐδη, πρώτου πρύτανη της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, για τον Λεωνίδα Καλαμάρα:
«Είναι τόσο παράλογο να βλέπει κανένας ότι η λευτεριά, εκείνη η ουσιαστική και ενδόμυχη, σαν του Σολωμού, μπορεί να ξαναγεννιέται από Έλληνες. Είναι τόσο δύσκολο αυτό να το συναντήσει κανένας στον τόπο μας, το στενεμένο. Μήπως πια πρέπει γι’ αυτό να αποτεινόμαστε στους Έλληνες που είναι μακριά από την Ελλάδα;».
«Ο Λεωνίδας Καλαμάρας είναι μια από τις πιο χαρακτηριστικές και σημαντικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης Τέχνης», είχε πει χαρακτηριστικά ο Ακαδημαϊκός Χρύσανθος Χρήστου. «Διακρίνεται για την έκταση και τον πλούτο της μορφοπλαστικής του γλώσσας και δεν ξέχασε ποτέ την ελληνική καταγωγή του, κάτι που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο αποδεικνύεται από τη θεματογραφία του, τις αναζητήσεις, τις διατυπώσεις του. Γιατί έχει σαν καθοριστικό του θέμα την ανθρώπινη μορφή, χρησιμοποιεί ένα μορφοπλαστικό λεξιλόγιο το οποίο δεν θυσιάζει την οπτική πραγματικότητα, οι αναζητήσεις έχουν σαν στόχο την έκφραση του ουσιαστικού και του διαχρονικού… Σε μια γλυπτική που διακρίνεται για το πηγαίο της σύλληψης και την εκφραστική δύναμη των μορφών του, την αμεσότητα και την πλαστική αλήθεια των διατυπώσεων… Ότι κάνει μεγαλύτερη εντύπωση στην καλλιτεχνική δημιουργία του είναι η προσωπική χρησιμοποίηση ενός εξπρεσιονιστικού λεξιλογίου που δίνει τον τόνο τόσο στη γλυπτική όσο και τη ζωγραφική του…»
Το πλέον αντιπροσωπευτικό και
περισσότερο γνωστό εκφραστικό πεδίο του Λεωνίδα Καλαμάρα στην Ελλάδα είναι η
γλυπτική του, με τον έντονο εκφρασμένο ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα. Δεν θα
πρέπει, όμως, να παραλείψουμε να αναφέρουμε, ότι με αξιοσημείωτη δεξιότητα
επιδόθηκε και στη ζωγραφική, όπου στα έργα του κυριαρχούν οι προσωπογραφίες και
οι αναφορές στο αυστραλιανό τοπίο.
Έργα του Λεωνίδα Καλαμάρα
βρίσκονται (εκτός από την Αυστραλία) στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας, στο
Μουσείο Ίωνα Βορρέ, στην Πινακοθήκη της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, στη
Θεσσαλονίκη, στη Φλώρινα και σε άλλους χώρους τέχνης στην Ελλάδα. Στην Πέρθη,
στο Curtin University W.A. οι τρεις φιγούρες σε μέταλλο, τρία μέτρα ύψος η κάθε
μια, άλλα έργα του σε κρατικές πινακοθήκες της W.A.
Σε όλη του τη ζωή ο Λεωνίδας διατήρησε
αμείωτα τους δεσμούς του με την Ελλάδα, κάτι που μετέφερε στα παιδιά και στα
τέσσερα εγγόνια του. Από την αρχή της λαμπρής σταδιοδρομίας του, παρά τις
δυσκολίες της απόστασης, επέλεγε να παρουσιάζει το έργο του στον τόπο του –
Αθήνα, Θεσσαλονίκη, στην ιδιαίτερη πατρίδα, τη Φλώρινα. Ο πολυβραβευμένος
καλλιτέχνης είχε διοργανώσει περισσότερες από δεκαπέντε ατομικές εκθέσεις στην
Αυστραλία και στην Ελλάδα, ενώ είχε λάβει μέρος και σε πολλές ομαδικές εκθέσεις
στις δύο χώρες.
ΤΟ ΣΤΕΡΝΟ ΑΝΤΙΟ ΤΗΣ ΒΑΣΩΣ
66 Χρόνια Μαζί
Σε γυρεύω, τι να φωνάζω πια τ’ όνομά σου
ά δ ι κ α
εκεί που έφυγες ποτές φωνές δεν ακούγονται
και η φωνή μου, οι στίχοι των ποιητών,
οι μελωδίες των ήχων χάνονται
σ τ ο κ ε ν ό,
που ματαιοδοξούμε να καταχτήσουμε.
Στο κενό όλα χάνονται, σαν την Πρωινή
Πάχνη κάτω από τις πρώτες θερμές ακτίνες
τ η ς Α υ γ ή ς.
Σε γυρεύω, τι να φωνάζω πια τ’ όνομά σου
ά δ ι κ α
εκεί που έφυγες ποτές φωνές δεν ακούγονται
και η φωνή μου, οι στίχοι των ποιητών,
οι μελωδίες των ήχων χάνονται
σ τ ο κ ε ν ό,
που ματαιοδοξούμε να καταχτήσουμε.
Στο κενό όλα χάνονται, σαν την Πρωινή
Πάχνη κάτω από τις πρώτες θερμές ακτίνες
τ η ς Α υ γ ή ς.
ΒΑΣΩ ΛΕΩΝ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ
(Γένος Δημ. Παπαγιαννάκη)
27/7/2014
Περθ, Δυτική Αυστραλία
(Γένος Δημ. Παπαγιαννάκη)
27/7/2014
Περθ, Δυτική Αυστραλία