Ο καιρός της Φλώρινας

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

Η επίθεση των Γερμανών στην περιοχή της Φλώρινας


Στις 6 Απριλίου 1941, οι γερμανικές στρατιές εισέβαλαν ταυτόχρονα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία. Στα οχυρά της γραμμής Μεταξά συνάντησαν πεισματική αντίσταση από τις ελληνικές φρουρές. Την ίδια στιγμή όμως, ο γιουγκοσλαβικός στρατός αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων και διαλύθηκε κάτω από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα του γερμανικού 40ου Τεθωρακισμένου Σώματος. Ο κρίσιμος διάδρομος Μοναστηρίου-Κοζάνης, έμεινε τελείως ακάλυπτος. Μπροστά στον διαγραφόμενο κίνδυνο, η ελληνοβρετανική ηγεσία, (στρατηγός Ουίλσον και υπ” αυτόν ο Έλληνας στρατηγός Χρ. Καράσσος) προώθησε βιαστικά δυνάμεις, για να καλύψουν το ρήγμα. Σ’ αυτές τις δυνάμεις περιλαμβάνονταν, μια από τις καλύτερες μονάδες του Ελληνικού Στρατού, η Μεραρχία Ιππικού, υπό τον υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά. Η μεραρχία είχε λάβει μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και είχε καταγράψει στο ενεργητικό της αρκετές επιτυχίες, μεταξύ αυτών και τη συμμετοχή της στην διάλυση της επίλεκτης ιταλικής μεραρχίας αλπινιστών «Τζούλια». Σύντομα έφθασε στο όρος Βαρνούς, δυτικά της Φλώρινας, αποκλείοντας τον πλέον σημαντικό δρόμο, που οδηγούσε στην Κρυσταλλοπηγή, στην Κορυτσά και στην Καστοριά.

Η επίθεση των Γερμανών
Στις 10 Απριλίου, οι Γερμανοί διενήργησαν αναγνωριστική επίθεση. Η ελληνική αντίσταση όμως, δεν τους επέτρεψε να προχωρήσουν. Την επομένη, τμήματα της 73ης γερμανικής Μεραρχίας, εξόρμησαν από την πόλη της Φλώρινας. Πλησιάζοντας τις ελληνικές γραμμές, βλήθηκαν από τους ιππείς που είχαν αφιππεύσει και μάχονταν ως πεζοί και από το ελαφρύ και το βαρύ πυροβολικό της Μεραρχίας Ιππικού. Η σύγκρουση γενικεύθηκε, όταν οι Γερμανοί αναπτύχθηκαν και ανταπέδωσαν τα πυρά.

 Η ακρίβεια του πυροβολικού
 Οι εύστοχες βολές των Ελλήνων πυροβολητών και η δυσκολία των Γερμανών να κινηθούν πάνω στα χιονισμένα και άγνωστα σε αυτούς υψώματα, όπου παραμόνευε ο θάνατος, δημιούργησαν γρήγορα άσχημες συνθήκες για τους επιτιθέμενους. Παρ’ όλα αυτά, οι Γερμανοί πολέμησαν με πείσμα, προσπαθώντας να εκβιάσουν τη διάβαση. Όμως εκείνη την ημέρα αντιμετώπιζαν σκληροτράχηλους βετεράνους του Αλβανικού Μετώπου και όχι απρόθυμους Γιουγκοσλάβους στρατιώτες. Επειδή οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να πετύχουν κάποια πρόοδο, διέπραξαν το σφάλμα να επικεντρώσουν την προσπάθειά τους σε μια μετωπική έφοδο πεζών κατά μήκος του δρόμου, ο οποίος όμως ήταν κάτω από το προετοιμασμένο πυρ του ελληνικού πυροβολικού. Το τελευταίο άρχισε με τη γνωστή του χειρουργική ακρίβεια να σκορπίζει τον θάνατο στους αλλόφρονες Γερμανούς. Η κατάσταση χειροτέρεψε για τους επιτιθέμενους, όταν ένας ουλαμός ιππέων ελίχθηκε, ώστε να αποκόψει την οδό οπισθοχώρησης του εχθρού. Οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα άρματα και τα τεθωρακισμένα οχήματά τους στον βαλλόμενο στενό δρόμο. Βλέποντας τους ελληνικούς ελιγμούς και καθώς έπεφταν νεκροί, ο ένας μετά τον άλλον, από τα ελληνικά πυρά, άρχισαν να χάνουν το ηθικό τους.
Οι διοικητές τους διέταξαν αναδίπλωση. Η ελληνική διοίκηση διέταξε άμεση αντεπίθεση. Προφανώς οι Γερμανοί να μην κατάλαβαν τι σήμαινε η διαταγή των Ελλήνων ομαδαρχών «σύρατε σπάθην». Όταν όμως είδαν τους ιππείς να ορμούν εναντίον τους, κραδαίνοντας τα σπαθιά τους, κατάλαβαν ότι ένας δρόμος υπήρχε μόνο γι’ αυτούς, εκείνος της υποχώρησης! Σύντομα οι οπισθοχωρούντες Γερμανοί τράπηκαν σε άτακτη φυγή προς τη Φλώρινα. Στις παρυφές της πόλης όμως, ανασυντάχθηκαν και ενισχύθηκαν, σχηματίζοντας μια γραμμή άμυνας. Μπροστά σε αυτή σταμάτησαν οι Έλληνες ιππείς και αναδιπλώθηκαν. Τις δύο επόμενες ημέρες, 12 και 13 Απριλίου, οι Γερμανοί δεν τόλμησαν καν να πλησιάσουν τις ελληνικές θέσεις! Ποιος τους εγγυάτο ότι εκεί, στις άγριες χιονισμένες πλαγιές, δεν τους περίμεναν οι «τρελοί» με τα σπαθιά στα χέρια; Ο Ελληνογερμανικός πόλεμος τελείωσε με ήττα των Ελλήνων. Ωστόσο η μέρα που τα άλογα κυνηγούσαν τα άρματα, έμεινε χαραγμένη στην ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.. 
Νίκος Γιαννόπουλος ιστορικός.
http://www.mixanitouxronou.gr/i-machi-pou-ellines-ippis-esiran-tin-spathin-ke-anagkasan-se-ipochorisi-tous-germanous/



http://www.hellasforce.com/blog/p-karika-i-diaspasi-tou-ellinikou-metopou-sti-ditiki-makedonia/

Στις 6 Απριλίου 1941, οι γερμανικές στρατιές εισέβαλαν ταυτόχρονα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία. Στα οχυρά της γραμμής Μεταξά συνάντησαν πεισματική αντίσταση από τις ελληνικές φρουρές. Την ίδια στιγμή όμως, ο γιουγκοσλαβικός στρατός αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων και διαλύθηκε κάτω από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα του γερμανικού 40ου Τεθωρακισμένου Σώματος. Ο κρίσιμος διάδρομος Μοναστηρίου-Κοζάνης, έμεινε τελείως ακάλυπτος. Μπροστά στον διαγραφόμενο κίνδυνο, η ελληνοβρετανική ηγεσία, (στρατηγός Ουίλσον και υπ” αυτόν ο Έλληνας στρατηγός Χρ. Καράσσος) προώθησε βιαστικά δυνάμεις, για να καλύψουν το ρήγμα. Σ’ αυτές τις δυνάμεις περιλαμβάνονταν, μια από τις καλύτερες μονάδες του Ελληνικού Στρατού, η Μεραρχία Ιππικού, υπό τον υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά. Η μεραρχία είχε λάβει μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και είχε καταγράψει στο ενεργητικό της αρκετές επιτυχίες, μεταξύ αυτών και τη συμμετοχή της στην διάλυση της επίλεκτης ιταλικής μεραρχίας αλπινιστών «Τζούλια». Σύντομα έφθασε στο όρος Βαρνούς, δυτικά της Φλώρινας, αποκλείοντας τον πλέον σημαντικό δρόμο, που οδηγούσε στην Κρυσταλλοπηγή, στην Κορυτσά και στην Καστοριά....

Διαβάστε όλο το άρθρο: www.mixanitouxronou.gr/i-machi-pou-ellines-ippis-esiran-tin-spathin-ke-anagkasan-se-ipochorisi-tous-germanous/
Στις 6 Απριλίου 1941, οι γερμανικές στρατιές εισέβαλαν ταυτόχρονα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία. Στα οχυρά της γραμμής Μεταξά συνάντησαν πεισματική αντίσταση από τις ελληνικές φρουρές. Την ίδια στιγμή όμως, ο γιουγκοσλαβικός στρατός αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων και διαλύθηκε κάτω από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα του γερμανικού 40ου Τεθωρακισμένου Σώματος. Ο κρίσιμος διάδρομος Μοναστηρίου-Κοζάνης, έμεινε τελείως ακάλυπτος. Μπροστά στον διαγραφόμενο κίνδυνο, η ελληνοβρετανική ηγεσία, (στρατηγός Ουίλσον και υπ” αυτόν ο Έλληνας στρατηγός Χρ. Καράσσος) προώθησε βιαστικά δυνάμεις, για να καλύψουν το ρήγμα. Σ’ αυτές τις δυνάμεις περιλαμβάνονταν, μια από τις καλύτερες μονάδες του Ελληνικού Στρατού, η Μεραρχία Ιππικού, υπό τον υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά. Η μεραρχία είχε λάβει μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και είχε καταγράψει στο ενεργητικό της αρκετές επιτυχίες, μεταξύ αυτών και τη συμμετοχή της στην διάλυση της επίλεκτης ιταλικής μεραρχίας αλπινιστών «Τζούλια». Σύντομα έφθασε στο όρος Βαρνούς, δυτικά της Φλώρινας, αποκλείοντας τον πλέον σημαντικό δρόμο, που οδηγούσε στην Κρυσταλλοπηγή, στην Κορυτσά και στην Καστοριά....

Διαβάστε όλο το άρθρο: www.mixanitouxronou.gr/i-machi-pou-ellines-ippis-esiran-tin-spathin-ke-anagkasan-se-ipochorisi-tous-germanous/
Στις 6 Απριλίου 1941, οι γερμανικές στρατιές εισέβαλαν ταυτόχρονα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία. Στα οχυρά της γραμμής Μεταξά συνάντησαν πεισματική αντίσταση από τις ελληνικές φρουρές. Την ίδια στιγμή όμως, ο γιουγκοσλαβικός στρατός αποδείχθηκε κατώτερος των περιστάσεων και διαλύθηκε κάτω από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα του γερμανικού 40ου Τεθωρακισμένου Σώματος. Ο κρίσιμος διάδρομος Μοναστηρίου-Κοζάνης, έμεινε τελείως ακάλυπτος. Μπροστά στον διαγραφόμενο κίνδυνο, η ελληνοβρετανική ηγεσία, (στρατηγός Ουίλσον και υπ” αυτόν ο Έλληνας στρατηγός Χρ. Καράσσος) προώθησε βιαστικά δυνάμεις, για να καλύψουν το ρήγμα. Σ’ αυτές τις δυνάμεις περιλαμβάνονταν, μια από τις καλύτερες μονάδες του Ελληνικού Στρατού, η Μεραρχία Ιππικού, υπό τον υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά. Η μεραρχία είχε λάβει μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και είχε καταγράψει στο ενεργητικό της αρκετές επιτυχίες, μεταξύ αυτών και τη συμμετοχή της στην διάλυση της επίλεκτης ιταλικής μεραρχίας αλπινιστών «Τζούλια». Σύντομα έφθασε στο όρος Βαρνούς, δυτικά της Φλώρινας, αποκλείοντας τον πλέον σημαντικό δρόμο, που οδηγούσε στην Κρυσταλλοπηγή, στην Κορυτσά και στην Καστοριά....

Διαβάστε όλο το άρθρο: www.mixanitouxronou.gr/i-machi-pou-ellines-ippis-esiran-tin-spathin-ke-anagkasan-se-ipochorisi-tous-germanous/

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2015

Καμπάσκο. Παλιός παραδοσιακός χορός της Φλώρινας


Αργός κυκλικός χορός της Φλώρινας,  μια παραλλαγή του Γερόντικου που προς το τέλος του μπορεί να γίνει και γρήγορος. Οι ονομασίες του είναι πολλές: Κάμπασκα,  Καμπάσκα,  Καμπάσκο, Κάμπατα και προήλθαν από το χωριό Καμπάσνιτσα τη σημερινή Πρώτη όπου θα ήταν  αγαπημένος χορός. Μια παραλλαγή του χορού αυτού είναι η  Κάμπα η οποία παίζεται  απλά σε  μεσαία οκτάβα και χαμηλές νότες όπως στην γκάιντα. Σήμερα χορεύεται μόνο  στο Τσιφλίκι της Φλώρινας  σύμφωνα με όσα μας πληροφόρησε ο μουσικός Γιώργος Τζαμπάζης.





http://xoroimakedonias.blogspot.gr/2009/06/blog-post_603.html

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Εκδρομή του Συλλόγου δασκάλων Καστοριάς στην Αχρίδα. 8,9/11/2014



Δε γίνεται να ξεκινήσω αλλιώς παρά μόνο μ’ ένα μεγάλο μπράβο στον Σύλλογο που διοργανώνει τέτοιες εκδρομές αναδρομής στην Ιστορία της Πατρίδας μας-ευχαριστούμε ιδιαιτέρως την Αγγελική Βόλτση για τη φροντισμένη διοργάνωση. Γιατί και άλλοι σύλλογοι πηγαίνουν, αλλά ο κύριος σκοπός τους είναι διαφορετικός κι η εκδρομή τους χαλαρή. Εμείς πάμε για να δούμε με τα ίδια μας τα μάτια την Ιστορία μας, αυτήν που δεν περιέχεται μες στα βιβλία που διδάσκουμε, αυτήν που, σαν να είναι λεπτομέρεια, δεν μπαίνει μέσα στα εγχειρίδια, γιατί απλώς δε χωράει…
Η αντιπαραβολή με τις εκδρομές άλλων δε γίνεται για να δείξουμε πως δήθεν εμείς είμαστε ανώτεροι, μα για να δώσουμε ένα άλλο παράδειγμα σε όποιον νοιάζεται, για να πάρει κι όποιος άλλος θέλει την ιδέα και να την εφαρμόσει. Όχι πως δεν υπάρχουν άλλοι που κάνουν το ίδιο. Αλλά ας γράψουμε κιόλας γι’ αυτό που ζήσαμε. Και ας ταξιδέψουν με όχημα τις λέξεις και άλλοι ως εκεί, για να προσκυνήσουν νοερά το εκτός συνόρων ελληνικό μεγαλείο…
Στο Μοναστήρι της καρδιάς μας δε θα σταθώ αυτήν τη φορά· τα είπαμε τις δύο προηγούμενες φορές που μας αποκαλύφθηκε σε όλο του το μεγαλείο. Αυτήν τη φορά, από καθαρή τύχη, βρεθήκαμε εκεί  ανήμερα Αγίου Δημητρίου και ανάψαμε κερί στον πανηγυρίζοντα υπέροχο Ναό του Αγίου! Ως εδώ για το Μοναστήρι! Θέλω μονάχα να πω ότι όποιος εκδράμει εκεί και δεν περνάει πρώτα από την Αρχαία Ηράκλεια, δεν έχει καταλάβει σχεδόν τίποτε κι είμαι κάθετη σ’ αυτό. Γιατί τους είδαμε τους Έλληνες από διάφορους νομούς της Μακεδονίας –της μόνης αληθινής φυσικά Μακεδονίας- να πίνουν καφέ στα Βιτώλια, τους ρωτήσαμε και μας είπαν πως το κάνουν συχνά για το γνωστό οικονομικό όφελος –κυρίως από τη βενζίνη- και γιατί τους αρέσει αυτή η εκδρομή, αλλά ως εκεί, δεν πρόσθεσαν κάτι παραπάνω. Και με δεδομένο πως η πλειονότητα των Ελλήνων δε λυπάται τα χρήματα που δίνει για τον καφέ –στη χώρα μας έχουμε τις περισσότερες καφετέριες από οπουδήποτε αλλού-, αλλά πολύ τα λυπάται και δεν τα δίνει τελικά για να επισκεφτεί ένα μουσείο, πολύ φοβάμαι πως ο πολιτισμός εύκολα μένει έξω από τις πρώτες μας προτεραιότητες. Κι όμως αυτός είναι στην κορυφή όλων των άλλων αναγκών μας κι ο απώτερος στόχος της κάθε προσπάθειας στη ζωή μας ή έτσι θα ‘πρεπε να ‘ναι, αλλά δυστυχώς τον έχουμε περιθωριοποιήσει οι περισσότεροι…
Αλλά πολιτισμός δεν είναι μονάχα τα μουσεία. Είναι κυρίως η καθημερινότητά μας και μονάχα αυτός μας εξασφαλίζει την ποιότητα που θα ‘πρεπε να χαρακτηρίζει την καθημερινότητα του καθενός, ακόμη και του πιο απλού ανθρώπου, αυτός μας κάνει τελικά να χαιρόμαστε την κάθε μας μέρα. Γιατί η επίσκεψή μας στην Αχρίδα υπήρξε για μας μια όμορφη, αλλά κι οδυνηρή εμπειρία, καθώς κάποιες συγκρίσεις που αναπόφευκτα κάναμε πολύ μας έχουν πονέσει: η πεντακάθαρη αστραποβολούσα τεράστια και πανέμορφη λίμνη τους μας έκανε πολύ να ντραπούμε για τη δική μας ανικανότητα να κρατήσουμε καθαρή τη δική μας λίμνη. Και δεν είναι μονάχα το λαμπερό νερό της, ήταν κι αυτό το φοβερό ούτε ένα σκουπίδι, ούτε μέσα της ούτε γύρω της, κοντά και μακρύτερα από τις όχθες της. Περπατούσαμε και δε βλέπαμε ούτε το παραμικρό σκουπιδάκι πεταμένο κάτω. Κι ο συνεκδρομέας μας ο Γιώργος, ο δικηγόρος κι εκπαιδευτικός της παρέας μας, που ξύπνησε από τις 5.30 το πρωί και βγήκε να περπατήσει, εντυπωσιάστηκε με τους υπαλλήλους της Αχρίδας που δούλευαν ήδη καθαρίζοντας τα πολλά φύλλα που έπεσαν τη νύχτα με τη δυνατή βροχή. Και δεν αργήσαμε να εντυπωσιαστούμε κι εμείς, όταν βγαίνοντας την είδαμε να αστράφτει και πάλι από την καθαριότητα και πεισθήκαμε πως αυτή η καθαριότητα είναι τελικά δεδομένη για εκεί. Κι όχι μόνο η καθαριότητα, αλλά και η καλαισθησία σε όλη την παραλία: οι καφετέριες διακριτικές, όχι κολλημένες στη λίμνη, αλλά από την άλλη πλευρά του παραλιακού δρόμου, ενώ στην όχθη δεν υπάρχουν ούτε καν τα γνωστά παγκάκια, παρά μόνο το «καθιστικό» μέρος από τα παγκάκια, τα ξύλα τους, απλωμένα προσεχτικά πάνω στα χαμηλά πέτρινα τοιχάκια γύρω από τη λίμνη. Και σ’ όλα αυτά προσθέστε την παντελή απουσία ηχορύπανσης και την απόλυτη ησυχία που επικρατεί παντού και φτιάξτε ένα ονειρεμένο σκηνικό, που μακάρι να το είχαμε και στη δική μας πανέμορφη πατρίδα!...
Όλα αυτά ομολογώ πως με έκαναν να πω βλέποντας –«επιτέλους»- ένα μεγάλο σκουπίδι στον δρόμο πως σίγουρα κάποιος Έλληνας τουρίστας το είχε ρίξει, ως εκεί έφτασα… Και, συζητώντας το μεταξύ μας, γιατί ήταν αδύνατο να μην  το προσέξουμε και να μη μας απασχολήσει όλους, καταλήξαμε πως ίσως και να είναι τόσο καθαροί οι Βαλκάνιοι γείτονές μας –το «Βαλκάνιοι» επίτηδες το έβαλα, γιατί το λέμε συνήθως υποτιμητικά εμείς οι Έλληνες, που θεωρούμε δεδομένη τη δική μας ανωτερότητα, αλλά δεν είναι πάντα- από τον φόβο του προστίμου και της τιμωρίας. Και μπορεί έτσι να είναι, αλλά και πάλι δεν αθωωνόμαστε εμείς που δε φοβόμαστε γιατί στη χώρα μας βασίλεψε για πολλά χρόνια η ατιμωρησία και διέλυσε τα πάντα και, το χειρότερο απ’ όλα, συμμαζεμό δεν έχουμε… 
Θα πρέπει, λοιπόν, να μάθουμε και να αντέχουμε να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Προηγουμένως να αντέχουμε να κάνουμε διαπιστώσεις που δε μας συμφέρουν. Απαραιτήτως, αν θέλουμε να διορθώσουμε τα επί δεκαετίες κακώς κείμενα και να βελτιωθούμε, αλλιώς ας παραμείνουμε έτσι όπως είμαστε: ένας λαός θορυβώδης, που δε σέβεται τον δημόσιο χώρο, που βάζει τον εαυτό του πιο πάνω από όλους τους διπλανούς του, που δε σέβεται τους νόμους που υπάρχουν γιατί δε φοβάται την τιμωρία που δεν υπάρχει, ένας λαός που θεωρεί την ανωτερότητά του δεδομένη κι αυτονόητη χωρίς στοιχεία πάντοτε…
Όμως την είδαμε και την ανωτερότητά μας απλωμένη ως τον τόπο εκείνον. Μόνο που ήταν η ανωτερότητα των προγόνων μας, των αρχαίων και των βυζαντινών, και την είδαμε στα μνημεία τους, που για να τα επισκεφτούμε έπρεπε να πληρώνουμε δύο ευρώ είσοδο ο καθένας μας κάθε φορά. Στη αρχή σου φαίνεται τρελό, αρνείσαι να πληρώσεις για να μπεις στους ναούς που το δικό σου Γένος έφτιαξε και αναπόφευκτα θεωρείς δικούς σου ναούς, αλλά  αυτό είναι μονάχα το ακατέργαστο ένστικτό σου, γιατί γρήγορα η λογική σου λέει πως σήμερα όμως σε άλλους ανήκουν και αυτοί οι άλλοι τους φροντίζουν, τους συντηρούν και αυτοί καρπώνονται τα οφέλη από το πλήθος που συρρέει για να τους θαυμάσει. Έτσι, λοιπόν, επισκεφτήκαμε τον περίφημο Όσιο Ναούμ, που η μονή του είναι χτισμένη σε μια από τις ωραιότερες τοποθεσίες που είδαμε, και προσκυνήσαμε τον τάφο του, επισκεφτήκαμε τον σπουδαιότατο βυζαντινό ναό της Αγίας του Θεού Σοφίας, τον εκκλησιαστικό ογκόλιθο της Βυζαντινής Αχρίδας, όπου λειτουργούσαν οι σταλμένοι από την Κωνσταντινούπολη Αρχιεπίσκοποι Αχρίδας, είδαμε αρκετές άλλες μικρές αλλά πανέμορφες εκκλησίες βυζαντινές και πάλι, διαβάσαμε σε κάποια από αυτές την επιγραφή στη δική τους γλώσσα, που «προσλαβικό» χαρακτηρίζει τον ναΐσκο, κι ενώ στην αρχή πειράχτηκα που δεν τολμούν να γράψουν πως βυζαντινός είναι, δεν άργησα να νιώσω ενθουσιασμό γιατί, διαλέγοντας τον όρο «προσλαβικό» παραδέχονται πως κάποτε εδώ δεν υπήρχαν οι Σλάβοι, πως υπήρχαν κάποιοι άλλοι –οι Έλληνες Βυζαντινοί-, πως αυτοί δημιούργησαν –γι’ αυτό και όλες αυτές οι κτιτορικές επιγραφές και τα ελληνικά ονόματα αγίων και αγιογράφων στις τοιχογραφίες –«αγιοζωγραφίες» τις έλεγε ο συμπαθέστατος και αντικειμενικότατος Μοναστηριώτης ξεναγός μας, ο Ζλάτκο (προτείνω ανεπιφύλακτα αυτόν να παίρνει κάθε ομάδα εκδρομέων που πάει ως εκεί για να δει την ελληνική Ιστορία), και μας φάνηκε πολύ τρυφερή η λέξη-, γραμμένα όλα στα ελληνικά. Και έτσι έκανα μια σκέψη που με έκανε να νιώσω όχι μόνο καλύτερα, αλλά και πολύ περήφανη. Σκέφτηκα, λοιπόν, πως εμείς οι σημερινοί Έλληνες έχουμε την τεράστια τιμή να προερχόμαστε από εκείνους τους σπουδαίους Έλληνες τους αρχαίους αλλά και τους μεταγενέστερους κι εξίσου σπουδαίους Βυζαντινούς, που στην εποχή τους γέμισαν κάθε τόπο με σπουδαία καλλιτεχνικά δημιουργήματα και σήμερα αποδεικνύονται εξαιρετικά γενναιόδωροι στους ξένους που τα εκμεταλλεύονται και κερδίζουν από αυτά, τα αρχικά δικά μας μνημεία, κι ας μην τους τα χαρίσαμε ποτέ κι ας τα χάσαμε μέσ’ από τα χέρια μας με τα φοβερά λάθη που κάναμε και δυστυχώς εξακολουθούμε να κάνουμε… Όπως και να ‘χει λοιπόν οι πρόγονοί μας  αποδεικνύονται και εξαιρετικά γενναιόδωροι προς τους ξένους, οι οποίοι θα ‘πρεπε να μας είναι ευγνώμονες (όσο τα ‘βλεπα δεν έπαψα να ψιθυρίζω μέσα μου τους έξοχους ελυτικούς στίχους «Χαράξου κάπου με οποιοδήποτε τρόπο και μετά σβήσου με γενναιοδωρία», που ταιριάζει γάντι στον Ελληνισμό που κατοίκησε στα πολλά μέρη που σήμερα αλλού ανήκουν) …
Αλλά δε γίνεται να κλείσω αν δεν αναφερθώ σ’ εκείνο το τελευταίο μνημείο που επισκεφτήκαμε και που για να φτάσουμε ως εκεί ψηλά όπου βρίσκεται έπρεπε να περάσουμε δίπλα από το ελληνιστικό θέατρο και πλάι από τα τείχη της πόλης, επάνω στην ακρόπολή της: είναι ο ναός της Παναγίας της Περιβλέπτου, ένας ναός με έξοχη θέα –γι’ αυτό την λένε Περίβλεπτο- και με τις έξοχες τοιχογραφίες των περιφημότατων ζωγράφων Μιχαήλ και Ευτυχίου Αστραπά. Τόσο εντυπωσιαστήκαμε από τις εικόνες που με το χέρι τους έφτιαξαν οι ξακουστοί αυτοί αγιογράφοι, που καταλάβαμε αμέσως το γιατί μιλάνε γι’ αυτούς πάντοτε και τόσο πολύ όσοι ασχολούνται με τη βυζαντινή αγιογραφία. Και, προς το τέλος της εκδρομής κι ενώ αρχικά ήμασταν πολύ επιφυλακτικοί σχετικά με το τι θα ακούγαμε από τον Μοναστηριώτη ξεναγό, τον ακούγαμε με ευχαρίστηση να «σκοτώνει» τη λέξη «Περίβλεπτος», χωρίς όμως να την αλλοιώνει ούτε στο ελάχιστο, όπως δεν αλλοίωσε κανένα ιστορικό στοιχείο, και δίχως καμία προσπάθεια να σφετεριστεί οτιδήποτε ελληνικό.
Κι έτσι, επειδή όλα τα ωραία αναπόφευκτα κάποτε τελειώνουν –συνήθως πιο γρήγορα απ’ όσο θέλουμε, τα ευλογημένα- αφήσαμε πίσω μας την Αχρίδα -αποικία των αρχαίων Κορινθίων (!) και γι’ αυτό είδαμε και τα ολόιδια με τα δικά μας αρχαία κιονόκρανα στην αυλή του Ναού της του Θεού Σοφίας- και πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Και λίγο πριν αποχαιρετίσουμε τον ξεναγό μας, που μας εντυπωσίασε με την ευγένειά του και τη φράση «ήταν τιμή μου να είμαι μαζί σας αυτές τις δυο μέρες», θελήσαμε να τον ευχαριστήσουμε για την αντικειμενικότητά του και για εκείνο το «ο Κύριλλος κι  ο Μεθόδιος ήταν Έλληνες από τη Θεσ/νίκη» που ακούσαμε πολλές φορές στη διάρκεια της εκδρομής, με τον τρυφερό πρόλογο από ένα μικρό απόσπασμα που βρήκαμε σ’ ένα τουριστικό φυλλάδιο γραμμένο στα ελληνικά που πήραμε από το μοναστήρι του Έλληνα στην καταγωγή Οσίου Ναούμ (το απόσπασμα προέρχεται από το παλιό σλαβικό κείμενο του Οσίου Ναούμ  και αναφέρεται στον Έλληνα στην καταγωγή όσιο Ναούμ και στον  Σλάβο στην καταγωγή συνεργάτη του Όσιο Κλήμη - και οι δυο τους υπήρξαν στενοί συνεργάτες των Κυρίλλου και Μεθοδίου), που λέει τα εξής:
«Και να αδέρφια μου, για να μη βγει ότι δεν αναφέραμε τον αδελφό του μακαρίου Κλήμη και φίλο και συνμάρτυρά του, με τον οποίο ο ίδιος πέρασε πολλά βάσανα και μαρτύρια από τους αιρετικούς, τον πρεσβύτερο Ναούμ».
Και να που κι εμείς στην εκδρομή αυτή ίσως και να διαπιστώσαμε πως οι λαοί δεν ευθύνονται για τις ακραίες κάποτε επιλογές των αρχηγών τους και πως, αν όλοι έβλεπαν την αλήθεια τόσο καθαρά όσο ο Ζλάτκο, ο ξεναγός μας, τότε κανένα από τα σημερινά προβλήματα στις σχέσεις των δύο χωρών μας δε θα υπήρχε και θα μπορούσαμε οι δυο λαοί να ζήσουμε τόσο αγαπημένα όσο ο Σλάβος Όσιος Κλήμης με τον Έλληνα Όσιο Ναούμ, που τόσο πολύ ευλαβούνται όλοι τους και που η ελληνική καρδιά του χτυπάει ακόμα στο πανέμορφο σημείο όπου τελειώνει η Λευκή Λίμνη, που πάλλευκη μένει από τη φροντίδα των ανθρώπων που ζουν στις ήσυχες όχθες της…
Σημ: «Η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος (527-1764) είχε στη δικαιοδοσία της πολλές Μητροπόλεις και Επισκοπές, όπως της Καστορίας, την οποίας ο Μητροπολίτης ονομαζόταν αρχιεπίσκοπος Καστορίας και πρωτόθρονος Πρώτης Ιουστινιανής» και αλλού «Έλληνες ήσαν και όλοι οι Αρχιεπίσκοποι του Πατριαρχείου Αχρίδος, το οποίο ίδρυσε ο Ιουστινιανός ο Α’ (527-565) προς τιμήν του της γενέτειράς του και το ονόμασε Αρχιεπισκοπή Πρώτης Ιουστινιανής» γράφει το 1958 ο Αρχιμανδρίτης  Γερμανός Χρηστίδης, σπουδαίος λόγιος από το Μαυροχώρι.

*Δημοσιεύτηκε στις 20/11/2014 στην εφ. ΟΔΟΣ.

Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Οξιά Φλώρινας 1949 - David Seymour







 



 Η τετράχρονη Ελευθερία Τρανοπούλου ήταν το μόνο παιδί που δεν απομακρύνθηκε από το χωριό του, την Οξιά, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Σ’ ένα σχεδόν κατεστραμμένο χωριό, όπου παρέμειναν 50-60 κάτοικοι από τους 400, μένει με τη γιαγιά της η οποία τη φροντίζει. Εκεί λαμβάνει το πρώτο της ζευγάρι παπούτσια από τη UNISEF. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα η Ελευθερία κοίταζε μόνο τα καινούργια της παπούτσια... Όταν κάποια στιγμή άφησε τη γιαγιά της να της τα φορέσει, ο πάγος έσπασε. Η Ελευθερία έτρεχε μέσα στο χωριό γελώντας με χαρά, μόνο κάθε τόσο σταματούσε και κοιτούσε τα παπούτσια προσεκτικά! Η ευτυχία της ήταν απερίγραπτη...


https://www.magnumphotos.com/Catalogue/David-Seymour/1949/GREECE-Oxia-One-Child-Village-1947-NN145678.html

https://www.facebook.com/media/set/?set=a.664837006880759.1073741829.654912877873172&type=1

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

4ο Παμμακεδονικό Αντάμωμα στη Σιταριά*



Αν και πίστευα πως δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσω να νιώσω φέτος κάτι παραπάνω ή κάτι διαφορετικό από τις προηγούμενες χρονιές, το βράδυ της Κυριακής βρέθηκα πάλι στη Σιταριά, χάρη στους αγαπημένους μου φίλους Αργύρη και Ειρήνη από τον Καναδά. Ή, για να είμαι πιο ακριβής, βρέθηκα εκεί εξαιτίας τους, μια που αυτοί οι φίλοι μου με μύησαν στο πνεύμα και την ουσία αυτού του Ανταμώματος κι επειδή θα ήταν η πρώτη φορά που θα το ζούσαμε μαζί, αφού δεν είχαμε καταφέρει να είμαστε μαζί στη Σιταριά άλλη χρονιά, για λόγους ανεξάρτητους της θέλησής μας.
Έτσι λοιπόν φτάσαμε στην ώρα μας και περιμέναμε –προσωπικά χωρίς ιδιαίτερη ανυπομονησία- τη στιγμή που τελικά, ναι, είναι η κορυφαία της όλης πολύ σπουδαίας διοργάνωσης. Αλλά μέχρι να ‘ρθει αυτή η στιγμή είδαμε αρκετούς από τους άλλους αγαπημένους μας φίλους: τη Νίνα και τον Βασίλη –η Νίνα Γκατζούλη είναι κορυφαία κι η ψυχή της Παμμακεδονικής κι ο Βασίλης ο ακούραστος συνοδοιπόρος της στο δύσκολο έργο της-, τη Θωμαή, τον Δημήτρη –διακριτικό κι ανεπαίσθητο συνδιοργανωτή-, τον πανταχού παρόντα και τα πάντα καταγράφοντα με τη φωτογραφική του μηχανή συνάδελφό μου Κυριάκο, πρόσωπα οικεία από άλλες τέτοιες συναντήσεις κι ανταμώματα. Και φυσικά τα πάντα χαμογελαστά πρόσωπα των πάντοτε αεικίνητων μελών του Πολιτιστικού Συλλόγου Σιταριάς «Νέοι Ορίζοντες», που με την εξαιρετική τους αυτή πρωτοβουλία μας δίνουν την ευκαιρία να ανταμωνόμαστε σε μια τέτοια εκδήλωση, σ’ ένα τόσο ιδιαίτερης σημασίας δρώμενο του καλοκαιριού.
Μάλλον χλιαρά λοιπόν περίμενα τη στιγμή. Που, όταν ήρθε, καθόλου χλιαρά δεν την αντιμετώπισα. Μιλώ για τη στιγμή όπου όλα τα συμμετέχοντα στη διάρκεια της τριήμερης εκδήλωσης συγκροτήματα εμφανίζονται από τους τρεις δρόμους του χωριού χορεύοντας στους ήχους των μουσικών οργάνων που τα συνοδεύουν και κατευθυνόμενα στο κέντρο του χωριού, την πλατεία, την καρδιά του. Και, ναι, μπορεί να το γνώριζα πως θα έρχονταν με το λάβαρό του το καθένα και ελληνικές σημαίες στα χέρια, αλλά άλλο να το ξέρεις και άλλο να το βλέπεις και να το ζεις. Γιατί, γνωρίζοντάς το από πριν, δεν είσαι σε θέση να ξέρεις  ούτε καν τις ονομασίες των συλλόγων που συμμετέχουν-ονομασίες ιστορικές πολλές φορές, που ανασταίνουν πρόσωπα ηρωικά στον νου όσων τα αντικρίζουν κι ανασταίνουν και υποσχέσεις μυστικές πως αυτοί που κρατούν τα λάβαρα ψηλά θα τα κρατούν πάντοτε ψηλά και προπαντός θα συντηρούν τη μνήμη τους ζωντανή και σε εγρήγορση. Αυτό είναι που η πατρίδα χρειάζεται όχι μόνο τώρα, μα και πάντα, πολύ. Δεν μπορεί λοιπόν κανείς να το ονειρευτεί αυτό από πριν-είναι από τα γεγονότα που μόνο όταν τα ζεις καταλαβαίνεις περί τίνος πρόκειται. Γιατί ακόμη και το πώς ανέμιζαν τα λάβαρα και οι σημαίες παίζει έναν ιδιαίτερο ρόλο εκείνη τη στιγμή, ακόμα και το πώς τα κρατούν τα χέρια τα δυνατά των σημαιοφόρων, που άλλοτε τα στηρίζουν πάνω τους, ενώ άλλοτε καταφέρνουν και τα κρατούν στον αέρα χορεύοντας. «Έραβα πάντα τοπικές ενδυμασίες και πάντα ονειρευόμουν να φορέσω κι εγώ μία, αλλά δεν το είχα κάνει ως τώρα. Σήμερα πραγματοποίησα το όνειρό μου» μου εξομολογήθηκε η συγχωριανή μου Τάνα, που κρατούσε την ελληνική σημαία ψηλά καθώς χόρευε με τις άλλες γυναίκες του χορευτικού  του Συλλόγου Γυναικών Μαυροχωρίου, που εκπροσωπεί επάξια όλον τον νομό μας και δε λείπει ποτέ από τη διοργάνωση αυτή, γιατί ξέρει. «Σήμερα το όνειρό μου πραγματοποιήθηκε» μου είπε χορεύοντας η Τάνα και τα γελαστά της μάτια έκαναν το όμορφο πρόσωπό της να λάμπει και να αστράφτει.  Μα δεν έλαμπε από χαρά μόνο ένα πρόσωπο· έλαμπαν τα πρόσωπα όλων των χορευτών, που χαμογελούσαν αδιάκοπα. Γιατί όποιος χορεύει σ’ αυτό το χοροστάσι δε γίνεται να μη χαμογελάει, αφού το χαμόγελο προκύπτει τελείως ασυναίσθητα και γι’ αυτό λάμπει περισσότερο. Κι ας υπάρχουν γύρω, σε πρόσωπα θεατών, μόνιμα δάκρυα. Αυτά ανάβλυζαν για τους δικούς  τους πολύ σοβαρούς λόγους: ανάβλυζαν γιατί η κατασυκοφαντημένη εξαιτίας της απροσεξίας λίγων περιοχή μας επιτέλους κραυγάζει την ελληνικότητά της. Και την κραυγάζει χωρίς φωνές. Την κραυγάζει με παλμό και τη διαδηλώνει χορεύοντας. Γι’ αυτό και δεν γινόταν να μη δακρύσεις βλέποντας τον αρχιχορευτή του Συλλόγου της Σιταριάς, ένα όμορφο παλικάρι με το σκουλαρίκι στο αυτί, που χόρευε όμορφα και γινόταν σύμβολο· το σύμβολο μιας ολόκληρης περιοχής που κουράστηκε και βαρέθηκε να διασύρεται εξαιτίας μιας μικρής μειοψηφίας που επιμένει να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα-αυτοί πάντοτε έτσι προχωράνε, διαστρεβλώνοντας. Γιατί μόνον έτσι προχωράει το έργο τους, μέσ’ από πλάγιους δρόμους, αφού ο δρόμος ο ευθύς, ο ίσιος δεν είναι για τους πλαστογράφους· είδα στο Διαδίκτυο χτες μόλις επέστρεψα πώς «εξηγούν» τα πράγματα που εμείς  που τη ζούμε τη διοργάνωση αυτή ξέρουμε από πρώτο χέρι. 
Γι’ αυτό πληθαίνει ο κόσμος που συμμετέχει και που ζει αυτό το Αντάμωμα: μια πλατεία γεμάτη κόσμο για τρεις συνεχόμενες βραδιές και 73 φέτος συλλόγους που συμμετέχουν με τιμή! Και γι’ αυτό λέω πως  για άλλη μια φορά η καρδιά της Ελλάδας χτύπησε στη Σιταριά της Φλώρινας κι εμείς οι λίγοι που ερχόμαστε από πιο μακριά βρισκόμαστε εκεί για να δούμε, να ακούσουμε, να νιώσουμε, να χαρούμε την Πατρίδα παρούσα σε έναν τόπο απ’ όπου χρόνια τώρα κάποιοι παλεύουν να την εξορίσουν και να πείσουν τους άλλους για τη δήθεν ανυπαρξία της.  Ανεπιτυχώς βέβαια, γιατί κι εμείς εδώ ζούμε και ξέρουμε, γιατί η αλήθεια βιώνεται, δεν κατασκευάζεται με το ψέμα.
Έτσι λοιπόν έγινε και χτες και προσωπικά ένιωθα πως για άλλη μία φορά είχε διπλώσει η Ελλάδα κι είχαν συμπέσει τα δύο άκρα της: η Μακεδονία του Βορρά με την Κρήτη του Νότου. Γιατί η ιδιαίτερη νότα της φετινής διοργάνωσης ήταν η παρουσία του Συλλόγου από την Κρήτη, ενός Συλλόγου με δύο χορευτικά: ένα των μεγάλων, που χόρευαν αξιοθαύμαστα τους έτσι κι αλλιώς αξιοθαύμαστους κρητικούς χορούς, κι ένα των μικρών Κρητικόπουλων, εξίσου θαυμάσιων χορευτών, που μας μπέρδεψαν πολύ, καθώς δεν ξέραμε ποιον από τους δύο κύκλους να πρωτοκοιτάξουμε, σε ποιον να εστιάσουμε την προσοχή μας.  Τα δύο άκρα της Ελλάδας είχαν συμπέσει λοιπόν χτες βράδυ όπως πριν από έναν αιώνα, τότε που είχαν σπεύσει οι Κρητικοί να αγωνιστούν για τη λευτεριά της Μακεδονίας και άλλοι από αυτούς σκοτώθηκαν και δε γύρισαν ποτέ ξανά πίσω στο αγαπημένο τους νησί, ενώ άλλοι έζησαν κι επέλεξαν να μείνουν για πάντα εδώ στη Μακεδονία, κάνοντάς την παντοτινή τους πατρίδα.

Μα κάπου εδώ νιώθω την ανάγκη να μιλήσω για μία γυναίκα γεμάτη ψυχή, ένα πρόσωπο που ανήκει σε αυτά που ονειρεύτηκαν το Παμμακεδονικό Αντάμωμα της Σιταριάς, το ξεκίνησαν  και που συνεχίζει να το υπηρετεί με πάθος από κάθε πόστο, ανεξάρτητα από το αν φαίνεται ή είναι αφανής όπως φέτος. Αυτή η γυναίκα ενσαρκώνει τον τύπο της αληθινά σπουδαίας Ελληνίδας κι ας μην το υποψιάζεται η ίδια της. Πρωταγωνίστησε στο θεμελίωμα της σπουδαίας αυτής διοργάνωσης, την πότισε με τα δάκρυά της στο ξεκίνημα γιατί ήταν ένα πραγματικά δύσκολο εγχείρημα, καθώς ελάχιστα  χιλιόμετρα κοντά τους, μια ανάσα δίπλα τους γίνονταν και συνεχίζουν να γίνονται τα πανηγύρια που κάποιοι εκμεταλλεύονται γιατί εξυπηρετούν τους πονηρούς σκοπούς τους και που στιγματίζουν ολόκληρες πληθυσμιακές ομάδες στην αγαπημένη μας Μακεδονία.
Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που η Λουίζα της Σιταριάς και των πραγματικά Νέων Οριζόντων είναι ένα σύμβολο. Γιατί αρνήθηκε τον άδικο στιγματισμό της, τον στιγματισμό αδιακρίτως όλων αυτών που μιλούν ή έστω γνωρίζουν το ιδίωμα της αδιαμφισβήτητα ελληνικής Μακεδονίας και  είπε μαζί με άλλους το δικό της τελείως αυθόρμητο «Ως εδώ!» με τη θεμελίωση ενός θεσμού, ο οποίος δεν είναι το αντίπαλο δέος των πανηγυριών που τροφοδοτούν τη Νόβα Ζόρα και δεν είναι ο αντίποδας κανενός, αλλά είναι μια ανάγκη κι ένας αέρας ελληνικότητας που, επειδή τον χρειάζονταν οι κάτοικοι της περιοχής για ν’ ανασάνουν, έπνευσε και πνέει κάθε χρόνο από τη Σιταριά , απλώνεται παντού κι αναζωογονεί τα πάντα στο φύσημά του.

Έτσι λοιπόν, αν και πίστευα πως δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσω να νιώσω φέτος κάτι παραπάνω ή κάτι διαφορετικό από τις προηγούμενες χρονιές, χτες βράδυ την ψυχή μου έκλεψαν τα μικρά παιδιά που συμμετείχαν είτε ως χορευτές είτε στους ώμους των μεγάλων χορευτών. Και μου την έκλεψαν και με συγκίνησαν περισσότερο απ’ όλους, γιατί συνειδητοποίησα πως αυτά τα παιδιά είναι πιο τυχερά από προηγούμενα, καθώς δε μεγαλώνουν μες στο γνωστό ηθελημένα μπερδεμένο τοπίο, στα θολά νερά του οποίου κάποιοι πονηροί ψαρεύουν. Αυτά τα παιδιά μεγαλώνουν ζώντας το τι είναι κι επομένως θα έχουν το προνόμιο να μην ταλαντεύονται και να μην παρασύρονται μεγαλώνοντας. Και, το κυριότερο, θα έχουν κάνει βίωμά τους πως τούτη την Πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί: και εντόπιοι και Πόντιοι και Βλάχοι κι Αρβανίτες και Κρητικοί και πως κανείς από τους παραπάνω δεν έχει το δικαίωμα να υποτιμήσει τον πατριωτισμό του άλλου, αυτό που για εμάς τους μεγαλύτερους σε ηλικία Μακεδόνες δεν ήταν εξαρχής αυτονόητο όπως είναι για τα παιδιά μας τώρα…   

                   Στους Νέους Ορίζοντες της Σιταριάς, που γράφουν Ιστορία,  και σ’ όλους τους συμμετέχοντες.
Ιδιαιτέρως στη Λουίζα της Σιταριάς, που μυστικά πάντοτε της τραγουδώ Ελύτη:
                      Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω, λουίζα και βασιλικό
                      Μαζί μ' αυτά να σε φιλήσω, και τι να πρωτοθυμηθώ…
Με την ευχή να συνεχίσουν το ίδιο δυνατοί και ακλόνητοι, όσο κι αν επιμένουν στις διαστρεβλώσεις τους κάποιοι άλλοι…
                                                     Δευτέρα 15/7/2014
                                                    Σόνια Ευθυμιάδου-Παπασταύρου
*Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα ΟΔΟΣ, Καστοριά, 17/7/2014.