Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδος


Κατά την Ελληνιστική εποχή οι συνθήκες είχαν ωριμάσει, έτσι ώστε οι βασιλείς ιδρύουν πόλεις σε διάφορες περιοχές της επικράτειάς τους. Στην Άνω Μακεδονία ο Αντίγονος Γονατάς έχτισε στην περιοχή του Αξιού την Αντιγόνεια, ενώ ο Φίλιππος Ε', το 183 π.Χ., έχτισε, σύμφωνα με μαρτυρία του Αίβιου, μία πόλη στην κοιλάδα του Εριγώνα, στην οποία έδωσε το όνομα Περσεΐς προς τιμήν του γιου του Περσέα. Από επιγραφικές μαρτυρίες γνωρίζουμε επίσης την ύπαρξη των πόλεων Γρήια, Στύβερρα, Τέλα, Ευδάριστος στην Εορδαία, Δερρίοπος, Ελίμεια και Πελαγονία αντίστοιχα.
Κατά τη διάρκεια του δεύτερου και τρίτου μακεδονικού πολέμου οι περισσότερες συγκρούσεις μεταξύ Ρωμαίων και Μακεδόνων έγιναν στην Άνω Μακεδονία και προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές στην περιοχή. Μετά τη μάχη της Πύδνας, το 168-167 π.Χ., και τη λήξη του τρίτου μακεδονικού πολέμου, η Λυγκηστίδα και η Εορδαία, μαζί με τις άλλες περιοχές της Άνω Μακεδονίας, αποτέλεσαν την τέταρτη μερίδα. Το 148-147 π.Χ., με τη μετατροπή της Μακεδονίας σε ρωμαϊκή επαρχία, δόθηκαν στις περιοχές αυτές ιδιαίτερα προνόμια εξαιτίας της ανεχτικής στάσης τους απέναντι στους καταχτητές Ρωμαίους. Ωστόσο, παρά την επίδειξη φιλορωμαϊκής διάθεσης, φαίνεται ότι τα πρόσωπα των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων διατηρούσαν ανέπαφη την εθνική τους συνείδηση. Στο συμπέρασμα αυτό οδηγεί η μελέτη των ιστορικών ονομάτων, στη χρήση των οποίων διαφαίνεται η κλασικιστική μόδα της εποχής, ενώ διατηρούνται και οι οικογενειακές παραδόσεις.
Το καθεστώς της ελευθερίας, που παραχώρησαν οι Ρωμαίοι, διευκόλυνε και διατήρησε την επικοινωνία και τις πολιτιστικές επαφές της Άνω και Κάτω Μακεδονίας, γεγονός που συνέτεινε στη διατήρηση των πολιτισμικών χαρακτηριστικών για μακρό χρονικό διάστημα και μετά τη ρωμαϊκή κατάχτηση. Ενισχυτικό στοιχείο της άποψης αυτής προσφέρουν και οι πολυάριθμες, ελληνικές στο σύνολό τους, επιγραφές των πρώτων
μεταχριστιανιχών αιώνων. H παντελής έλλειψη λατινικών επιγραφών δείχνει ότι όχι μόνο δεν άλλαξε ο πολιτισμικός χαραχτήρας του καταχτημένου χώρου, αλλά αντίθετα σταδιακά αφομοιώθηκαν οι Ρωμαίοι καταχτητές.
Γύρω στο 130 με 120 π.Χ, κατασκευάζεται η Εγνατία οδός από τον ανθύπατο Γναίο Εγνάτιο. H οδός, που σε πολλά σημεία της ακολούθησε προϋπάρχοντες δρόμους, είχε αρχικό προορισμό τη διακίνηση των ρωμαϊκών στρατευμάτων. Ξεκινούσε από τη Ρώμη και, μέσω της Αππίας οδού, έφθανε στο Δυρράχιο και από εκεί, κατευθυνόμενη ανατολικά, κατέληγε στο Βυζάντιο.
Ουσιαστικά, ήταν βασικός κόμβος κυκλοφορίας μεταξύ Ανατολής και Δύσης, όχι μόνο για στρατιωτικούς λόγους αλλά και για τους επιχειρηματίες και τους εμπόρους της εποχής, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν οικονομικά όλες οι περιοχές από τις οποίες διερχόταν. Στους χρόνους της ύστερης αρχαιότητας πολλοί από τους σταθμούς της Εγνατίας οδού έγιναν κάστρα ή οχυρωμένοι οικισμοί και ορισμένοι εξελίχθηκαν σε σημαντικές βυζαντινές πόλεις.
θέσεις Ελληνιστικής εποχής, εκτός από αυτή των Πετρών και του λόφου του Αγίου Παντελεήμονα, εντοπίστηκαν σε αρκετές περιοχές του νομού. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για την ύπαρξη ελληνιστικών οικιστικών εγκαταστάσεων στο Αμμοχώρι, στις Άνω Κλεινές, στην Παλαίστρα, στον Παπαγιάννη, στην Πρώτη, στην Τριανταφυλλέα, στον Άγιο Παντελεήμονα, στη Βεγόρα και στην αγροτική περιοχή Αμυνταίου. Σε πολλές από αυτές διαπιστώνονται και προγενέστερες φάσεις, κυρίως της εποχής του Σιδήρου, αλλά και η μεταγενέστερη επιβίωσή τους στα ρωμαϊκά και καμιά φορά και στα βυζαντινά χρόνια.
Σημαντικές φθορές υπέστησαν οι πόλεις και η ύπαιθρος κατά τη διάρκεια του ρωμαϊκού εμφύλιου πολέμου (48-42 π.Χ.), μεταξύ Καίσαρα και Πομπηίου. Οι απώλειες από τις πολεμικές συγκρούσεις κατά τους δύο τελευταίους προχριστιανιχούς αιώνες, τόσο στην οικονομία όσο και στο έμψυχο δυναμικό, επέφεραν την πληθυσμιακή αποδυνάμωση και τη σταδιακή οικονομική παρακμή της περιοχής. Σύμφωνα με το γεωγράφο Στράβωνα η Άνω Μακεδονία ερημώθηκε και κατοικούνταν κατά κώμες. H βελτίωση των γενικών συνθηκών κατά την αυτοκρατορική εποχή ευνόησε την εκ νέου άνθηση των λίγων στην περιοχή πόλεων, χωρίς να μεταβάλλει ριζικά την εικόνα. O πληθυσμός της περιοχής φαίνεται ότι πολλαπλασιάζεται, όπως αποδεικνύεται από την αύξηση του αριθμού των Θέσεων. Απαριθμώντας απλώς τις σημαντικότερες από αυτές τις Θέσεις, αναφέρουμε τον μεγάλο αριθμό γλυπτών και επιγραφών που προέρχονται από την Αχλάδα, καθώς και τους ρωμαϊκούς οικισμούς στη Βεύη, στο Εθνικό, στις Κάτω Κλεινές. Σημειώνουμε ακόμη τους οικισμούς στη Μελίτη, στο Παρόριο, στη Σιταριά, στην Κάτω Υδρούσα, στην Αγία Παρασκευή, στο Αντίγονο, στο Λιμνοχώρι, στον σύγχρονο οικισμό των Πετρών και στην αγροτική περιοχή μεταξύ Βεγόρας και Λακκιάς, όπου έγιναν πριν μία εικοσαετία δοκιμαστικές τομές και αποκαλύφτηκαν αποθηκευτικοί χώροι αγροτικού συγκροτήματος. Αρκετοί από τους οικισμούς αυτούς επιβιώνουν και κατά τους βυζαντινούς χρόνους.

florina-history (Η Φλώρινα και η περιοχή της, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Φλώρινας 2002)

1 σχόλιο:

  1. Καλή συνέχεια γείτονα. Σήμερα έμαθα για την ιστοσελίδα σου.
    Εδεσσαίος
    http://ethnologic.blogspot.com/

    ΑπάντησηΔιαγραφή