Ο καιρός της Φλώρινας

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2013

"Τα επτά τζαμιά της Φλώρινας" του Δημήτρη Μεκάση

Η Φλώρινα είχε επτά τζαμιά, που όλα είχαν ανεγερθεί στα χρόνια της τουρκοκρατίας, για τους μουσουλμάνους κατακτητές που κατοικούσαν στην πόλη μας. Οι μιναρέδες τους φαινόταν από μακριά, επειδή τα σπίτια ήταν χαμηλά, και η Φλώρινα, έδινε την εντύπωση, ότι βρισκόταν σε μια περιοχή της Μέσης Ανατολής και όχι στην Ευρώπη.
Πριν κατακτήσουν την πόλη μας οι Οθωμανοί υπήρχαν τρεις χριστιανικοί ναοί, που αμέσως μετατράπηκαν σε τζαμιά και άρχισαν οι εξισλαμισμοί, βίαιοι ή εθελοντικοί. Το τζαμί στην ανατολική μεριά της πόλης, στην γωνία των οδών Παύλου Μελά και Ιωάννη Άρτη, πριν την κατάληψη ήταν χριστιανικός ναός. Ήταν η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, προστάτη των αγγειοπλαστών, που κατοικούσαν σε εκείνη την γειτονιά. Πιο πάνω στην πλατεία Αρχελάου ήταν άλλο ένα τζαμί, του Μεχτεπέ, δηλαδή του σχολείου, όπως έλεγαν οι χριστιανοί Φλωρινιώτες. Αυτό το τζαμί δεν ήταν χριστιανικός ναός. Στην σημερινή πλατεία Γεωργίου Μόδη ήταν το κεντρικό τζαμί, που ήταν χριστιανικός ναός, με θαυματουργό αγίασμα, που μετατράπηκε σε τζαμί. Στην παλιά αγορά ήταν ο ναός του Αγίου Νικολάου, που μετατράπηκε σε τζαμί. Υπήρχαν άλλα τρία τζαμιά στην δυτική μεριά της πόλης. Οι γειτονιές αυτές φτιάχτηκαν από τους τούρκους μετά την κατάληψη. Υπήρχε το τζαμί στην οδό Αβέρωφ, το τζαμί στην οδό Ηπείρου και το τζαμί στην οδό Κοντοπούλου. Από τα επτά τζαμιά, τα πέντε βρισκόταν στον Κεντρικό δρόμο, από την μια άκρη της πόλης έως την άλλη. 
Αρχείο Λέσχης Πολιτισμού Φλώρινας
Από την τουρκική κατάληψη, το 1383, μέχρι το 1835, οι χριστιανοί της πόλης της Φλώρινας δεν είχαν ναό. Οι τούρκοι κατακτητές και οι εξισλαμισμένοι δεν επέτρεπαν να υπάρχει χριστιανικός ναός μέσα στην πόλη. Ήθελαν να εξισλαμίσουν όλους τους κατοίκους της πόλης. Ο Νεομάρτυρας Αγαθάγγελος, που αντιστάθηκε στους βίαιους εξισλαμισμούς πλήρωσε με την ζωή του. Πόσοι άραγε ήταν οι Φλωρινιώτες, που δεν άλλαξαν πίστη και  αποκεφαλίστηκαν; Δεν θα το μάθομε ποτέ, καθώς αυτά τα γεγονότα, την εποχή εκείνη, δεν καταγράφονταν. Για τους τούρκους της Φλώρινας μεγαλύτερη αξία είχε η ζωή ενός αδέσποτου σκυλιού, από την ζωή ενός χριστιανού. 
Οι τούρκοι καταδίκασαν τους χριστιανούς Φλωρινιώτες να μην έχουν χριστιανικό ναό μέσα στην πόλη, σε μια εποχή που η θρησκεία ήταν το επίκεντρο όλων των δραστηριοτήτων τους. Η ταυτότητα χριστιανός δήλωνε και θρήσκευμα και εθνικότητα, αλλά και τον ραγιά, τον δούλο. Οι χριστιανοί ήταν οι Ουρούμ, δηλαδή Ρωμιοί, όπως τους χαρακτήριζαν με μια λέξη οι τούρκοι.
Το κεντρικό τζαμί της Φλώρινας. Αρχείο Λέσχης Πολιτισμού
Το 1830 όμως οι χριστιανοί του Μοναστηρίου ανέγειραν τον ναό του Αγίου Δημητρίου, μέσα στην πόλη. Οι Φλωρινιώτες πήραν θάρρος και ζήτησαν και αυτοί άδεια από τις οθωμανικές αρχές να χτίσουν έναν ναό, έξω από την πόλη στην θέση Ρουμλούκι, όπου βρισκόταν το χριστιανικό νεκροταφείο. Οι τούρκοι αντέδρασαν, αλλά οι χριστιανοί δωροδόκησαν έναν τουρκαλβανό καϊμακάμη, και τους δόθηκε άδεια υπό όρους: «Την ημέρα οι χριστιανοί θα χτίζουν και το βράδυ οι τούρκοι θα γκρεμίζουν τον ναό, και αν οι χριστιανοί καταφέρουν να βάλουν σκεπή, θα τους επιτραπεί να ολοκληρώσουν τον ναό». Οι Φλωρινιώτες άρχισαν να χτίζουν τον ναό του Αγίου Γεωργίου, ενώ οι πέτρες που έριχναν οι τουρκάλες και τα τουρκάκια, ερχόταν σαν βροχή. Ξυλοκοπήθηκαν άγρια οι Φλωρινιώτες, καθώς έχτιζαν τον ναό τους, αλλά δεν αντιδρούσε κανείς, επειδή η τιμωρία ήταν αυστηρή. Όποιος αντιδρούσε οι καδήδες θα τον πουλούσαν δούλο στα σκλαβοπάζαρα. Το βράδυ έρχονταν οι τούρκοι από τις δουλειές τους και γκρέμιζαν αυτά που είχαν χτίσει οι Φλωρινιώτες όλη την ημέρα. Μέχρι που έστησαν τα δοκάρια και έκαναν την  σκεπή σε μια μόνο νύχτα. Οι τούρκοι σταμάτησαν να τους ενοχλούν, και οι Φλωρινιώτες αποπεράτωσαν τον ναό του Αγίου Γεωργίου με την ησυχία τους. Οι χριστιανοί της Φλώρινας απέκτησαν πάλι ναό, μετά από 452 χρόνια. 
Αυτά και χειρότερα πέρασαν οι χριστιανοί της Φλώρινας κατά την τουρκοκρατία, και επειδή οι θρησκείες τότε χαρακτήριζαν τον κατακτητή και τον ραγιά, τα τζαμιά για τους χριστιανούς ήταν μνημεία ξένα, που ήταν συνδεδεμένα με την καταπίεση. Όταν ελευθέρωσε τα μέρη μας ο ελληνικός στρατός, το 1912,  σε πολλά χωρία, οι χωρικοί κάψανε τα τζαμιά. Δεν ήθελαν να τα βλέπουν. Στο Αρμενοχώρι μάλιστα, οι χωρικοί κατεδάφισαν το τζαμί, το σύμβολο της καταπίεσης, και έμεινε ο χώρος ανοιχτός, που σήμερα ακόμη το λένε «τζαμίατα». Στην Φλώρινα δεν κατέστρεψαν τα τζαμιά, όσο υπήρχε ο τουρκικός πληθυσμός. Μετά το 1922 όμως, επιθυμία όλων των Φλωρινιωτών ήταν να κατεδαφιστούν τα τζαμιά. Το 1927 ο Δήμος Φλώρινας αποφάσισε να κατεδαφίσει τα τζαμιά, τα μνημεία της καταπίεσης και του ραγιαδισμού, και κατεδάφισαν πρώτα τους μιναρέδες και πολύ αργότερα στην δεκαετία του 1950, τα τεμένη. Το τελευταίο τζαμί κατέρρευσε στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

0.

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

Εθνικό Φλώρινας



 Δύο χλμ. πέρα από το Παρόρι κι αριστερά από το δημόσιο δρόμο Φλώρινα-Αγία Παρασκευή με το ομώνυμο συνοριακό φυλάκιο, βρίσκεται το μικρό χωριουδάκι Εθνικό. Είναι χτισμένο λίγα μέτρα μακριά από την οροθετική γραμμή Ελλάδας-Σερβίας κι έχει σήμερα 50 κατάλευκα και καθαρά σπίτια και 400 κατοίκους.
Πάνω ακριβώς στην οροθετική γραμμή προβάλλει βουβό, παραπονεμένο από την αδικία των μεγάλων το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, σκυθρωπό κάτω από τον ξενικό ζυγό που του επέβαλλαν με τη χάραξη των συνόρων οι μεγάλοι της εποχής εκείνης.
Ο μακεδονομάχος Πέτρος Παπούλκας
Πήρε το όνομα Εθνικό για τις πολλές και υπέροχες εθνικές υπηρεσίες που πρόσφερε στο Μακεδονικό Αγώνα. Οι κάτοικοί του μετείχαν ενεργά όλοι σε αυτόν. Κατάρτισαν ένοπλες ομάδες με αρχηγούς τους Μάρκο Παπούλκα, Χρ. Κρέσκα, τον ιερέα παπα-Δημήτρη Μάγγο, τον Πέτρο Παπούλκα, το Ν. Σφετκόπουλο, το Στ. Σεκουλίδη κι άλλους και δεν επέτρεψαν σε καμιά Βουλγαρική συμμορία να πατήσει το πόδι στο χωριό. Το παράδειγμά τους μιμήθηκαν και τ’ άλλα γειτονικά χωριά κι έτσι σε λίγο κατόρθωσαν να απομακρύνουν τη Βουλγαρική προπαγάνδα και να περισώσουν την περιοχή τους.
Κι όταν ο Μάρκος Παπούλκας και Χρ. Κρέσκας πιάστηκαν με δόλο αιχμάλωτοι των Βουλγάρων και οδηγούνταν μ’ ανήκουστα βασανιστήρια στον τόπο του μαρτυρίου, φώναζαν ως την τελευταία στιγμή ότι: «Γραικοί γεννήθηκαν γραικοί και θα πεθάνουν».
Και δεν ήταν δυνατόν να γίνει διαφορετικά, γιατί το Εθνικό είναι ένα ελληνικότατο χωριό με πολύ παλιά ιστορία.
Από μερικά αρχαιολογικά ευρήματα, που εντελώς τυχαία η σκαπάνη έφερε στο φως, αποδεικνύεται πως στον τόπο αυτόν υπήρχε και π.Χ. ακόμα Ελληνικό χωριό. Μπροστά από το σχολείο του χωριού βρέθηκαν αγάλματα από λευκό μάρμαρο. Ένα από αυτά παριστάνει κεφαλή της Θεάς Αθηνάς. Βρέθηκαν επίσης τάφοι, διάφορα νομίσματα της εποχής του Μ. Αλέξανδρου και Μ. Κων/νου, πήλινα δοχεία κ.α.
Και ποιος ξέρει με μια συστηματική κι επιμελημένη ανασκαφή πόσα ακόμα ευρήματα θα ‘ρθουν στο φως, για να διαλαλούν στους βόρειους γειτόνους μας πως και στο σημείο αυτό της Μακεδονικής γης λατρευόταν, όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, η θεά της Σοφίας Αθηνά κι υπήρχε Ελληνικός πολιτισμός.
Οι παλιότεροι από τους κατοίκους διηγούνται με εθνική περηφάνια ότι το πρώτο Ελληνικό σχολείο λειτούργησε στο χωριό το 1745 και πρώτος δάσκαλος ήταν ο παπα-Κων/νος Μάγγος, ιεροδιδάσκαλος από το χωριό. Επί τουρκοκρατίας δίδαξαν επίσης στο ίδιο σχολείο τα ελληνικά γράμματα ο Παπαδράμπης Δ. , Παπακων/νου Πέτρος από την Αγία Παρασκευή, παπα-Πέτρος από το Μοναστήρι, Ιωαννίδης Δ. από την Αγία Παρασκευή, Θ. Παπούλκας από το Εθνικό κι άλλοι πολλοί, που τα ονόματά τους ξεχάστηκαν στο πέρασμα του χρόνου.
Και τα έθιμα του χωριού που μοιάζουν πολύ αν όχι απόλυτα με τα έθιμα της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της λοιπής Ελλάδας, δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία σε κάθε καλόπιστο και τίμιο άνθρωπο ότι κι η περιοχή αυτή ήταν πάντα Ελληνική.

Το κλειστό Δημ. σχολείο του Εθνικού
Σημείωση: Σήμερα το Δημ.  σχολείο που χτίστηκε με χρήματα του δημοσίου το 1931 είναι κλειστό ενώ την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο δημ/λος ήταν Ηλίας Σάρρος. Τελευταίος δάσκαλος ήταν ο Απόστολος Βαρσαμάκης .
Τα παραπάνω στοιχεία είναι από ένα πολύ παλιό βιβλίο το οποίο μου έδωσε ο φίλος Μάρκος Γιάντσης κάτοικος Μελβούρνης Αυστραλίας με καταγωγή από το χωριό Κρατερό και Αγία Παρασκευή και τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω, δυστυχώς δε φαίνεται ποιος είναι ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου με το οποίο αναφέρεται στην ιστορία πολλών χωριών της Φλώρινας.
Επιμέλεια Νάσος Στ. Παπαδάκης


Επιμέλεια Νάσος Στ. Παπαδάκης

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

Αγία Παρασκευή Φλώρινας

Δύο περίπου χλμ. Βορειοανατολικά του Παρορίου και πάνω ακριβώς στην οροθετική γραμμή και 12 χλμ. βορείως από τη Φλώρινα βρίσκεται η Αγία Παρασκευή.
Έχει υψόμετρο 612μ. .
Το 25ο Σύντ.  Ηπειρωτών με Συντ/χη τον Μεσσήνη.
Το όνομα το πήρε από την ομώνυμη εκκλησία που χτίστηκε το 1570. ΄Ηταν μια ιστορική εκκλησία αλλά το 1827 κάηκε από τους Τούρκους και στο ίδιο μέρος είχε χτιστεί το 1886 ένα μικρό εκκλησάκι προς τιμήν της Αγίας.
Το εκκλησάκι αυτό το 1918 έγινε μεγάλη εκκλησία, η σημερινή, από το 25ο Σύνταγμα των Ηπειρωτών που είχε Συντ/χη τον κ. Μεσσήνη. Μέσα στην εκκλησία υπάρχει αγίασμα.
Σχολείο έχει κλείσει. Σαν δάσκαλοι υπηρέτησαν  ο Αβραάμ Κοσκοσίδης αρκετοίάλλοι ενω ο Απόστολος Βαρσαμάκης υπήρξε ο τελευταίος,

Οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία.
Επιμέλεια Νάσος Στ. Παπαδάκης

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2013

Παρόρι (Μπίτουσα)




Τρία χλμ. πέρα από τις Κάτω Κλεινές, ή 11 χλμ. από τη Φλώρινα και δυο χλμ. δώθε από τα σύνορα τα Σερβικά, βρίσκεται το χωριό που λέγεται Παρόρι.
Παλιότερα από τους Τούρκους λεγόταν Σοκολέο και αργότερα Μπίτουσα. Το πρώτο όνομα το πήρε από ένα παλιό  άρχοντα που λεγόταν Σοκολέας και το σημερινό από την τοποθεσία, γιατί είναι έξω από το δρόμο, μέσα σε μια στενή χαράδρα και δε φαίνεται (παρά-ορώ-παρορώ-παρόρι).
Εδώ και 250 χρόνια οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού Έλληνες και χριστιανοί ήταν τρία αδέρφια, ο Δαμιανός, ο Πέτκος και ο Γιώργος. Ήταν και οι τρεις κτηνοτρόφοι και έχτισαν τα μαντριά τους στην τοποθεσία που ’ναι σήμερα το χωριό για να εκμεταλλεύονται την πλούσια βοσκή που βρίσκεται γύρω σ’ αυτό και να αποφεύγουν τις ενοχλήσεις των Τούρκων.
Από τα τρία αυτά αδέρφια σώζονται ως τα σήμερα 8 οικογένειες Δανιανόπουλοι, 7 οικογένειες Πετκόπουλοι και 12 οικογένειες Γεωργόπουλοι.
Αργότερα, εδώ και 200 χρόνια, ήρθε στο χωριό από το Μπαρεσάνι της Σερβίας ένας Παπαδόπουλος. Από την οικογένεια αυτή βγαίνουν συνεχώς ως σήμερα οι παπάδες του χωριού. Από αυτήν είναι και ο σημερινός παπάς του χωριού ο παπα-Μάρκος.
Επίσης ήρθε κι εγκαταστάθηκε στο χωριό αυτό εδώ και 190 χρόνια κι ένας ψαράς από το σημερινό χωριό Ψαράδες. Λεγόταν Αβραάμ και σήμερα ανέρχονται σε 10 οικογένειες οι Αβραμόπουλοι.
Στην επανάσταση του 1903 οι Παρορίτες, που πίστεψαν πως μπορούν να διώξουν τους Τούρκους, πήραν μέρος σ’ αυτή με αρχηγούς τους Ναούμ Γεωργόπουλο, Θεμελή και Πέτρο Μητρόπουλο, Αθανάσιο Δαμιανόπουλο και άλλους. Οι Τούρκοι έστειλαν μεγάλες δυνάμεις στρατού κι έσφαξαν 11 Παρορίτες.
Οχτακόσια μέτρα πάνω από το χωριό και στην πλαγιά του βουνού υπάρχουν ερείπια από το ‘Καλέ Μπιτούσκο’ κάστρο του Παρορίου.
Ήταν αυτό χτισμένο με ογκόλιθους και λίγο πιο πάνω από αυτό ήταν μια μεγάλη στοά υπόγεια με πολλά διαμερίσματα και αφάνταστη πολυτέλεια και πλούτο και άλλα θαυμάσια. Ήταν λένε το κάστρο του βασιλιά του τόπου Σοκολέβα!
Πολλοί θέλησαν να κάνουν ανασκαφές αλλά βρήκαν τόσα χώματα και δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτε.
Η σημερινή εκκλησία του χωριού είναι πολύ παλιά. Έχει χτιστεί το 1838 κι έχει πολλές και παλιές εικόνες.
Το χωριό έχει υψόμετρο 678μ. και περιβάλλεται από δάση οξυάς και δρυός.
Οι κάτοικοι ανέρχονται σε 640 κατοίκους, ασχολούνται με τη γεωργία, κτηνοτροφία και λίγο με τη δενδροκαλλιέργεια.
Παράγει κάθε χρόνο καλαμπόκι 60.000 οκάδες, σίκαλη 72.000 οκάδες, σιτάρι 61.000 οκάδες, κριθάρι 4.000 οκάδες βρώμη 500 οκάδες, φρούτα 80.000 οκάδες, πατάτες 6.000 οκάδες και σταφύλια 10.000 οκάδες.
Είχε ελληνικό σχολείο, δάσκαλος στα παλιά χρόνια ήταν ο Κων/νος Δαμιανόπουλος του Αναστασίου, ο Χρήστος Ρακοβαλής  και άλλοι. Το σημερινό σχολείο είναι 2/τάξιο (πλέον δε λειτουργεί) και στεγάζεται σε διώροφο διδακτήριο.
Δημοτικό Σχολείο Παρορίου
Σήμερα είναι δάσκαλοι οι Γεώργιος Πάρζης από την Κλαδορράχη και Τσιρώνη Φανή από τη Φλώρινα (την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο).
Οι Παρορίτες πήραν μέρος ενεργό στο Μακεδονικό αγώνα. Όλο το χωριό ήταν κέντρο Ελλήνων ανταρτών. Σαράντα οχτώ αντάρτες και δέκα καπεταναίοι είχαν μόνιμο λημέρι το Παρόρι. Οι ίδιοι που πήραν μέρος στην επανάσταση του 1903 πήραν μέρος και στον Μακεδονικό Αγώνα. Ο Θέμελης και Πέτρος Μητρόπουλος, ο Ναούμ Γεωργόπουλος, ο Αθανάσιος και Κων/νος Δαμιανόπουλος και ο παπα-Ηλίας Παπαδόπουλος συνεργάζονταν με τους καπεταναίους Δοξογιάννη, Γιάννη Τσακτσίρα, Μακρή, Καπετάν Σίμο από τα Άλωνα, καπετάν Παύλο από το Κρατερό, Δήμκο από το Δράγος, Τσίτσο Μοριχοβίτη, Γεώργη Καμηλάκη, και άλλους. Αλλά και οι γυναίκες του Παρορίου πήραν μέρος στον αγώνα κατά των Βουλγάρων.
Η Γεωργία Γκελινοπούλου ήταν μια από τις ηρωίδες αυτές.
Στο Παρόρι πιάστηκαν από τους Τούρκους ύστερα από τρίωρη μάχη οι Μακεδονομάχοι Κώστας Δαμιανόπουλος, Γιώργος Καμηλάκης και τέσσερα άλλα παλληκάρια. Ο Καμηλάκης κρεμάσθηκε στο Μοναστήρι, οι άλλοι φυλακίσθηκαν και γλίτωσαν όταν δόθηκε από τους νεότουρκους αμνηστία.
Το Παρόρι στάθηκε πάντα πιστό στην ελληνική ιδέα.  Όλοι οι κάτοικοι μέχρι σήμερα έχουν ακμαίο το ελληνικό φρόνημα.
Τα  παραπάνω στοιχεία είναι από ένα πολύ παλιό βιβλίο το οποίο μου έδωσε ο φίλος Μάρκος Γιάντσης κάτοικος Μελβούρνης Αυστραλίας με καταγωγή από το χωριό Κρατερό και Αγία Παρασκευή και τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω, δυστυχώς δε φαίνεται ποιος είναι ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου με το οποίο  αναφέρεται στην ιστορία πολλών χωριών της Φλώρινας. 
Επιμέλεια Νάσος Στ. Παπαδάκης

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2013

Κάτω Κλειναί (Κάτω Κλέστινα)



 Οχτακόσια πάνω κάτω μέτρα ανατολικά από τις ΄Ανω Κλεινές και δεξιά του δρόμου που τραβάει για το σημερινό φυλάκιο της Αγίας Παρασκευής και συνδέει τη Φλώρινα με το Ελληνικό, αλλά υπόδουλο Μοναστήρι, βρίσκεται το χωριό Κάτω Κλειναί.
Το χωριό αυτό απέχει από τη Φλώρινα 8 περίπου χλμ. από τα δε Ελληνοσερβικά σύνορα 4 χλμ. και έχει απέναντί του τα υψώματα της Μπρεσδοβίτσας ύψους 900μ. και κάστρου του Παρορίου ύψους 750μ.
Και το χωριό αυτό και οι Άνω Κλεινές, που παραπάνω αναφέραμε και που λεγότανε κάποτε Άνω Κλέστινα και Κάτω Κλέστινα, πήραν τόσο το τωρινό όνομά τους όσο και το παλιό, από κάποιο σπουδαίο ιστορικό γεγονός που έγινε στον τόπο αυτό και τον έκαμε ζηλευτό και ξακουστό.Το γεγονός αυτό η παράδοση το φέρνει ως εξής :
Στην κορυφή του βουνού του Παρορίου και κάτω από τη νότια πλευρά του, που στρέφεται προς τα δύο χωριά Άνω και Κάτω Κλεινές, υπήρχε κάστρο που δέσποζε σε όλη την περιφέρεια.
Στην πλαγιά του βουνού αυτού υπήρχε αξιόλογη πόλη που έπιανε όλη την κοιλάδα, από τους μύλους του Δράγια, που βρίσκονται δυτικά, ως την τοποθεσία Βοδενιτσίστε ανατολικά κ.λ.π. Την πόλη αυτήν προέβαλαν ξαφνικά βάρβαροι λαοί, πιθανώς Σλαύοι, που ήρθαν από το Βορρά και οι κάτοικοι κατέφυγαν στο κάστρο της.
Αφού όμως πολέμησαν αρκετά έκαμαν έφοδο και έδιωξαν τους βαρβάρους ως την Καλλινίκη, όπου τους κατετρόπωσαν. Νικημένοι οι βάρβαροι έφευγαν προς Βορρά, αλλά πάλι οι κάτοικοι της ηρωικής πόλεως τους πρόφθασαν στο χωριό που σήμερα λέγεται Νίκη και τους διέλυσαν τελείως. Έτσι σώθηκε η πόλη και δοξάστηκε ο τόπος. Το κατόρθωμα αυτό, που στην αρχαία γλώσσα μας λέγεται κλέος, οφείλεται στην τέχνη και ανδρεία κάποιου. Γι’ αυτό ο τόπος ονομάσθηκε Κλέος-τινί ή Κλέστινα, τώρα δε Κλεινές δηλαδή δοξασμένες. Για τους παραπάνω λόγους πήρε και το χωριό που πρωτονίκησαν αυτοί το όνομα Καλλινίκη και Νίκη το άλλο όπου τελειωτικά νικήθηκαν οι επιδρομείς.Τα ερείπια του κάστρο αυτού σώζονται ακόμα και σήμερα, φαίνεται δε ότι χτίσθηκε επί Βυζαντινής εποχής.
Επίσης υπάρχουν ακόμα ερείπια της πόλεως όπως γκρεμισμένα σπίτια, φούρνοι, μαγαζιά, εκκλησίες και νεκροταφεία. Πολλά από τα ερείπια της παλιάς εκείνης πόλης βρίσκει κανείς σήμερα στην κεντρική πλατεία του χωριού, όπου υπάρχει μια κούφια και γηραλαία μουριά και γύρω από αυτήν πλάκες νεκροταφείου, στο μέρος όπου βρίσκεται σήμερα το Ηρώο της κοινότητας και στις τοποθεσίες Τόπιλα, Κλένικα, Μέρτζο κ.λ.π
Εκτός από τα παραπάνω βρέθηκε προ διετίας στη θέση Απιδιά, που βρίσκεται προς την κατεύθυνση Καλλινίκης και σε απόσταση 3 χλμ. από αυτήν τάφος σκεπασμένος με πλάκα και μέσα σ’ αυτόν θυμιατήρι.
Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού αυτού όπως και των άλλων χωριών ήταν Έλληνες και μάλιστα χριστιανοί. Επειδή όμως ταχτικά προσεβάλλονταν και ενοχλούνταν από τους Τούρκους και τους άλλους κακοποιούς, ζήτησαν από την Τουρκική Κυβέρνηση, Τούρκους αγροφύλακες για να τους προστατεύουν από τους ληστές και τους άλλους.
Έστειλε η Τουρκική Κυβέρνηση αγροφύλακες αλλά αυτοί κουβάλησαν μαζί τους φίλους και συγγενείς κι εγκαταστάθηκαν στο χωριό μόνιμα.
Δυστυχώς έπειτα με διάφορες προφάσεις άρπαξαν και τα κτήματα των κατοίκων κι έγιναν αυτοί μπέηδες, οι δε χριστιανοί ραγιάδες.Από την παραπάνω αιτία και επειδή σχεδόν όλοι οι Τούρκοι οπλοφορούσαν, ταχτικά γινόταν πολλές φασαρίες σαν τις παρακάτω:
Το 1899, όταν ο συνταξιούχος δάσκαλος Ρακοβαλής Χρήστος ήταν μαθητής στο Γυμνάσιο Μοναστηρίου, ήρθε στο χωριό του να γιορτάσει τα Χριστούγεννα με ένα φίλο του, την παραμονή και πριν ακόμα φέξει βγήκε μαζί μ’ αυτόν στην πλατεία όπου τα άλλα παιδιά είχαν ανάψει μια μεγάλη φωτιά και τραγουδούσαν τα κάλαντα, «Καλήν ημέρα άρχοντες κ.λ.π. και κάλαντα, κάλαντα γιαγιά κ.λ.π.» προτού όμως φέξει κι ενώ ήταν συμμαζεμένοι γύρω από τη φωτιά, ο Τούρκος Χουσεϊν Αχμέτ έριξε τρεις πυροβολισμούς επάνω στο σωρό και τραυμάτισε τον Παυλίδη.
Ο ίδιος Τούρκος πολλές φορές έδειρε στην πλατεία τους Ηλία Μήρτση και τρεις άλλους χωρικούς.
Το 1902 και κατά το τέλος Αυγούστου ο Πέτκος Γκότσε από την Κλαδορράχη, βοηθούμενος και από ένα λιποτάκτη Τούρκο από τις Άνω Κλεινές, σκότωσε έξω από το σπίτι του το Στέφανο Νίκλη.
Δυο επίσης Τούρκοι σκότωσαν τον Σαλή Κισσαβέλη. Και στο χωριό αυτό όπως και στα άλλα, από το 1903 και δώθε άρχισε η βουλγαρική προπαγάνδα να φροντίζει να πάρει με το μέρος της, δίνοντας πολλές φορές άφθονα χρήματα, τους κατοίκους του.
Κανείς όμως δε γελάστηκε! Γι’ αυτό το 1906 στο δάσος Κλαδορράχης οι κομιτατζήδες σκότωσαν τους: Θεμέλκο Ναούμ, Ρακοβαλή Νικόλαο, Στώιτση Γεώργιο, Γκέκα Ιωάννη και Γκέκα Δημήτριο.
Αργότερα όταν έφτασαν τα ελληνικά αντάρτικα σώματα του Βάρδα, του Καραβίτη, του Μπολάνη, του Δοξογιάννη κ.λ.π. τιμώρησαν τους κατοίκους της Κλαδορράχης φονεύοντας 19 από αυτούς.
Συνεργάτες των ανταρτών ήταν τότε ο παπάς του χωριού Οικονόμος Παπακωνσταντίνου και ο δημοδιδάσκαλος Χρήστος Ρακοβαλής, ο πατέρας του Δημήτριος Ρακοβαλής, ο Τάγκας Τράικος, ο Τάγκας Σωτήριος και άλλοι.
Το 1908, όταν έγινε το Τουρκικό Σύνταγμα, έγινε και η απογραφή του χωριού και βρέθηκαν 580 κάτοικοι, από αυτούς 325 ήταν Έλληνες χριστιανοί και 255 Τούρκοι.
Σχολείο ελληνικό λειτουργούσε από πολύ παλιά στο χωριό, λειτουργούσε όμως και τουρκικό μέχρι το 1912.Η εκκλησία του χωριού «Γέννησις της Θεοτόκου» χτίσθηκε το 1820, στην είσοδο της εκκλησίας είναι γραμμένο το εξής:
«Όσοι ράθυμοι και βέβηλοι τη καρδία μηδόλως εισελθείν εν τω Θείω και ιερώ τούτω κατοικητηρίω, ο γαρ πάλαι φύλαξ του παραδείσου, νυν της νέας ταύτης Εδέμ, προσετάχθην και τώδε τω τεταμένω ξίφει τας ψυχάς πάντων ανηλεώς αφαιρώ».
Στο υπόστεγο υπήρχαν και πλάκες μαρμάρινες με σώματα Θεών. Μια από αυτές διατηρήθηκε μέχρι το 1912, είχε μήκος ένα μέτρο και πλάτος 0,80 του μέτρου και πάνω ήταν σκαλισμένη πενταμελής οικογένεια. Κάτω από την οικογένεια υπήρχαν κεφαλαία ελληνικά γράμματα, που λέγαν «Δώρον Δωροθέω κ.λ.π.». Δυστυχώς τα περισσότερα ήσαν κατεστραμμένα. Η πλάκα αυτή μετά το 1912 πάρθηκε από κάποιον και μεταφέρθηκε στη Φλώρινα, αλλά κανείς δε γνωρίζει πού.
Εκτός όμως από αυτά Β. της εκκλησίας του χωριού και σε απόσταση 100μ. περίπου βρέθηκε στο χωράφι του Δήμου Θεμέλκου πήλινο δοχείο χωρητικότητας μισής οκάς γεμάτο με διάφορα ελληνικά νομίσματα της εποχής του Μ. Αλέξανδρου.
Από αυτά σώζονται μέχρι σήμερα μερικά. Επίσης βρέθηκαν γύρω από το χωριό πιθάρια(κιούπια) χωρητικότητας 150-200 οκάδες καθώς και επιτύμβιες πλάκες με ελληνικά γράμματα οι οποίες μαρτυρούν ότι ο τόπος αυτός ήταν ελληνικός από αρχαιοτάτων χρόνων.
Και στα γράμματα οι Κάτω Κλεινές δεν υστερούσαν. Λειτουργούσε σχολείο, όπως αναφέραμε, από τα παλιά χρόνια συντηρούμενο από τους κατοίκους.
Το 1884 χτίστηκε και διώροφο διδακτήριο. Αργότερα, επειδή αυτό δεν μπορούσε να χωρέσει όλα τα παιδιά του σχολείου, πουλήθηκε για 150 λίρες και αγοράστηκε άλλο.
Από το 1860 έως το 1884 υπηρέτησε στο σχολείο ένας δάσκαλος από την Κόνιτσα. Αργότερα υπηρέτησαν ο Ανδρέας Παυλίδης από το ίδιο το χωριό, ο Κων/νος Σταμπουλής, ο Γιαννάκης ή Νάκης από το Μεγάροβο, ο Πέτρος Βίκας επίσης από το Μεγάροβο, ο Ρακοβαλής Χρήστος του Λαζάρου ντόπιος, ο Νικόλαος Δανάμπασης από το Μοναστήρι, ο Οικονομίδης Χρήστος κ.α.
Όλοι αυτοί διορίζονταν και πληρώνονταν από το Ελληνικό Προξενείο Μοναστηρίου.
Το 1912 το χωριό είχε καταληφθεί από τους Σέρβους, αλλά κατά τη χάραξη των ελληνοσερβικών συνόρων λευτερώθηκε και περιήλθε στην Ελλάδα. Πολλές υπηρεσίες πρόσφερε στην εκπαίδευση και γενικά στο χωριό ο δάσκαλος Ρακοβαλής Χρήστος. Το σημερινό σχολείο είναι πεντατάξιο και υπηρετούν σε αυτό οι : Παπασιδέρης Γεώργιος, Ηλιάδου Μερόπη, Μπάρμπα Μαρία, Σιδέρης Αθανάσιος και οι νηπιαγωγοί Χάσου Θεοδώρα, και Γαρδάνη Περσεφόνη.
Ο πληθυσμός του χωριού σήμερα ανέρχεται σε 1.170 κατοίκους. Όλοι οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τη δενδροκαλλιέργεια. Χάρις σ’ αυτήν ολόκληρο το χωριό πλέει μέσα στο πράσινο και μαγεύει τους επισκέπτες.
Είναι το πρώτο χωριό στη δενδροφυτεία και παράγει τα καλύτερα και περισσότερα μήλα.
Στο χωριό έχει την έδρα του και αστυνομικός σταθμάρχης.
Το χωριό παράγει κάθε χρόνο 200-250.000 οκάδες σιτάρι, 40.000 οκάδες κριθάρι, 120.000 οκάδες σίκαλη, 18.000 οκάδες αραβόσιτο, 100.000 οκάδες πατάτες, 200.000 οκάδες μήλα και 5.000 οκάδες άλλα φρούτα. Τα καλλιεργούμενα δένδρα ανέρχονται σε 2.500 περίπου.
Τα παραπάνω στοιχεία είναι από ένα πολύ παλιό βιβλίο το οποίο μου έδωσε ο φίλος Μάρκος Γιάντσης κάτοικος Μελβούρνης Αυστραλίας με καταγωγή από το χωριό Κρατερό και Αγία Παρασκευή και τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω, δυστυχώς δε φαίνεται ποιος είναι ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου με το οποίο αναφέρεται στην ιστορία πολλών χωριών της Φλώρινας.

Επιμέλεια Νάσος Στ. Παπαδάκης